Παράθυρο logo
Αναστολή σημαίνει κατάργηση, λέει το Ίδρυμα Πολιτισμού Κύπρου για το Μέγαρο
Δημοσιεύθηκε 04.11.2013
Αναστολή σημαίνει κατάργηση, λέει το Ίδρυμα Πολιτισμού Κύπρου για το Μέγαρο

Αναστολή του Μεγάρου Πολιτισμού ισοδυναμεί με κατάργησή του, αναφέρει σε ανακοίνωσή του το Ίδρυμα Πολιτισμού Κύπρου, απαντώντας στα δημοσιεύματα των τελευταίων ημερών.


Στην ανακοίνωση, το Ίδρυμα εισηγείται την άμεση ένταξη του έργου στα Ευρωπαϊκά Διαρθρωτικά Ταμεία και ισχυρίζεται ότι η υλοποίηση του έργου δεν θα στοιχίσει ούτε σεντ στην Κύπρο.


Αναφέρεται, δε, ότι το κόστος των 4 εκατ. ευρώ ανά έτος για τη λειτουργία του Μεγάρου δεν είναι τίποτα μπροστά στα 7 δισ. ευρώ του κρατικού προϋπολογισμού αλλά και αν είναι, μπορεί να μειωθεί ακόμη και κατά το ήμισυ.


Ακολουθεί αυτούσια η ανακοίνωση:



Τις τελευταίες ημέρες το θέμα του Μεγάρου Πολιτισμού και του μέλλοντός του απασχόλησε επιτροπές της Βουλής και δημοσιεύματα στον Τύπο.


Σχετικά με τα πιο πάνω το Ίδρυμα Πολιτισμού Κύπρου επιθυμεί να δηλώσει τα ακόλουθα: Όπως έχουμε αρμοδίως ενημερωθεί, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, δεν υπάρχει κοινή θέση, είτε προφορικώς είτε εγγράφως, των υπουργείων Οικονομικών και Παιδείας και Πολιτισμού σε σχέση με το μέλλον του Μεγάρου ενόψει της συζήτησης του θέματος από το Υπουργικό Συμβούλιο.


Συνεπώς, έγγραφο που είδε το φως της δημοσιότητας δεν είναι δυνατό, όπως προβάλλεται ισχυρισμός, να εκφράζει τα δύο υπουργεία.


Η άποψη για αναστολή του Έργου και μάλιστα μέχρι το 2020, ισοδυναμεί με κατάργησή του.


Και αυτό γατί, σε μια τέτοια περίπτωση, ολόκληρος ο σχεδιασμός του Έργου θα ανατραπεί, η εργασία που πραγματοποιήθηκε μέχρι τώρα θα αχρηστευτεί και οι μελετητές και άλλοι συνεργάτες θα αντιδράσουν. Σε περίπτωση που αποφασιστεί το Έργο να υλοποιηθεί στο απώτερο μέλλον, το κόστος θα είναι τουλάχιστον διπλάσιο.


Στην πραγματικότητα υπάρχουν δύο επιλογές: Είτε άμεση υλοποίηση του Έργου  χωρίς οποιοδήποτε κόστος για το κράτος είτε ακύρωση του με απώλεια πέραν των €20 εκ.


Η εικόνα που εντέχνως προβάλλεται, ότι η αναστολή – ακύρωση του Έργου θα αποφέρει οικονομικά οφέλη στο κράτος είναι εντελώς παραπλανητική. Η πραγματικότητα είναι ακριβώς η αντίθετη. Δηλαδή, είτε δεν θα γίνει το Έργο και θα χαθούν για πάντα πέραν των €20 εκ. είτε το Έργο θα υλοποιηθεί χωρίς να δαπανηθεί ούτε ένα σεντ επιπλέον από το κράτος. Και αυτό γιατί,  σε περίπτωση αναστολής – ακύρωσης, θα χαθούν όλες οι δαπάνες που έγιναν από το κράτος μέχρι τώρα για το σχεδιασμό και τις άλλες ανάγκες του Έργου. Επιπλέον οι σχεδιαστές και άλλοι συνεργάτες θα διεκδικήσουν αποζημιώσεις πολλών εκατομμυρίων. Το συνολικό ποσό που θα απολεσθεί θα υπερβεί τα €20 εκ.

