Της Παναγιώτας Θεμιστοκλέους*
«Ήταν εντυπωσιακή η ευχέρεια με την οποία τα παιδιά άρχισαν να επικοινωνούν μεταξύ τους. Οι πιο πολλοί δεν είχαν δει άλλο κωφό παιδί κι όμως σε λίγες μέρες δημιούργησαν μια γλώσσα με εκφραστικές χειρονομίες, στην οποία εκφράζονταν και αφηγούνταν τις ιστορίες τους και πολλές φορές ξεσπούσαν σε τρανταχτά γέλια» [Γεώργιος Μάρκου - πρώτος διευθυντής Σχολής Κωφών].
Και εγένετο η Κυπριακή Νοηματική Γλώσσα.
Η Κυπριακή Νοηματική Γλώσσα (ΚΝΓ) έχει ημερομηνία εμφάνισης, αφού τα πρώτα της ψήγματα άρχισαν να παράγονται με την ίδρυση της Σχολής Κωφών το 1953, η οποία στεγάστηκε στο πρώην απομονωτήριο, ένα παλιό κτήριο στον Λόφο του Λιονταριού, κοντά στην Αγορά Αγίου Αντωνίου στη Λευκωσία, όπου, με πρωτοβουλία του Γεώργιου Μάρκου, δημιουργήθηκε η πρώτη μεικτή ομάδα Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων κωφών μαθητών. Οι Τ/Κ μαθητές το 1963 αποχωρούν από τη σχολή, λόγω των δικοινοτικών ταραχών, οπότε σταδιακά δημιουργούν νοήματα της αντίστοιχης ΝΓ, με τεράστιες επιρροές, πολύ αργότερα, από την τουρκική ΝΓ.
Η φυσική ανάγκη των κωφών της Κύπρου για αποτελεσματική μεταξύ τους επικοινωνία, ξεπέρασε τα αυστηρά εκπαιδευτικά πλαίσια, που επέβαλλαν την προφορική μέθοδο (δηλαδή την αποκλειστική χρήση της προφορικής γλώσσας, της λεκτικής επικοινωνίας, ως τον μόνο τρόπο επικοινωνίας τους), ώστε, κυρίως στο οικοτροφείο της σχολής, όπου διέμεναν, να αρχίσουν να δημιουργούν τα πρώτα κοινώς αναγνωρίσιμα νοήματα (τα οποία διέφεραν μεταξύ τους, αναλόγως π.χ. της χειρομορφής, της κίνησης και της κατεύθυνσης του χεριού ή της παλάμης, του νοηματικού χώρου κ.ά.). Βέβαια, όσο αυξάνονταν οι εμπειρίες και οι ανάγκες για επικοινωνία αυτά πολλαπλασιάζονταν, ώστε η ΚΝΓ να έρθει από τα κάτω και να δημιουργηθεί από τους φυσικούς της χρήστες. Και αυτή, εν τέλει, να αποτελέσει το βασικό στοιχείο της κουλτούρας τους, ώστε σήμερα η κοινότητα των κωφών να αποτελεί, χάρη σε αυτή, γλωσσική μειονότητα.
Όντας οπτικοί, οι κωφοί μετέφεραν στα χέρια τους το κάθε τι που επιθυμούσαν να αποδώσουν, ώστε αυτά να σχηματίζουν-νοηματίζουν το νόημα-έννοια της κάθε λέξης που ήθελαν να εκφράσουν. Γι' αυτό, εξάλλου, δεν ισχύει η εντύπωση πως η κυπριακή και η ελληνική ΝΓ είναι η ίδια γλώσσα με ορισμένες μεταξύ τους διαφορές (κατ' αναλογία προς την αντίληψη για το τι ισχύει στην προφορική γλώσσα) και ούτε ισχύει ότι η ΝΓ είναι μία και κοινή για όλους τους κωφούς ανά το παγκόσμιο. Και αυτό γιατί η κάθε κοινότητα κωφών δημιουργεί τα νοήματα με βάση τις οπτικές της εμπειρίες, την κουλτούρα και τον πολιτισμό της χώρας από την οποία προέρχεται καθώς και τις ανάγκες και το κοινωνικό πλαίσιο στο οποίο είναι ενταγμένη (γι' αυτό και σε μεγαλύτερες σε έκταση χώρες έχουν ήδη καταγραφεί και διάλεκτοι των νοηματικών τους γλωσσών).
