Γράφει η Κατερίνα Στεφάνου
Μια γραμμή χωρίζει τους μεν από τους δε, τους νόμιμους από τους παράνομους, τους λογικούς από τους σαλεμένους, τους νοικοκυραίους από τους φευκούς.
Αλλά για να την περάσεις πρέπει να βεβαιωθείς πως ό,τι θεωρείς πολύτιμο μπορείς να το εγκαταλείψεις σε δύο λεπτά. Διαφορετικά κάτι θα σε δένει με την κοινωνία με τέτοιο δεσμό που δεν θα μπορείς να τραβήξεις άλλο δρόμο, ούτε πιστόλι την ώρα που χρειάζεσαι.
«Ο Ληστής» που έγραψε ο Δημήτρης Ν. Μανιάτης, σκηνοθέτησε ο Σταμάτης Κραουνάκης και εκθέτει επί σκηνής ο Πασχάλης Τσαρούχας κάνει σταθμό στην Κύπρο, στο Δημοτικό Θέατρο Λατσιών, στο πλαίσιο της περιοδείας του, αφού έβγαλε τον χειμώνα στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης στην Αθήνα.
«Όχι ρε, δεν είμαστε ήρωες. Το τομάρι μας. Αλλά δεν είμαστε και σαν κι εσάς» λέει ο επί σκηνής ληστής, που δεν είναι ένα συγκεκριμένο πρόσωπο αλλά όλα τα πρόσωπα που πήραν τα βουνά για να γλυτώσουν από τον φοροεισπράκτορα, τον μεγαλοκτηματία, τον χωροφύλακα, τον τοκογλύφο. Σε μια αφήγηση γρήγορη και χωρίς σαφή χρονική σειρά, το πρώτο πρόσωπο ανήκει σε όλους τους ληστές των τελευταίων αιώνων της Ελλάδας. Εικόνες βίας εναλλάσσονται με τις πιο τρυφερές αναμνήσεις, αυτές που παραλίγο δεν θα σε άφηναν να φύγεις, σε έναν μονόλογο με πολλές απαιτήσεις. Εκεί ο Πασχάλης Τσαρούχας δίνει όλα τα χρώματα που χρειάζονται για να γεμίσει και να αναδείξει το κείμενο.
Καθώς η καλοσύνη και η ανθρωπιά δίνει το χέρι στη σκληρότητα, την εκδίκηση και το μαχαίρι.
Ποιος είναι ο παράνομος; Ποιος ήρξατο χειρών αδίκων; Ποιος παραβίασε τη φύση και το δίκαιο; Το επίσημο ένδυμα της εξουσίας δεν της αρκεί για να νομιμοποιείται.
«Τρομοκρατία είναι ο πόλεμος των ανίσχυρων. Πόλεμος είναι η τρομοκρατία των ισχυρών» επαναλαμβάνει πυρετικά ο ληστής μας, παίρνοντας στο στόμα του τα λόγια του Πίτερ Ουστίνοφ.
Στρατόπεδα, συμμαχίες, προδοσίες, σκηνές από ένοπλες αναμετρήσεις διαδέχονται τις αναμνήσεις μιας ζωής γεμάτης μόχθο και προσπάθεια, την τρυφερότητα μιας γυναικείας αγκαλιάς, το αναμάσημα ενός αγγίγματος ή ενός φιλιού που παραλίγο να δοθεί.
«Πρώτα πιστεύω και μετά αγαπώ, αυτή είναι η σειρά» λέει ο ληστής για να λύσει τις αλυσίδες από την παλιά του ζωή.
Μανιφέστο
Πίσω από το κείμενο του Δημήτρη Μανιάτη φωλιάζει το μανιφέστο του Δημήτριου Παπαρρηγόπουλου, γιου του ιστορικού Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου, που σε ηλικία 18 ετών εξέδωσε το 1861 ανώνυμα την πρώτη του μελέτη με τίτλο «Σκέψεις ενός ληστού ή η καταδίκη της κοινωνίας», ένα ανατρεπτικό κείμενο που θεωρείται το πρωτόλειο του ελληνικού αναρχισμού. «Καλοί» και «κακοί» αναμετρώνται με τη δύναμη της λογικής και τους κανόνες μας και από το πάλεμα προβάλλει η φιγούρα του ληστή που ενσαρκώνει ο Πασχάλης Τσαρούχας καθώς σαρκάζει, επιτίθεται και αναλύεται σε λυγμούς.

Τι είσθε σεις; άνθρωποι κακοήθεις και στρεψόδικοι, ψεύται και πανούργοι, απατεώνες και ραδιούργοι, καταστρέψαντες διά του πολιτισμού πάσαν ψυχικήν ευγένειαν και ειλικρίνειαν. Τι δε ημείς; άνθρωποι ειλικρινείς και σώζοντες την ψυχικήν ευγένειαν, καίτοι ευρισκόμενοι εις αέναον μετά της κοινωνίας πάλην, είμεθα χρηστοί και ενάρετοι και φιλαλήθεις.