Στη «μετά τη μέθοδο» (post-method) εποχή της διδασκαλίας της αγγλικής γλώσσας, πρωτοπόροι όπως ο Freire, ο Canagarajah, ο Pennycook και ο Kumaravadivelu έχουν συζητήσει εκτενώς τις έννοιες της ισχύος, της ταυτότητας, της φωνής και της δράσης σε σχέση με τη γλώσσα, αμφισβητώντας τις τρέχουσες θεωρίες και πρακτικές διδασκαλίας και μάθησης. Οι στοχαστές αυτοί της εκπαίδευσης, της πολιτικής, του πολιτισμού, της κοινωνιολογίας και της ψυχολογίας επισημαίνουν ότι στο πεδίο της διδασκαλίας της αγγλικής επικρατεί μια αντίληψη με βάση την οποία η γλώσσα περιορίζεται σε ένα σύστημα μετάδοσης μηνυμάτων παραγνωρίζοντας το γεγονός ότι πρόκειται για ένα ιδεατικό και σηματοδοτικό σύστημα που μπορεί ουσιαστικά να καθορίσει τον τρόπο που κατανοούμε τον εαυτό μας και τον κόσμο. Με αυτές τους τις επισημάνσεις έχει αναγνωριστεί η αναγκαιότητα κριτικών προσεγγίσεων στη διδασκαλία και εκμάθηση της αγγλικής ως δεύτερης ή ξένης γλώσσας.
Για να κατανοηθεί γιατί κάποιες στάσεις, αντιλήψεις κ.λπ. στην κοινωνία μας είναι όπως είναι και πώς έφτασαν να είναι κατ’ αυτόν τον τρόπο, ο/η εκπαιδευτικός της γλώσσας πρέπει να τοποθετήσει τη γνώση της γραμματικής, του λεξιλογίου, κ.λπ. στο κοινωνικό, πολιτισμικό και ιστορικο-πολιτικό συγκείμενο. Η διδασκαλία της γλώσσας είναι αδιαμφισβήτητα ιστορικο-πολιτικά τοποθετημένη, κάτι που δεν θα έπρεπε να μας φοβίζει. Ας πάρουμε, λόγου χάρη, ως παράδειγμα το πιο απλό, συχνά επαναλαμβανόμενο, κοινό και φαινομενικά απολιτικό θέμα που καλύπτεται στα βιβλία αγγλικής ως ξένης γλώσσας σε όλα τα επίπεδα (από το Α1 έως το Γ2):
οι οικογένειες (και οι τύποι οικογενειών που παρουσιάζονται). Ανταποκρίνονται στην πραγματική ζωή; Παρουσιάζουν άραγε ποικιλότητα; Χωρίς περιστροφές: ΟΧΙ και ΟΧΙ. Τις περισσότερες φορές παρουσιάζονται μόνο πυρηνικές οικογένειες μέσα σε παραδοσιακά, ετεροκανονιστικά και πατριαρχικά πλαίσια, ενώ άλλοι τύποι οικογενειών, οι μονογονεϊκές, άτεκνες, ομόφυλες, κ.λπ. είναι σχεδόν ανύπαρκτες. Επομένως, η διδασκαλία της αγγλικής έχει πολιτικές εκφάνσεις, ενώ κάθε προσπάθεια να αγνοήσουμε αυτό το γεγονός μπορεί να είναι κοντόφθαλμη, μη ανταποκρινόμενη στην πραγματική ζωή και περιοριστική.
