Παράθυρο logo
ΓΙΩΡΓΟΣ ΧΩΡΑΦΑΣ: Δεν με συγκινεί η σημαία, με συγκινεί ο άνθρωπος
Δημοσιεύθηκε 11.11.2013 11:38
ΓΙΩΡΓΟΣ ΧΩΡΑΦΑΣ: Δεν με συγκινεί η σημαία, με συγκινεί ο άνθρωπος

Συνέντευξη στη Μερόπη Μωυσέως

Με αφορμή την τρίτη του συνεργασία με τον σκηνοθέτη Αντρέα Πάντζη στην ταινία «Η χαρά και η θλίψη του σώματος», ο διεθνής ηθοποιός Γιώργος Χωραφάς μιλά για τη γνωριμία τους, τη σχέση του με την Κύπρο αλλά και για την αρρώστια της Άκρας Δεξιάς


 «Για τον Αντρέα τη φόρεσα», απαντά όταν σχολιάζω τον πολύχρωμο κόκορα στην μπλούζα του Γιώργου Χωραφά. Η πρώτη συνεργασία του διεθνούς ηθοποιού με τον σκηνοθέτη Αντρέα Πάντζη έγινε στην ταινία «Η Σφαγή του Κόκορα» [1996], η οποία αποτέλεσε και την ελληνική υποψηφιότητα για το Όσκαρ Ξενόγλωσσης Ταινίας. Πέντε χρόνια μετά, συνεργάζονται ξανά στο «Τάμα» [2001], στο οποίο ο Γιώργος Χωραφάς κρατά -και πάλι- τον ρόλο ενός «Ευαγόρα». Σήμερα, δώδεκα ολόκληρα χρόνια αργότερα, η συνεργασία συνεχίζεται με την νέα ταινία του Αντρέα Πάντζη «Η Χαρά και η Θλίψη του Σώματος», η οποία προβάλλεται αυτή τη βδομάδα στους κινηματογράφους της χώρας.


Είναι τουλάχιστον ενδιαφέρον το ότι οι καταστάσεις που επικρατούν στην ταινία, η προδοσία, η απογοήτευση, η χαρά που εναλλάσσεται με θλίψη, θα μπορούσε κανείς να πει πως αντικατοπτρίζουν όσα νιώθει ο πολύς κόσμος σήμερα κάτω από πολύ συγκεκριμένες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες. Πρωτίστως η απογοήτευση, που περιοριζόταν παλιότερα στις προσωπικές σχέσεις, ενώ σήμερα είναι φαινόμενο κοινωνικό.


Αυτό που συμβαίνει σήμερα επεμβαίνει στο φτιάξιμο της σχέσης και τη σπάει. Μια σχέση που θα μπορούσε να είναι πραγματική κι αληθινή, να στηρίζεται ο ένας στον άλλο ό,τι και να γίνει, πριν φτάσει σ’ αυτό το στάδιο αποβάλλεται. Πεθαίνει προτού ωριμάσει, λόγω της συγκυρίας της οικονομικής και της πολιτικής με αυτά που συμβαίνουν. Κι ο καθένας, αντί να πάει προς τον άλλο, έρχεται ξανά προς τον εαυτό του και στο πώς θα επιβιώσει. Γίνεται ο καθένας πολύ εγωιστής και το σύστημα πολύ σωστά το χειρίζεται, γιατί πολύ πιο εύκολο είναι να διαχειρίζεται μεμονωμένα άτομα παρά ανθρώπους που είναι ενωμένοι.


Πρέπει να υπάρξει αντίδραση. Βλέποντας τι μας συμβαίνει και πώς εξελίσσονται τα πράγματα, να πάμε αντίθετα στο ρεύμα αυτό. Και, απεναντίας, να μην απομονωνόμαστε και να βρίσκουμε πολλούς τρόπους να ενωνόμαστε. Δεν χρειάζεται να ανήκουμε μόνο σε μια ομάδα. Ο καθένας μπορεί να δικτυωθεί σε άλλες ομάδες. Δεν εννοώ ψηφιακά. Και ψηφιακά, βέβαια, αλλά να μην πάρει το ψηφιακό το βάρος των πραγματικών ενώσεων και σχέσεων.


