Έξι μέρες μετά την έναρξη των επεισοδίων και των διαδηλώσεων που έχουν βάλει την Κωνσταντινούπολη στα πρωτοσέλιδα του διεθνούς Τύπου, ο νομπελίστας συγγραφέας Ορχάν Παμούκ αποφάσισε να λύσει την σιωπή του και να τοποθετηθεί όσον αφορά τα γεγονότα που συγκλονίζουν την γενέτειρά του, Κωνσταντινούπολη.
Άρθρο του δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Χουριέτ, στο οποίο ο πιο αναγνωρισμένος Τούρκος συγγραφέας της σύγχρονης λογοτεχνίας μιλά για μια δική του ανάμνηση και την συσχετίζει με τις διαδηλώσεις στην Πλατεία Ταξίμ ενώ θίγει την ροπή της κυβέρνησης Ερντογάν προς τον απολυταρχισμό.
«Για να αντιληφθούμε τις διαδηλώσεις στην Πλατεία Ταξίμ, στην Κωνσταντινούπολη αυτή τη βδομάδα, και για να καταλάβουμε αυτούς τους γενναίους ανθρώπους που βρίσκονται στους δρόμους, μάχονται έχοντας απέναντί τους την αστυνομία και πνίγονται στα δακρυγόνα, θα ήθελα να μοιραστώ μια προσωπική ιστορία. Στο βιβλίο μου «Ιστανμπούλ»* έγραψα για τη ζωή της οικογένειάς μου στα διαμερίσματα που απάρτιζαν το μπλοκ διαμερισμάτων των Παμούκ στο Νισάντασι. Μπροστά απ' αυτό το κτήριο, έστεκε μια 50χρονη καρυδιά, η οποία είναι, ευτυχώς, ακόμη εκεί.
Το 1957, το Δημαρχείο αποφάσισε να κόψει το δέντρο για τη διαπλάτυνση του δρόμου. Οι αλαζόνες γραφειοκράτες και αυταρχικοί κυβερνώντες αγνόησαν την αντίθεση της γειτονιάς. Όταν έφτασε η ώρα να κόψουν το δέντρο, η οικογένειά μας πέρασε ολόκληρη τη μέρα στο δρόμο και το φυλάγαμε με βάρδιες. Έτσι, όχι μόνο προστατέψαμε το δέντρο αλλά δημιουργήσαμε και μια κοινή ανάμνηση, την οποία ολόκληρη η οικογένεια ακόμη αναπολεί με ευχαρίστηση και η οποία μας φέρνει πιο κοντά.
Σήμερα, η Πλατεία Ταξίμ είναι η καρυδιά της Κωνσταντινούπολης. Ζω στην πόλη εδώ και 60 χρόνια και δεν μπορώ να φανταστώ ούτε έναν/μια κάτοικό της που να μην έχει έστω μια ανάμνηση που να τον/την συνδέει με την Πλατεία Ταξίμ. Στα 1930, οι παλιοί στρατώνες που τώρα η κυβέρνηση θέλει να μετατρέψει σε εμπορικό κέντρο, περιελάμβαναν ένα μικρό γήπεδο ποδοσφαίρου που φιλοξενούσε επίσημους αγώνες.
Το διάσημο κλαμπ Ταξίμ Καζίνο, επίκεντρο της νυχτερινής ζωής της Κωνσταντινούπολης στα 1940-1950, ήταν στη γωνιά του πάρκου Γκεζί.
Αργότερα, κτήρια κατεδαφίστηκαν, δέντρα κόπηκαν, νέα δέντρα φυτεύτηκαν και μια σειρά από καταστήματα -μαζί και η διασημότερη γκαλερί τέχνης στην Κωνσταντινούπολη- ανεγέρθηκαν στην μια πλευρά του πάρκου.
Στα 1960, ονειρευόμουν πως θα γίνω ζωγράφος και θα εκθέτω τα έργα μου σ' αυτή την γκαλερί.
Τη δεκαετία του '70, η Πλατεία ήταν χώρος φιλοξενίας για τους ενθουσιώδεις εορτασμούς της Εργατικής Πρωτομαγιάς, καθοδηγούμενους από τα αριστερά συνδικαλιστικά κινήματα και μη κυβερνητικές οργανώσεις. Για κάποιο διάστημα, συμμετείχα σε αυτές τις συγκεντρώσεις. [Το 1977, 42 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους όταν προκλήθηκαν βίαια επεισόδια και ακολούθησε χάος.] Στη νιότη μου, παρακολουθούσα με περιέργεια και ευχαρίστηση όλα τα πολιτικά κόμματα -της Δεξιάς και της Αριστεράς, τους εθνικιστές, τους συντηρητικούς, τους σοσιαλιστές και τους σοσιαλδημοκράτες- να πραγματοποιούν συλλαλητήρια στην Πλατεία Ταξίμ.
Φέτος, η κυβέρνηση απαγόρευσε τους εορτασμούς της Εργατικής Πρωτομαγιάς στην πλατεία. Όσο για τους στρατώνες, όλοι στην Κων/πολη γνώριζαν πως θα μετατρέπονταν σε εμπορικό κέντρο, στον μοναδικό χώρο πρασίνου που απέμεινε στο κέντρο της πόλης.
Η απόφαση να φέρει τόσο ριζικές αλλαγές σε μια πλατεία και ένα πάρκο που αποτελούν τόπο αναμνήσεων εκατομμυρίων ανθρώπων, χωρίς να συμβουλευτεί τους κατοίκους της Κων/πολης, ήταν ένα σοβαρό λάθος της κυβέρνησης Ερντογάν. Αυτή η συμπεριφορά μηδενικής ευαισθησίας, αντικατοπτρίζει ξεκάθαρα την ροπή της κυβέρνησης προς τον απολυταρχισμό. [Tο ιστορικό της Τουρκίας σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι αυτή την στιγμή χειρότερο απ' όσο την τελευταία δεκαετία.]
Με γεμίζει, όμως, με ελπίδα και πίστη να βλέπω πως ο κόσμος της Κων/πολης δεν εγκαταλείπει αμαχητί το δικαίωμά του στην πολιτική διαμαρτυρία στην Πλατεία Ταξίμ, ούτε ξεχνά τις αναμνήσεις του.