Αντίθετα, αν το Έργο ενταχθεί στα Ευρωπαϊκά Διαρθρωτικά Ταμεία, θα εξασφαλιστεί από αυτά, όπως έχει ήδη δεσμευτεί η Ευρώπη, το 85% του συνολικού κόστους.


Το υπόλοιπο 15%, που αναλογεί στην κυπριακή πλευρά, έχει ήδη δαπανηθεί ή εκταμιευθεί. Συνεπώς δε χρειάζεται το κυπριακό κράτος να καταβάλλει καμία δαπάνη για να γίνει το Έργο.

Όπως έχει αναφερθεί στη Βουλή, η δημιουργία του Μεγάρου Πολιτισμού περιλαμβάνεται στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Αειφόρος Ανάπτυξη 2007 – 2013 για συγχρηματοδότηση από τα Διαρθρωτικά Ταμεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.  Με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου 28/2/2007, το Έργο εγκρίνεται ως Μεγάλο Έργο (ήταν μάλιστα το μοναδικό) με χρηματοδότηση 85% από τα ευρωπαϊκά ταμεία.

Όπως αποκάλυψε πρόσφατα στην κοινοβουλευτική Επιτροπή Ελέγχου ο Έφορος Εσωτερικού Ελέγχου της Δημοκρατίας, μέχρι τώρα έχει απορροφηθεί μόνο το 55% του ποσού που δικαιούται η Κύπρος από τα Διαρθρωτικά Ταμεία για την περίοδο 2007 – 2013.


Δηλαδή, ενώ απομένουν μόνο δύο μήνες για να λήξει η προγραμματική περίοδος των Διαρθρωτικών Ταμείων, παραμένουν γύρω στα €300 εκ. αδιάθετα.


Και όμως, το Μέγαρο Πολιτισμού, ενώ δαπανήθηκαν εκατομμύρια, ουδέποτε εντάχθηκε για να αρχίσει η αξιοποίηση από την Κύπρο των διαθέσιμων κονδυλίων των ταμείων. Και αυτό παρά τις αποφάσεις δύο συνεχών κυβερνήσεων, τις διακηρύξεις δύο Προέδρων και τις υποδείξεις των αρμοδίων υπουργών.

Να σημειωθεί ότι το Έργο είναι από καιρό ώριμο για να ενταχθεί, τα κατασκευαστικά σχέδια είναι έτοιμα από τεσσάρων και πλέον χρόνων, και στις 7 Ιουλίου 2009 εγκρίθηκαν από την κυβέρνηση, ενώ ο ίδιος ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης J. Almunia με επιστολή του 8/11/2011 προς την κυβέρνηση, δήλωνε την πλήρη υποστήριξη της Ευρώπης για το Έργο και την πρόθεση της να το χρηματοδοτήσει κατά 85%.

Όλα αυτά τα χρόνια, αντί της άμεσης ένταξης του Έργου, το Ίδρυμα Πολιτισμού Κύπρου, με πλήρη ευθύνη κάποιων υπηρεσιών, υποβάλλεται σε ένα συνεχές μαρτύριο και με διάφορες προφάσεις και δικαιολογίες γίνεται στόχος ενός απίστευτου εμπαιγμού με μοναδικό στόχο να μην υλοποιηθεί ποτέ το Έργο.

Όπως έχει ήδη ανακοινωθεί, στα ευρωπαϊκά ταμεία θα υπάρχουν για την περίοδο 2014 – 2020 €874 εκ. διαθέσιμα  για χρηματοδότηση έργων στην Κύπρο και μάλιστα η ευρωπαϊκή συμμετοχή μπορεί να ανέλθει μέχρι και 95%.


