Γράφει η Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη ⁄ Ποιήτρια
Ημερολόγιο αυτοπεριορισμού: μέρα 9η
Ημερολόγιο υποχρεωτικού lockdown: μέρα 1η.
Η προηγούμενη εβδομάδα κύλησε δύσκολα. Όταν έχεις μικροσυμπτώματα, ο νους σου πάει αμέσως στο κακό. Είχα δέκατα (37.2-37.5 για 4 μέρες) και μετά έντονο κοιλιακό άλγος. Ο γαστρεντερολόγος, εκ τηλεφώνου, αποφάνθηκε ιογενή γαστρίτιδα. Μπορεί. Είμαι καλά εδώ και 4 μέρες. Αν όμως «τσιμπάω» τόσο εύκολα τη γαστρίτιδα, σκέψου τι γίνεται με τον κ***ιό.
Τη μέρα που πέρασε ο πόνος, έσπασαν τα νερά. Του σπιτιού. Κάλεσα τους υδραυλικούς. Άνοιξα τα παράθυρα, τους ζήτησα να έρθουν με μάσκες και γάντια, τους άφησα να κάνουν τη δουλειά τους, ν’ αλλάξουν τους σωλήνες του ζεστού, και πήγα να δουλέψω στο αυτοκίνητο. Με λάπτοπ και τα λοιπά. Όταν έφυγαν, έκανα 3 ώρες να ξαναμπώ στο σπίτι· ο ένας έβηχε: ο ιός, λένε, μένει στον αέρα για μάξιμουμ τρεις ώρες. Έπειτα φόρεσα μάσκα και γάντια και το έριξα στην απολύμανση. Μετά κατευθείαν μπάνιο. Δεν είχα ποτέ συμπτώματα ιδεοψυχαναγκασμού ως προς την καθαριότητα. Φοβάμαι ότι τώρα έχω γίνει μικροβιοφοβική. Ή, μάλλον, ιο-φοβική.
Αυτό έγινε την Πέμπτη. Σήμερα είναι Δευτέρα. Υπολείπονται λοιπόν 10 μέρες για να ηρεμήσω και να σκεφτώ ότι, επιτέλους, όλα θα πάνε καλά. Για την ώρα αποφεύγω να δω την καθημερινή τηλεοπτική ενημέρωση και προτιμώ να διαβάζω τα πάντα εκ των υστέρων, από κάποιο ψύχραιμο δημοσιογραφικό σάιτ. Είναι ένα αστείο ψυχολογικό φιλτράρισμα, αλλά βοηθάει. Όχι ότι δεν κυριαρχεί τρομολαγνεία σε ορισμένα δημοσιογραφικά σάιτ: αυτές οι ιστοσελίδες πάντα είχαν μια τέτοια, σαδιστική ροπή, αλλά τότε την έλεγες―εκ του ασφαλούς―τρομοδιασκέδαση, σαν τις ζοφερές σειρές του Νέτφλιξ· τώρα έχω αρχίσει ν’ αναρωτιέμαι αν στο βάθος της καρδιάς τους ορισμένοι άνθρωποι ηδονίζονται με το να μας λένε πόσο αδιανόητα γρήγορα αυξάνονται οι νεκροί και πόσο ασταμάτητη είναι η διασπορά της ασθένειας.
Για την ώρα, προσπαθώ να δουλεύω από το σπίτι, 10 με 6, όπως έκανα μέχρι πριν από 12 ημέρες στο γραφείο. Δεν είναι όλα εύκολα. Νομίζω το δυσκολότερο πράγμα να διαχειριστεί κανείς αυτή τη στιγμή είναι ο φόβος. Εγώ τον ένιωσα σ’ έναν βαθμό με τα συμπτώματα που είχα. Ο γαστρεντερολόγος, με το χέρι στην καρδιά, δεν ξέρει να μου πει αν ήταν όντως ιογενής γαστρίτιδα ή τίποτε άλλο. Σκέφτομαι, λοιπόν, τους ανθρώπους που έχουν κλειστεί μέσα, μερικοί εκ των οποίων θ’ αρχίσουν να νοσούν τις επόμενες ημέρες. Στα σπίτια τους. Ξέρουν ότι θα πρέπει να πάρουν τον γιατρό τους και ν’ ακολουθήσουν τις οδηγίες αλλά ποιος θα τους παράσχει ψυχολογική υποστήριξη όταν βρεθούν μ’ αυτόν τον εχθρό εντός των τειχών; Ένας γνωστός που πρόλαβε κι έκανε το τεστ ιδιωτικά, πριν πολλές μέρες, πέρασε την όλη φάση με υψηλά δέκατα και τίποτε άλλο. Κάποια άλλη, είχε 38,7 πυρετό, πόνους, κούραση αφάνταστη. Για δέκα μέρες περνούσε από πάνω της οδοστρωτήρας καθημερινά. Και οι δύο παρέμειναν σπίτια τους. Αυτές είναι οι εντολές. Αυτό με φοβίζει· η δική της περίπτωση. Γι’ αυτό με πιάνουν ταχυπαλμίες από το πουθενά. Ήξερα ότι έπασχα από άγχος, απλώς δεν ήξερα πόσο πολύ.
