Προσπαθώ να σκεφτώ πόθθεν να ξεκινήσω να γράφω για τη σχέση μου με τη διχοτόμηση, αλλά εν βρίσκω την άκρα. Εν σαν την άκρη μιας ενός κουβαρκου, που ενώ την αναγνωρίζω που μακριά, όταν την πλησιάζω ποτυλίεται σαν την κουφή τζιαι απομακρύνεται που μένα βιαστικά. Σαν μεσήλικες την τρίτη δεκαετία του 21ου αιώνα, έχουμε βίους παράλληλους με τον πόλεμο τζιαι τη διχοτόμηση του νησιού. Εν μπορώ να σκεφτώ ένα σημείο της ζωής μου στο οποίο δεν είχα μια σημαντική εμπειρία ή ανάμνηση με την πράσινη γραμμή.
Ξεκινώ που το δημοτικό. Θυμούμαι που εκάμναμε γιορτούλες, μαζεμένοι στο προαύλιο του σχολείου. Δεν ήταν υπερπαραγωγές όπως σήμερα. Θυμάμαι ότι ήταν συχνές, μικρές τζιαι γκρίζες. Έκαμνε μια ομιλία ο διευθυντής, πάντα με επίκεντρο την σκλαβωμένη μας πατρίδα τζιαι συνεχίζοντας με το θέμα της εκάστοτε μέρας, είτε τζείνο ήταν η 25η Μαρτίου για παράδειγμα, είτε τζείνο ήταν τα Χριστούγεννα. Χαρακτηριστικά, θυμάμαι μια χρονιά που ένας συμμαθητής μας της έκτης τάξης ανέβηκε στο πάλκο για να μας πει συνθήματα για να επαναλάβουμε. Εφώναξε, «Η Κύπρος είναι Ελληνική» τζιαι εμείς που κάτω επαναλάβαμε «Η Κύπρος είναι Ελληνική». Εφώναξε, «Έξω οι Τούρκοι από την Κύπρο» τζιαι εμείς επαναλάβαμε «Έξω οι Τούρκοι από την Κύπρο». Εφώναξε «Ένας είναι ο εχθρός, ο Ντενκτάς ο φαλακρός», τζιαι πριν προλάβουμε να επαναλάβουμε, εδιέκοψά μας ο διευθυντής. «Δεν είναι όμορφο να λέμε φαλακρός, να το αλλάξουμε σε πονηρός νομίζω». Τζιαι έτσι εμείς εφωνάξαμε με όση δύναμη είχαμε στο στήθος μας «Ένας είναι ο εχθρός, ο Ντενκτάς ο πονηρός». Εν εκατάλαβα τι τον ενόχλησε στο σύνθημα τζιαι ήθελε το αλλάξουμε. Σωρός τα μισαλλόδοξα συνθήματα που ακούαμε τζιαι εφωνάζαμε, επείραξέν τον το φαλακρός; Μετά που χρονιά εσυνειδητοποίησα ότι ίσως ενοχλήθηκε επειδή ήταν ο ίδιος φαλακρός τζιαι οι δικές του ανασφάλειες επροβάλλονταν στο πρόσωπο του ηγέτη των κατεχομένων.
Όταν ήμουν γυμνάσιο, επηαίναμε στην αντικατοχική διανυκτέρευση. Νομίζω ήταν μες το φθινόπωρο την επέτειο της ανακήρυξης του ψευδοκράτους. Εμαζευκούμαστε όλοι στην περιοχή του Λήδρα Πάλλας την προηγούμενη νύχτα. Άμα λαλώ ούλλοι, εννοώ εκατοντάδες έφηβοι που διάφορα μέρη της Κύπρου. Εκάμναμε αυτοσχέδιες κατασκηνώσεις, παρέες, παρέες. Μπουλούκια διάσπαρτα στην τότε σχεδόν εγκαταλελειμμένη περιοχή κοντά στο παλιό νοσοκομείο. Μια χρονιά, εμπήκαμε σε ένα παλιό κτήριο τζιαι επιάσαμε κάτι σαπισμένα παραθυρόφυλλα τζιαι ανάψαμέ τα για να ζεσταθούμε. Την ίδια χρονιά, όταν εξημέρωσε, εσμίξαμε ούλλα τα μπουλούκια σε μια εφηβική θάλασσα, με αρχηγούς τους αντιπροσώπους τον μαθητικών οργανώσεων (σήμερα οι παραπάνω είναι είτε βουλευτές, είτε εκπρόσωποι κομμάτων, είτε μεγαλοδημοσιογράφοι). Στην πορεία μας προς το οδόφραγμα του Λήδρα Πάλλας, εφωνάζαμε συνθήματα όπως «Τα σύνορά μας είναι στην Κερύνεια» τζιαι ετραγουδούσαμε το «Καρτερούμε μέρα, νύχτα να φυσήσει ένας αέρας». Στα δεξιά του δρόμου, εν η πράσινη γραμμή μέσα στην τάφρο των τειχών της Λευκωσίας. Απέναντι θυμάμαι κάποιους ζωσμένους κόκκινες σημαίες να κρούζουν σταυρούς τζιαι να φωνάζουν ακαταλαβίστικα συνθήματα. Έφυα τρομαγμένος όταν έσφιξαν τα πράματα τζιαι αρχίσαν να ανταλλάζουν πέτρες μαζί μας.