Διερωτόμαστε λοιπόν, αφού για εφτά χρόνια (περίοδος 2007 – 13) οι αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες μπόρεσαν να απορροφήσουν μόνο το 55% από τα διαθέσιμα ποσά, πώς είναι δυνατόν να απορροφήσουν το αυξημένο ποσό που διατίθεται για τη νέα περίοδο;


Ποιος θα φέρει την ευθύνη για τα εκατομμύρια που θα χαθούν για την Κύπρο την παρούσα και την επόμενη περίοδο;

Ιδού λοιπόν η δυνατότητα να ενταχθεί το Έργο για να γίνει δυνατή η αξιοποίηση των ευρωπαϊκών κονδυλίων που διαφορετικά κινδυνεύουν να χαθούν.

Ένταξη στα Διαρθρωτικά Ταμεία και έναρξη κατασκευής του Έργου θα σημαίνει προσφορά εργασίας σε 1500 περίπου άτομα για την ανέγερση του, τόνωση της οικοδομικής βιομηχανίας, αναζωογόνηση της πρωτεύουσας που βρίσκεται σε μαρασμό, τη δημιουργία τριών έργων (αστική πλατεία, υπόγειος χώρος στάθμευσης και πάρκο) που περιλαμβάνονται στο τοπικό σχέδιο Λευκωσίας και η δημιουργία τους συμπεριελήφθη στο σύμπλεγμα του Μεγάρου, εμπλουτισμό του τουριστικού προϊόντος, αναβάθμιση της ποιότητας ζωής κλπ.

Πάνω απ’ όλα, θα γίνει πραγματικότητα ένα έργο που εκκρεμεί για δεκαετίες και που ως χώρα έχουμε το θλιβερό προνόμιο από όλη την Ευρώπη να μη διαθέτουμε.

Τόσο στη Βουλή όσο και σε διάφορα δημοσιεύματα γίνεται λόγος για «δυσβάστακτο λειτουργικό κόστος» του Μεγάρου Πολιτισμού. Πρόκειται για ακόμα μια παραπλάνηση.


Κατ’ αρχή το κόστος αυτό θα προκύψει με τη λειτουργία του Μεγάρου σε μερικά χρόνια, όταν η παρούσα οικονομική κρίση θα αποτελεί παρελθόν. Η κρατική εισφορά, σύμφωνα με τη Μελέτη Βιωσιμότητας, θα κυμαίνεται γύρω €4 εκ. ετησίως. Αν το ποσό αυτό, σε σχέση με το €7 δισεκατομμύρια, που είναι το ύψος των κρατικών προϋπολογισμών, αποτελεί «δυσβάστακτο βάρος», τότε υπάρχουν τρόποι να μειωθεί δραστικά.


Με βάση τη Μελέτη Βιωσιμότητας, το 70% περίπου των λειτουργικών εξόδων του Μεγάρου θα είναι ελαστικής μορφής. Συνεπώς η κρατική εισφορά μπορεί να μειωθεί ακόμα και στο ήμισυ από την κυβέρνηση και τη Βουλή στους ετήσιους προϋπολογισμούς. Πέρα από αυτό, έχουν ήδη αναληφθεί πρωτοβουλίες για δραστική μείωση των εξόδων σε συνεργασία με παρόμοια ιδρύματα στην Ελλάδα και το εξωτερικό.


Το Ίδρυμα Πολιτισμού Κύπρου θεωρεί ότι, με βάση οποιαδήποτε λογική και για την εξυπηρέτηση των οικονομικών και άλλων συμφερόντων του κράτους, επιβάλλεται η ένταξη του Έργου στα Ευρωπαϊκά Διαρθρωτικά Ταμεία και η υλοποίηση του χωρίς καμιά επιπλέον δαπάνη για την Κύπρο. Αντίθετα, αν γίνουν άλλες επιλογές, κάποιοι θα πρέπει να αναλάβουν τις ευθύνες τους για την απώλεια δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ.