Παρσάτα, Δράπια και Λατούρου

Νάσα Παταπίου Δημοσιεύθηκε 12.3.2018

Μεταξύ των χωριών που χάθηκαν με την πάροδο των αιώνων και τα οποία ανήκαν κατά τον 16ο αιώνα στο διαμέρισμα του Μαζωτού συναντούμε τα χωριά Παρσάτα, Πυκνά, Συριάτη ή Συρκάτη, Λατούρου, Άγιο Γεώργιο Μαζωτού, Ζευγαλατιό, Δράπια, Απλάντα κ.ά. 


Ένα από τα έντεκα διαμερίσματα της Κύπρου κατά τη Bενετοκρατία ήταν και αυτό του Μαζωτού. Ας σημειωθεί ότι τα ίδια διαμερίσματα υφίσταντο και κατά τη Φραγκοκρατία. Το διαμέρισμα του Μαζωτού, όπως τεκμηριώνεται μέσα από τους βενετικούς καταλόγους με τα χωριά της Κύπρου, είχε έως τον 16ο αιώνα περίπου σαράντα οκτώ χωριά, είκοσι ένα από τα οποία στη συνέχεια με την πάροδο των ετών εγκαταλείφθηκαν και έσβησαν. Σε κάποια χωριά τα οποία χάθηκαν εξακολουθούν να υπάρχουν ακόμη ίχνη που μαρτυρούν ότι κάποτε ήταν χωριά, όπως για παράδειγμα κάποιες εκκλησίες ή ερείπια εκκλησιών ή και οικιών, ενώ άλλα έχουν επιβιώσει απλώς και μόνο ως τοπωνύμια. Αναφέρουμε μεταξύ αυτών το χωριό Απλίκιν του Βούλγαρη, το οποίο πολύ πιθανόν να μπορούσε να ταυτιστεί με το Απλίκιν Μαρκίν στα Πάνω Λεύκαρα, όπου υπάρχει ερειπωμένος ναός του Τιμίου Σταυρού. Επίσης, το πάλαι ποτέ χωριό Νικηφόρου και πάλι στα Πάνω Λεύκαρα, όπου υπάρχει η Παναγία του Νικηφόρου. Πολύ πιθανόν η εκκλησία αυτή να μπορούσε ίσως να ταυτιστεί με την Παναγία τη Λειβαδιώτισσα. Σημειώνουμε ακόμη το χωριό Στάθια, όπου υπάρχει ναός της Παναγίας των Ασταθιών ή Ασταθιώτισσας, και το οποίο βρίσκεται κοντά στον Άγιο Θεόδωρο. Το χωριό εγκαταλείφθηκε μετά την επιδημία χολέρας το 1854. Ακόμη, το χωριό Συρκάτης και πάλι κοντά στα Πάνω Λεύκαρα όπου υπάρχει εξωκκλήσι του Αγίου Γεωργίου του Συρκάτη.
Σε κάποια χωριά τα οποία χάθηκαν εξακολουθούν να υπάρχουν ακόμη ίχνη που μαρτυρούν ότι κάποτε ήταν χωριά, όπως για παράδειγμα κάποιες εκκλησίες ή ερείπια εκκλησιών ή και οικιών, ενώ άλλα έχουν επιβιώσει απλώς και μόνο ως τοπωνύμια

Αξίζει να σημειωθεί ότι κάποιες φορές χωριά που υπήρχαν κατά τον 16ο αιώνα όλως περιέργως δεν απαντούν στους βενετικούς καταλόγους με τα χωριά της Κύπρου. Τα ίδια χωριά, ωστόσο, τα συναντούμε σε βενετικές πηγές και για το γεγονός αυτό ίσως θα μπορούσε να δοθεί η ερμηνεία ότι ήταν πάρα πολύ μικρά χωριά των οποίων ο πληθυσμός καταγραφόταν στα μεγάλα χωριά με τα οποία γειτνίαζαν. Τέτοιο παράδειγμα αποτελεί ο Καραβάς που δεν απαντά στη βενετική απογραφή του 1565, γιατί ο πληθυσμός του είχε ενταχθεί σε αυτόν της Λαπήθου. Μια άλλη περίπτωση χωριού που δεν το συναντούμε στους βενετικούς καταλόγους με τα χωριά της Κύπρου είναι το χωριό Vanuglia. Το χωριό αυτό, όπως πληροφορούμαστε από τον Φλώριο Βουστρώνιο, παραχωρήθηκε το 1464 στον Θωμά Δενόρες, γιο του Gaultier, και αργότερα στη Βέρα Τζιμπλέττη (Gibelet), κυρία επί των τιμών της βασίλισσας Αικατερίνης Κορνάρο. Ανέκδοτα βενετικά έγγραφα των ετών 1522 και 1525 αναφέρονται στο χωριό Vanuglia, όταν οι απόγονοι της Βέρας Τζιμπλέττη διεκδίκησαν το φέουδο αυτό ως κληρονομιά από την πρόγιαγιά τους. Μια άλλη παρόμοια περίπτωση είναι το χωριό Άγιος Θωμάς της Σκαρίνου (San Tomaso di Scarino), στο οποίο σώζεται έως σήμερα μια εκκλησία αφιερωμένη στον Άγιο Θωμά. Αν και δεν απαντά στις προαναφερθείσες πηγές, το χωριό αναφέρεται σε μια ανέκδοτη βενετική πηγή του έτους 1534 που έχουμε ανακαλύψει. Η πηγή αυτή μας γνωστοποιεί ότι o Ιωάννης Ανδρέας Συγκλητικός και η αδελφή του Μήδεια Συγκλητικού κατείχαν ως φέουδο το πραστιό (μικρό χωριό) Άγιος Θωμάς της Σκαρίνου.

Μεταξύ αυτών των χωριών που χάθηκαν με την πάροδο των αιώνων και τα οποία ανήκαν κατά τον 16ο αιώνα στο διαμέρισμα του Μαζωτού αναφέρουμε ενδεικτικά τα χωριά Παρσάτα, Πυκνά, Συριάτη ή Συρκάτη, Λατούρου, Άγιο Γεώργιο Μαζωτού, Ζευγαλατιό, Δράπια, Απλάντα κ.ά.

Παρσάτα και Δράπια

Ας ανατρέξουμε στις πηγές για να δούμε τι στοιχεία μας προσφέρουν για το χωριό Παρσάτα ή και Παρσάδα. Το χωριό αυτό του διαμερίσματος του Μαζωτού, το οποίο βρίσκεται κοντά στην Ορά, όπως σημειώνεται στους βενετικούς καταλόγους του 16ου αιώνα, απαντά σε πηγές από τον 14ο έως και τον 16ο αιώνα. Το συναντούμε με ποικίλες μορφές γραφής, όπως Porsades, Porchades, Parzadio, Brazada και Parsada. Συγκεκριμένα η παλαιότερη αναφορά ανάγεται στο έτος 1367 και η πιο πρόσφατη στο 1565. Το 1367, σύμφωνα με μία πηγή, το χωριό Παρσάτα μαζί με τη Μελίνη ανήκαν ως φέουδα στην Ιζαμπέλλα της Αντιοχείας. Αρχικά ο βασιλιάς Ιάκωβος Β' Lusignan χάρισε στον Ιωάννη Cercasso τρία χωριά στο διαμέρισμα του Μαζωτού, την Παρσάτα, τη Μελίνη και την Οδού. O Ιωάννης Cercasso ή Belat ήταν αδελφός του σουλτάνου της Αιγύπτου και αναφέρεται ήδη για πρώτη φορά στις πηγές το 1464 και το 1469. Είχε ως φέουδα το Πάνω και Κάτω Φρέναρος και ζητούσε να τα ανταλλάξει με την Ομορφίτα και το Μεσοκελεύσιον (μεσαιωνική ονομασία του Καϊμακλίου), γιατί μετά από σχετικούς υπολογισμούς κατέληξε ότι τα χωριά αυτά θα του προσέφεραν μεγαλύτερο εισόδημα. Ο ίδιος είχε και τέσσερις γιους που κατείχαν φέουδα, τους: Θωμά, Δομένικο, Πέτρο και Paris και φαίνεται από τα ονόματά τους ότι είχαν ασπασθεί τον χριστιανισμό. Γαμπρός του μαμελούκου φεουδάρχη ήταν ο Calseran Mustatuso που διορίστηκε, μετά από αίτημα του ιδίου του πεθερού του, διοικητής Πεντάγειας για δύο χρόνια.