Με την πάροδο των χρόνων, και ενώ η εκπαίδευση των κωφών της Κύπρου ενισχυόταν, η άμεση ανάγκη για εμπλουτισμό της γλώσσας και για δανεισμό νοημάτων ήταν πιο δυνατή από ποτέ, ώστε σήμερα η κυπριακή ΝΓ να έχει κοινά στοιχεία κυρίως με την αμερικανική και την ελληνική Νοηματική Γλώσσα. Τον εμπλουτισμό της επιβάλλει και η συνεχής εμφάνιση νέων όρων ευρείας χρήσης και από την κοινότητα, ώστε οι κωφοί συχνά να προχωρούν στην παραγωγή νέων νοημάτων, τα οποία διαχέονται σταδιακά στην κοινότητα και ενσωματώνονται στο υφιστάμενο λεξιλόγιο. Και, προφανώς, το στάτους της ως πλήρους γλώσσας και όχι ως κώδικα επικοινωνίας προϋποθέτει, πέρα από το λεξιλόγιο, τους δικούς της γραμματικούς κανόνες που ορίζουν τη φωνολογική, μορφολογική και συντακτική της δομή. Συνεπώς, δεν είναι δόκιμη η πιστή απόδοση από την προφορική στη νοηματική και το αντίστροφο, αφού, πέραν των πιο πάνω, η εκφορά ιδιωματισμών αλλά και άλλων στοιχείων την καθιστούν μια από τις δεκάδες επίσημα αναγνωρισμένες νοηματικές γλώσσες.
Εν τω μεταξύ, η ίδια η κοινότητα, σε συνεργασία με άλλους φορείς, αντιλαμβανόμενη την αξία και ισοδυναμία της ΚΝΓ με τις προφορικές και έχοντας την ανάγκη για κατοχύρωση και αναγνώρισή της ως την επίσημη γλώσσα των κωφών της Κύπρου, πέτυχε το 2006 την ψήφιση του περί Αναγνώρισης της Κυπριακής Νοηματικής Γλώσσας Νόμου. Ο νόμος αυτός μεταξύ άλλων προνοούσε την καταγραφή της, η οποία και ολοκληρώθηκε το 2011 με τη δημοσίευση τριών εκπαιδευτικών προϊόντων: του Εννοιολογικού Λεξικού για την ΚΝΓ, της Γραμματικής Παραδοσιακού Τύπου της ΚΝΓ και της Επικοινωνιακής Γραμματικής της ΚΝΓ.
Σήμερα, η ΚΝΓ χρησιμοποιείται είτε ως πρώτη είτε ως δεύτερη γλώσσα επικοινωνίας, ενώ η ανάγκη για διάδοση και χρήση της για σκοπούς επικοινωνίας και προσβασιμότητας των κωφών ατόμων στην πληροφόρηση, την ενημέρωση, την ψυχαγωγία κ.ά., οδήγησε στην ένταξη προγραμμάτων διδασκαλίας της από διάφορους φορείς.
*Ειδικής επιστήμονα Διδασκαλίας της Κυπριακής Νοηματικής Γλώσσας, Κέντρο Γλωσσών - Πανεπιστήμιο Κύπρου, Διερμηνέας Κυπριακής Νοηματικής Γλώσσας.
Εικόνα: Το χέρι ως χορογραφημένο σώμα. Στιγμιότυπο από το Hand Movie (1966), της Yvonne Rainer.