Αντίδραση μπορεί να υπάρχει, αλλά συχνά προέρχεται από τα άκρα και θα ήθελα ένα σχόλιο γι’ αυτό σε σχέση και με όσα συμβαίνουν στην Ελλάδα.


Όλοι θέλουμε να έχουμε μια αξία. Μια από τις βασικότερες μας ανάγκες, ίσως πιο σημαντική ακόμη κι απ’ το φαγητό, είναι να έχουμε το αίσθημα ότι αξίζουμε κάτι. Ο εχθρός αυτής της ανάγκης είναι ότι υπάρχουν πολλοί τρόποι να σε απαξιώνουν: το σύστημα σε απαξιώνει, η κρίση σε απαξιώνει, πολλές φορές οι γονείς σου δεν σε μεγαλώνουν δίνοντάς σου το αίσθημα μιας αξίας. Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που είναι πληγωμένοι, είτε υπάρχει κρίση είτε δεν υπάρχει. Αυτή η πληγή του να αισθάνεσαι ότι δεν έχεις αξία είναι κάτι που σε κάνει να θέλεις να απαξιώσεις τους άλλους ή να βρεις μια ομάδα ανθρώπων στην οποία να είσαι σίγουρος ότι εσύ αξίζεις περισσότερο απ’ αυτούς.


Και αν βρεις και μια ομάδα που μαζί μπορείτε να απαξιώσετε κάποιους άλλους, είσαι στον παράδεισο. Είναι άρρωστο πράγμα. Είναι άρρωστοι οι άνθρωποι που συνήθως σε μια κανονική ιστορική περίοδο πάνε στα άκρα δεξιά, όπου τους δίνουν την αυτοπεποίθηση ότι «εμείς μόνο είμαστε και οι άλλοι είναι κατώτεροι». Είτε αυτοί είναι... Αριανοί των Ναζί ή οτιδήποτε αρχαιοελληνικό με τη Χρυσή Αυγή τώρα που απαξιώνει ό,τι δεν είναι αρκετά εθνικό.


Είναι κι αυτό που συνέβηκε στην Ελλάδα: γενικά μας απαξιώσανε γιατί η τρόικα μάς χειρίστηκε σαν σκυλιά. Αυτό πλήγωσε όλους τους Έλληνες. Και οι πιο εύθραυστοι πήγαν μ’ αυτές τις ομάδες, στις οποίες μπορούσαν να βρουν μια υποστήριξη για να μπορούν να βγάλουν το μίσος τους πάνω στους αριστερούς και τους ξένους. Για να αισθανθούν καλά.


Αυτό είναι το δύσκολο για μένα: αυτοί οι άνθρωποι που για μένα είναι άρρωστοι, όσο πιο πολύ συνεχίζουμε να τους διώχνουμε και να τους πετάμε σαν μη υπάρχουσες οντότητες, τόσο πιο πολύ επιδεινώνουμε την αρρώστια τους.


Αλλά δεν ξέρεις πώς θα τους χειριστείς. Δεν ξέρεις τι να κάνεις, γιατί δεν μπορείς να τους αφήσεις να αλωνίζουνε. Αλλά πρέπει όλοι πραγματικά να γίνουμε ψυχαναλυτές και να βρούμε εναλλακτικούς τρόπους να τους μιλάμε. Και το λέω αυτό γιατί είχα μια φορά μια συζήτηση σε ένα ταξί με έναν πολύ πληγωμένο ταξιτζή της Χρυσής Αυγής και προσπάθησα μισή ώρα να βρω τρόπο να περάσω από όλα αυτά τα οχυρά που είχε για να αισθάνεται ότι αξίζει κάτι.


Δεν μπόρεσα. Απέτυχα. Δεν γινόταν τίποτα με μισή ώρα. Αυτές είναι βαριές ψυχολογικές αρρώστιες και δεν βγαίνουν με μια μικρή συζήτηση. Πρέπει να πηγαίνεις στον ψυχίατρο, μερικές φορές για χρόνια. Δεν ξέρω... είναι πολύ σοβαρό πρόβλημα.


Αναφερθήκατε σε ένα εθνικό αίσθημα. Εσείς γεννηθήκατε στη Γαλλία, έχετε ελληνική καταγωγή, μιλάτε τόσες γλώσσες στις ταινίες σας, ταξιδεύετε σ’ όλο τον κόσμο. Πώς νιώθετε με το θέμα των ταυτοτήτων που συζητείται σήμερα;


Εγώ θα έλεγα ότι έχω το αίσθημα ότι είμαι Ινδιάνος! Πιο πολύ από Έλληνας ή Γάλλος, είμαι Ινδιάνος! Δηλαδή αυτός που πολεμάει για να μην εξοντωθεί. Είμαι μ’ αυτούς που έχουν τα πιο μικρά όπλα. Είμαι ενάντια σε αυτούς που έχουν τα πιστόλια και τα τουφέκια, απ’ όπου κι αν προέρχονται. Αυτή είναι η εθνικότητά μου. Πέρα απ’ αυτό, δεν με συγκινεί ιδιαιτέρως μια σημαία. Με συγκινεί ο άνθρωπος. Με συγκινούν τα θύματα, γιατί κι εγώ ταυτίζομαι με τα θύματα. Και ξέρω ότι είμαι και θύτης για πολλούς. Ξέρω ότι κλείνω τα μάτια μου για πολλά πράγματα και ζω σε συνθήκες που βλάπτουν κάποιους, κάπου. Λοιπόν, κάθε τόσο πίνω λίγο, μεθάω και γελάω. Με πικρό γέλιο.


Σε ρόλο Ελληνοκύπριου


Εκτός από την ταινία του Ανδρέα Πάντζη, στην οποία ο Γιώργος Χωραφάς κρατά τον ρόλο ενός αδίστακτου Βούλγαρου, πρωταγωνιστεί και σε μια δεύτερη ταινία, με τίτλο Papadopoulos & Sons, η προβολή της οποίας ξεκινά στις 22 Νοεμβρίου στο Ζήνα Πάλας. Πρόκειται για μια κωμική ταινία του ελληνοκυπριακής καταγωγής Βρετανού Μάρκου Μάρκου. Σ’ αυτή την ταινία ο Γ. Χωραφάς κρατά τον ρόλο του θείου που έρχεται να σώσει τον αδελφό του από το οικονομικό του [και όχι μόνο] βύθισμα, επαναλειτουργώντας το παλιό μαγαζί fish n’ chips του πατέρα τους.


Είναι μια σπάνια, αν όχι μοναδική συγκυρία που σ’ έναν μήνα προβάλλονται δύο ταινίες στις οποίες πρωταγωνιστείτε στην Κύπρο.


Ναι, αλήθεια! Είναι ωραία ταινία κι αυτή. Είναι σε άλλο στυλ, πιο εύκολα την παρακολουθείς, αλλά έχει το μήνυμά της. Είναι έξυπνο μήνυμα και το περνάει ταπεινά ο σκηνοθέτης. Δεν το σπρώχνει απάνω σου. Και το μήνυμα αυτό είναι ένα μήνυμα που εγώ πιστεύω ότι προωθεί τους εναλλακτικούς τρόπους προόδου, χωρίς να συνιστούν οικονομικούς όρους. Πρόοδος και ανάπτυξη δεν είναι πια συνώνυμα. Βρισκόμαστε σε μια στιγμή της ιστορίας που πρέπει πραγματικά να σκεφτόμαστε τι θα κάνει κακό και τι θα κάνει καλό μακροπρόθεσμα. Είναι μερικά πράγματα που θα πρέπει να σταματήσουμε να αναπτύσσουμε. Λοιπόν, αυτή η ταινία του Μάρκου Μάρκου είναι μια παραβολή αυτής της σκέψης.