Οι κριτικές προσεγγίσεις στη διδασκαλία της αγγλικής ως δεύτερης ή ξένης γλώσσας λειτουργούν με τη βασική θεωρητική τοποθέτηση ότι η θεματολογία πρέπει να σχετίζεται με τις κοινωνικές, πολιτικές και πολιτισμικές συνθήκες κάθε ομάδας μαθητών/τριών. Τα θέματα διδασκαλίας χρειάζεται για τον λόγο αυτό να τοποθετούνται σε τοπικό πλαίσιο και πρέπει να ανταποκρίνονται στις ανάγκες των μαθητών/τριών στην κοινωνία στην οποία ζουν. Έτσι, ανά πάσα στιγμή, θέμα στο μάθημα μπορεί να γίνει το οτιδήποτε: μια ταινία, ένα άρθρο, μια ηρωίδα, ένας καλλιτέχνης, μια πολιτικός, οι τοποθετήσεις ενός γνώριμου προσώπου, π.χ. ενός ιερέα, κ.ά. Κατανοώντας ότι οι κοινωνίες μπορεί να είναι στην πραγματικότητα άνισες και άδικες, οι κριτικές προσεγγίσεις στη διδασκαλία της δεύτερης και ξένης γλώσσας επικεντρώνονται στη σχέση μεταξύ της εκμάθησης γλώσσας και της κοινωνικής αλλαγής. Όταν το γλωσσικό μάθημα γίνεται ένα πεδίο όπου οι μαθητές και οι μαθήτριες κατανοούν τις δικές τους ταυτότητες και τις δικές τους κοινωνίες, κοινότητες κ.λπ., συγκρίνοντας και αντιπαραβάλλοντάς τες με άλλες ταυτότητες, κοινωνίες κ.λπ., η κατακτώμενη γλώσσα μετατρέπεται σε κάτι περισσότερο από ένα σύστημα μετάδοσης μηνυμάτων· μεταμορφώνεται σε κάτι που ενδυναμώνει και κινητοποιεί. Με το να τίθενται στη διδασκαλία προβλήματα και προβληματισμοί, ερωτήσεις και ανησυχίες σχετικά με το status quo της τοπικής μας κοινωνίας καθώς και άλλων κοινωνιών, συμπεριλαμβανομένων κοινωνικών, πολιτισμικών, πολιτικών, ιστορικών κ.λπ. θεμάτων, οι μαθητές/τριες ενθαρρύνονται να αποκτήσουν επίγνωση της κοινωνίας στην οποία ζουν. Αυτή η επίγνωση όμως είναι αυτό ακριβώς που προωθεί τη συμμετοχή στην κοινωνία, την κοινότητα και την πολιτική. Είναι αυτό που τους/τις ενδυναμώνει.
Η Κριτική Παιδαγωγική στη διδασκαλία της αγγλικής δεν περιορίζεται στην εύρεση και ανάπτυξη του μέσου της φωνής, αλλά αφορά την εύρεση και την ανάπτυξη δυνατοτήτων άρθρωσης λόγου (Pennycook, 2001). Οι μαθητές/τριες πρέπει να καλούνται να είναι ενεργά και κριτικά μέλη μέσα σε μια τάξη, να κρίνουν και να αμφισβητούν τις κοινωνικές συνθήκες και να αποκτούν κοινωνικοπολιτική συνειδητότητα, με το να αποδομούν και να διαπραγματεύονται την πραγματικότητά τους. Με άλλα λόγια, είναι εξίσου σημαντικό να διδάξουμε στους μαθητές και στις μαθήτριες τον τρόπο διεκδίκησης των δικαιωμάτων τους στην κοινωνία και τον κόσμο στην αγγλική, όσο είναι και να τους βοηθήσουμε να αναπτύξουν τις γλωσσικές ικανότητές τους σε αυτήν.
Δημήτρης Ευριπίδου, Γλωσσολόγος, Πανεπιστήμιο Frederick
Πολιτική Δημοσίευσης Σχολίων
Οι ιδιοκτήτες της ιστοσελίδας parathyro.politis.com.cy διατηρούν το δικαίωμα να αφαιρούν σχόλια αναγνωστών, δυσφημιστικού και/ή υβριστικού περιεχομένου, ή/και σχόλια που μπορούν να εκληφθεί ότι υποκινούν το μίσος/τον ρατσισμό ή που παραβιάζουν οποιαδήποτε άλλη νομοθεσία. Οι συντάκτες των σχολίων αυτών ευθύνονται προσωπικά για την δημοσίευση τους. Αν κάποιος αναγνώστης/συντάκτης σχολίου, το οποίο αφαιρείται, θεωρεί ότι έχει στοιχεία που αποδεικνύουν το αληθές του περιεχομένου του, μπορεί να τα αποστείλει στην διεύθυνση της ιστοσελίδας για να διερευνηθούν. Προτρέπουμε τους αναγνώστες μας να κάνουν report / flag σχόλια που πιστεύουν ότι παραβιάζουν τους πιο πάνω κανόνες. Σχόλια που περιέχουν URL / links σε οποιαδήποτε σελίδα, δεν δημοσιεύονται αυτόματα.