Δουλειά, λοιπόν, όσο μπορώ. Και μετά μια βόλτα με τον σκύλο. Και τηλέφωνα με τους αγαπημένους μου, να δω αν είναι καλά, αν φροντίζουν να προστατεύονται επαρκώς. Ο ιοφοβικός ή ο αγχώδης άνθρωπος (ή αυτός που πάσχει κι από τα δύο) έχει πολλά στο μυαλό του. Και όχι μόνο δικά του. Κουβαλάει και τους άλλους. Γίνεται, άθελά του, ένας τεράστιος εγωιστής που θεωρεί ότι είναι υπεύθυνος και για τη συμπεριφορά των άλλων γιατί δεν ξέρει πώς θ’ αντέξει χωρίς αυτούς.
Μ’ αυτά και με αυτά, είναι πολύ δύσκολο να καθίσω να διαβάσω κάποιο βιβλίο κατά τη διάρκεια της ημέρας. Τα καταφέρνω μόνο το βράδυ, στο κρεβάτι, λίγο πριν πιάσουν τα Xanax. (Είναι η πρώτη φορά που παίρνω αγχολυτικά στη ζωή μου και είμαι φοβερά ευγνώμων για την ύπαρξή τους). Τα βιβλία που τελειώνω έχω αποφασίσει να τα βάζω σε μια ξεχωριστή ντάνα: είναι καθησυχαστική αυτή η σκέψη, να τα βλέπω και να ξέρω «κατάφερα να κάνω κάτι». Για την ώρα έχω προσθέσει δύο: ένα πολύ μικρό chapbook της Maureen Freely όπου μιλάει για τη μετάφραση, τη σχέση της με την Τουρκία και τον Ορχάν Παμούκ (ήταν για μεγάλο διάστημα η μεταφράστριά του)· και τη «Σεροτονίνη» του Μισέλ Ουλεμπέκ, που αρχίζει με μια Ανδαλουσία που τρίζει από τη ζέστη του καλοκαιριού κι έναν πρωταγωνιστή το πρόβλημα του οποίου είναι τόσο καθημερινό ώστε να καταντά ανακουφιστικό: στυτική δυσλειτουργία παρουσία λάγνων κοριτσιών. Εχθές άρχισα να διαβάζω τη βιογραφία του Καζανόβα. Ξέρω, νομίζετε ότι η συσχέτιση των δύο τελευταίων είναι το σεξ, αλλά δεν είναι: είναι από τη μία η Ισπανία και από την άλλη η Βενετία. Είναι, δηλαδή, δύο βιβλία που μου θυμίζουν πώς ήταν κάποτε και πώς θα ξαναγίνει (αμήν) μια μέρα ο κόσμος. Όμορφος. Πολυπληθής. Ερωτικός. Ελεύθερος. Χαρούμενος.
*
Σήμερα, από τις 6 τα ξημερώματα, η Ελλάδα βρίσκεται σε γενικό lockdown. Η αλήθεια είναι ότι αν βρίσκεσαι ήδη στο σπίτι 8 μέρες τώρα, δεν αλλάζουν πρακτικά τα πράγματα· απλώς για να κάνεις μία βόλτα θα χρειάζεσαι να το δηλώσεις με SMS. Μικρό το κακό.
Περισσότερο, δηλαδή, βαραίνει ψυχικά η έννοια του υποχρεωτικού εγκλεισμού, πάρα πρακτικά. Άλλο να μένεις σπίτι επειδή έτσι επιλέγεις κι άλλο να σε υποχρεώνουν.
Αλλά σκέφτομαι και το εξής: πριν από 80 χρόνια, ο 24χρονος τότε παππούς μου, νιόπαντρος, άφησε τη γυναίκα του και το μωρό του για να πάει να πολεμήσει στην Αλβανία. Ενώ έλειπε, το μωρό πέθανε από μηνιγγίτιδα. Και όταν γύρισε, στην Αθήνα έπεσε πείνα μεγάλη. Σαράντα χιλιάδες άνθρωποι υπολογίζεται ότι έχασαν τη ζωή τους στο λιμό του ’41-’42.
Κι ύστερα, οι παππούδες ή οι γονείς όλων μας στην Ελλάδα, για 10 χρόνια πολεμούσαν στον Β' ΠΠ κι ύστερα στον Εμφύλιο. Έβαζαν καθημερινά τη ζωή τους σε κίνδυνο. Κι εμένα τι μου ζητάνε; Να κάτσω σπίτι. Σιγά τα λάχανα.