Το 1464, όμως, ο βασιλιάς Ιάκωβος Β' Lusignan παραχώρησε στον ευνοούμενό του Paul Costa, που ανήκε σε μια οικογένεια που έπαιξε σημαντικό ρόλο στο λατινικό βασίλειο της Ιερουσαλήμ, τα χωριά Παρσάτα και Κάμπο. Τελικά, το χωριό Κάμπος δεν είναι παρά το χωριό Καμπιά, το οποίο σημειώθηκε στο κείμενο παραφθαρμένα. Λίγο μετά, ο φεουδάρχης Costa πέθανε και η χήρα του Κατερίνα Costa κληρονόμησε το μισό χωριό Παρσάτα, ενώ το άλλο μισό πέρασε στην ιδιοκτησία του βασιλιά της Κύπρου. Το 1468 με την καταγραφή των εισοδημάτων του χωριού πληροφορούμαστε για τις ποσότητες και τα είδη των προϊόντων παραγωγής του. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονταν σιτηρά, ελιές, χαρούπια και κρασί. Τέλος, το χωριό απαντά και στον χάρτη του Λεωνίδα Αττάρ του 1542. Στην Παρσάτα υπάρχει ναός αφιερωμένος στην Παναγία την Οδηγήτρια. Κατά τον 19ο αιώνα το χωριό εγκαταλείφθηκε και πολλοί από τους κατοίκους του φαίνεται να μετακινήθηκαν στο γειτονικό χωριό Ορά.

Παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, σύμφωνα με μαρτυρία κατοίκου της Οράς, το γεγονός ότι κάτοικοι από το ίδιο χωριό εις ανάμνηση του χώρου, δηλαδή της Παρσάτας, όπου έζησαν κάποτε οι πρόγονοί τους, συνηθίζουν να μαζεύονται όλοι μια συγκεκριμένη ημερομηνία στο έρημο χωριό και να διασκεδάζουν στην εξοχή.

Το χωριό Δράπια (Drapia), ένα χωριό που επίσης ερημώθηκε με την πάροδο των ετών, γειτνιάζει με την Παρσάτα. Εκτός από τα ερειπωμένα σπίτια που ακόμη υφίστανται, υπάρχει στη Δράπια και εξωκκλήσι αφιερωμένο στον Άγιο Γεώργιο. Η Παρσάτα ήταν οικοδομημένη στον λόφο, ενώ στους πρόποδές του απλωνόταν η Δράπια. Όπως εξάγεται από τις πηγές, κοντά στη Δράπια και συγκεκριμένα στο τοπωνύμιο Ζευγαλατιό υπάρχει εκκλησία της Αγίας Μαρίνας. Όπως προαναφέρθηκε, το Ζευγαλατιό ήταν επίσης ένας οικισμός που έσβησε. Το 1565 το Ζευγαλατιό είχε εξήντα κατοίκους αρσενικού γένους ελεύθερους καλλιεργητές και η Δράπια είχε τριάντα δυο. Ο χώρος του εν λόγω οικισμού φαίνεται ότι είναι μεταξύ Χοιροκοιτίας και Παρσάτας. Η Δράπια αναφέρεται κατά τη Φραγκοκρατία σε έγγραφο του 1367 με εκμισθωτή κάποιο Νικόλαο Romain. Κατά τη Βενετοκρατία σημειώνεται σε όλους τους γνωστούς καταλόγους με τα χωριά της Κύπρου.