Στον στρατό, ήμουν στο ΚΕΝ Λάρνακας. Τότε είσιεν έρτει εντολή που το υπουργείο να σταματήσουν τα βάρβαρα συνθήματα. Είσιεν έναν μόνιμο λοχία που μας έβαλλε σειρά τον ένα πίσω που τον άλλο να κάμνουμε τροχάδην τα πρωινά. Μπροστά τζείνος τζιαι πίσω εμείς. Εφώναζε τζιαι εμείς επαναλαμβάναμε «Τούρκοι, Τούρκοι θα πεθάνετε. Μπροστά στη γαλανόλευκη θα γονατίσετε.» Τζιαι «Τούρκε, σκύλε, άπιστε, λόκατζιη έχεις σκοτώσει και απ’ το μαχαίρι του νεκρού κανείς δεν θα σε σώσει». Όταν του έκαμαν παρατήρηση ότι τούτα τα συνθήματα απαγορεύονται, απάντησε «Αν έσιει κότσια ο υπουργός να έρθει να με αναγκάσει να σταματήσω ο ίδιος. Εγεμώσαμε Τουρκοσπορους δαμέσα.»
Το 2003 ανοίξαν τα οδοφράγματα. Ουρές με χιλιάδες Ελληνοκύπριους να περιμένουν να περάσουν απέναντι. Να δουν μετά που σχεδόν 30 χρόνια, ξανά τα σπίθκια τους, τους φίλους τους. Τζιαι εγώ ένας που τζείνους. Μαζί με τον φίλο μου τον Σάββα, επεριμέναμε 6 ώρες στο οδόφραγμα της Πύλας για να περάσουμε τη γραμμή τζιαι να πάμε για πρώτη φορά στο Πρασκειό Αμμοχώστου, να δούμε το σπίτι της μάμας του. Θυμάμαι ένα χωριό ξεχασμένο στον χρόνο. Ένα χωριό που ούλλα εσταμάτησαν 30 χρόνια πριν. Σε έναν δρόμο χωρίς πεζοδρόμιο, εκαμάμε στάση σε ένα δημοτικό σχολείο. Στο πίσω μέρος της αυλής, μια ερειπωμένη οικοδομή. Στον τοίχο της έγραφε με ξεθωριασμένα, μπλε γράμματα «Ελλάς, Κύπρος, Ένωσις» τζιαι λίγο παραπέρα «Ζήτω ο Μακάριος». Όσο ξένο τζιαι αν μου φάνηκε τότε το σύνθημα, ένιωσα ότι υπήρχε ακόμα ελπίδα. Ένιωσα ότι υπήρχαν διάσπαρτα σημάδια, σαν τα ξεχασμένα αγριόχορτα, που εφωνάζαν τα γεγονότα του παρελθόντος τζιαι τα λάθη που δεν έπρεπε να ξανακάμουμε.
Το 2008 έβλεπα τηλεόραση με τη γυναίκα μου. Ερώτησέ με εάν πραγματικά πιστεύκω ότι ο Χριστόφιας μπορεί να λύσει το πρόβλημα. Απάντησα ότι αν δεν μπορεί ο Χριστόφιας με τον Ταλάτ, τότε δεν μπορεί κανένας. Ήμουν σίγουρος ότι δυο φίλοι τζιαι σύντροφοι, δυο συναγωνιστές τζιαι υποστηρικτές της λύσης, θα τα έβρισκαν μεταξύ τους. Έβλεπα διαδηλώσεις στην κατεχόμενη Λευκωσία. Το σύνθημα ήταν «Kibris’ ta baris, engellenemez» που σημαίνει «Η ειρήνη στην Κύπρο δεν θα εμποδιστεί». Επροσπάθησα πάρα πολλά τότε να ανοίξω δρόμους τζιαι να χτίσω γέφυρες μαζί με άλλους ομοϊδεάτες μου, για να βοηθήσω να μπει το νερό στο αυλάκι. Αλλά η ειρήνη τελικά εμποδίστηκε.
Τα τελευταία 10 χρόνια, εκατάλαβα ότι τα συνθήματα εν όφτσιερα που νόημα. Η ειρήνη, είπα, τζιαι η λύση έρκεται μέσα που τες πολιτικές συμφωνίες τζιαι ότι ίσως τόσα χρόνια υπήρχαν πολλά λόγια αλλά δεν υπήρχε το έδαφος τζιαι η ουσία. Επρόσπάθησα με την ψήφο μου να κουντήσω τα πράματα στη σωστή κατεύθυνση. Όταν οι Τουρκοκύπριοι εξέλεξαν τον Ακιντζί, ένιωσα ότι τα πράματα εμπήκαν σε μια τροχιά. Τελικά, τζιαι τζιαμαί κάπου επήεν στραβά το πράμα. Κάπου, κάποιος έκλωσε.
Μετά τζιαι που τες τελευταίες εκλογές, σταμάτησα να έχω ελπίδα. Τα συνθήματα, πλέον υπόκωφα, μπάσα τζιαι μακρινά στο πίσω μέρος του μυαλού μου. Δεν με συγκινούν, δεν με ξεσηκώνουν. Νιώθω να εκουράστηκα, επαραιτήθηκα. Νιώθω ότι σύνθημα, με το σύνθημα η ελπίδα μέσα μου επέθανε τζιαι το μόνο που μένει τώρα εν μια πληγή που το μόνο που μπορώ να κάμω είναι να την αγνοήσω τζιαι να προχωρήσω τη ζωή μου. Τούτη η χώρα δεν θα αλλάξει, τούτος ο λαός δεν θα έβρει τη λύτρωση, τούτος ο τόπος θα καρτερά πολλά χρόνια ακόμα να φυσήσει ένας αέρας. Τζιαι μπορεί να μεν φυσήσει τζιαι ποττέ.
ΕΙΚΟΝΑ:Γκράφιτι του καλλιτέχνη TWENTY THREE