Όπου παίζετε έναν Ελληνοκύπριο γιατί οι Παπαδόπουλοι δεν είναι Έλληνες.


Ναι. Κι είμαι πολύ περήφανος που έχω τέτοια σχέση με την Κύπρο.


Υπάρχει πάντως το προηγούμενο του κυπριακού χαρακτήρα σας στην ταινία «Το Τάμα», στην οποία δώσατε μια από τις πιο ωραίες ερμηνείες της καριέρας σας.


Τον χάρηκα πολύ, αλλά είχα και έναν πάρτνερ τότε, τον Μαυρομούντη [το γαϊδουράκι-συνοδό του «Ευαγόρα» στην ταινία]. Λένε ότι η ράτσα των γαϊδάρων στην Κύπρο είναι η πιο ωραία ράτσα στον κόσμο.


Αλλά ο Μαυρομούντης ήτανε σπέσιαλ.


Σε κάθε περίπτωση, η σχέση μου με την Κύπρο έχει να κάνει με τη σχέση μου με τον Αντρέα [Πάντζη], ο οποίος είναι κάποιος με τον οποίο έχουμε έναν πολύ ανοιχτό τρόπο συνεργασίας. Δεν είναι όμως μόνο ο τρόπος συνεργασίας. Είναι και τα θέματα, η ματιά του. Με μαγεύει ο συνδυασμός που έχει, που έχει τα πόδια του χωμένα στο χώμα της Κύπρου αλλά και στο χώμα καθαυτό. Έχει μια σχέση με την ύλη, είναι λάτρης της ομορφιάς του κόσμου. Και ταυτόχρονα έχει μια ποιητικότητα και έναν τρόπο που ανέπτυξε κινηματογραφικό, από τη ρώσικη σχολή, κι αυτός ο συνδυασμός είναι μαγευτικός για μένα. Τον βλέπω στις ταινίες του, στα σενάριά του, αλλά και στον τρόπο με τον οποίο κάνουμε τις ταινίες όταν βρισκόμαστε στα γυρίσματα. Όλο αυτό είναι οργανικό κι είναι παρών σε κάθε στιγμή του γυρίσματος. Και με εμπνέει. Όλο αυτό, επιπλέον, το έχω συνδυάσει με τα τοπία της Κύπρου γιατί έχουμε γυρίσει πάρα πολλά μέρη και για τη «Σφαγή του Κόκορα» και για το «Τάμα». Κι αυτά τα μέρη έχουν γίνει για μένα μύθος. Παρόλο που έχω κάνει πολλές ταινίες στη Γαλλία, στην Ισπανία, στην Ελλάδα, επειδή ο τόπος είναι πιο περιορισμένος και τον έχουμε γυρίσει λίγο πολύ όλο, έχω μια διαφορετική αίσθηση. Ότι είναι όλος μέσα μου. Ενώ στην Ελλάδα μού λείπουν πολλά στοιχεία. Και στην Αμερική, και στη Γαλλία, και στην Ισπανία. Εδώ έχω την αίσθηση, μέσα από τη δουλειά που έχουμε κάνει και μέσα από τη σύνδεση που έχω με τον Αντρέα, ότι είναι και δικός μου τόπος.


Ξέρω, βέβαια, ότι αυτό που λέω είναι μια ψευδαίσθηση. Ακόμα και ένα χωριό δεν μπορείς σε μια ζωή να το κατέχεις όλο.


Είναι όμως ένα ωραίο συναίσθημα. Και μοναδικό. Και μονάκριβο.


 + Η ταινία «Η Χαρά και η Θλίψη του Σώματος» προβάλλεται στους κινηματογράφους K-Cineplex και ΡΙΟ σε όλες τις πόλεις. Πληροφορίες www.joyandsorrowofthebody.com


+ Η ταινία «Papadopoulos & Sons» θα προβληθεί για μια βδομάδα στο Ζήνα Πάλας στη Λευκωσία από τις 22 Νοεμβρίου. Πληροφορίες www.papadopoulosandsons.com