Λατούρου

Το χωριό Λατούρου στην περιοχή του Μαζωτού ήταν οικοδομημένο κοντά στην Αλαμινό και αυτό το ίδιο το όνομά του μαρτυρεί ότι είναι φραγκικό. Πρέπει επίσης το χωριό αυτό, αφού φέρει αυτό το όνομα, να ήταν κοντά στον πύργο ακτοφρουράς της Αλαμινού. Το όνομα Λατούρου προέρχεται προφανώς από το φραγκικό la tour που σημαίνει πύργος. Το χωριό Λατούρου ανήκε στους Ναΐτες ιππότες και μετά τη διάλυση του τάγματός τους πέρασε, όπως και άλλα πλούσια φέουδα, στους ιππότες του Αγίου Ιωάννη. Το χωριό Λατούρου αναφέρεται στις πηγές από το 1307 έως το 1550 και, όπως φαίνεται, είχε εγκαταλειφθεί πριν το 1825. Ο οικισμός αυτός δεν απαντά στην απογραφή του 1565 την οποία είχαν διενεργήσει οι Βενετοί και μνημονεύεται μόνο έως το 1550. Ως φέουδο θα ήταν ιδιοκτησία αρχικά του σινεσκάρδου της Κύπρου Φίλιππου Ιβελίνου, αφού κατείχε την Αλαμινό και τη γύρω περιοχή στην οποία βρισκόταν και το χωριό Λατούρου. Στη συνέχεια η Αλαμινός και το χωριό Λατούρου ως βασιλική ιδιοκτησία παραχωρήθηκαν, το 1465, από τον βασιλιά Ιάκωβο Β' Lusignan στον Βενετό Ιωάννη Loredano. Τέλος, το φέουδο το 1491 πέρασε με αγορά στην ιδιοκτησία του Θωμά Συγκλητικού. Στη συνέχεια, το κληρονόμησε ο γιος του Ευγένιος, πρώτος κόμης Rocca, αφού αγόρασε τον εν λόγω τίτλο κομητείας και ακολούθως πέρασε στην ιδιοκτησία του γιου του Μάρκου. Τόσο η Αλαμινός όσο και το Λατούρου συνέχισαν να αποτελούν ιδιοκτησία της οικογένειας των Συγκλητικών έως το 1570, δηλαδή έως το τέλος της βενετικής κυριαρχίας στην Κύπρο. Το χωριό Λατούρου διασώζεται έως σήμερα ως τοπωνύμιο στην περιοχή της Αλαμινού. Τοπωνύμιο επίσης Λατούρου καθώς και τοπωνύμιο Αέρας του Λατούρου υπάρχει στον Μαζωτό.

Αδιαμφισβήτητα η έρευνα προσθέτει νέες σελίδες ακόμη και για τα χωριά μας που χάθηκαν με το διάβα του πανδαμάτορος χρόνου...

Φωτογραφία:Άποψη του πάλαι ποτέ χωριού Παρσάτα

Πολιτική Δημοσίευσης Σχολίων
Οι ιδιοκτήτες της ιστοσελίδας parathyro.politis.com.cy διατηρούν το δικαίωμα να αφαιρούν σχόλια αναγνωστών, δυσφημιστικού και/ή υβριστικού περιεχομένου, ή/και σχόλια που μπορούν να εκληφθεί ότι υποκινούν το μίσος/τον ρατσισμό ή που παραβιάζουν οποιαδήποτε άλλη νομοθεσία. Οι συντάκτες των σχολίων αυτών ευθύνονται προσωπικά για την δημοσίευση τους. Αν κάποιος αναγνώστης/συντάκτης σχολίου, το οποίο αφαιρείται, θεωρεί ότι έχει στοιχεία που αποδεικνύουν το αληθές του περιεχομένου του, μπορεί να τα αποστείλει στην διεύθυνση της ιστοσελίδας για να διερευνηθούν. Προτρέπουμε τους αναγνώστες μας να κάνουν report / flag σχόλια που πιστεύουν ότι παραβιάζουν τους πιο πάνω κανόνες. Σχόλια που περιέχουν URL / links σε οποιαδήποτε σελίδα, δεν δημοσιεύονται αυτόματα.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ
Σιωπηλές κλήσεις

Σιωπηλές κλήσεις

Σιωπηλές κλήσεις

Για τι μιλάμε όταν μιλάμε για τη γλώσσα;

Για τι μιλάμε όταν μιλάμε για τη γλώσσα;

Για τι μιλάμε όταν μιλάμε για τη γλώσσα;