Παράθυρο logo
ΜΠΙΕΝΑΛΕ ΒΕΝΕΤΙΑΣ: ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΚΑΤΑΚΕΡΜΑΤΙΣΜΟΣ Παλάτι Εγκυκλοπαιδικό ή μαγικό;
Δημοσιεύθηκε 10.06.2013 12:55
ΜΠΙΕΝΑΛΕ ΒΕΝΕΤΙΑΣ: ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΚΑΤΑΚΕΡΜΑΤΙΣΜΟΣ  Παλάτι Εγκυκλοπαιδικό ή μαγικό;

Γράφει η δρ Σοφία Χατζήπαπα-Gee*

Είναι πλέον αδύνατο να αντικρίσουμε την τέχνη ως κυρίαρχοι επόπτες και να προσφέρουμε μια συνολική εκτίμηση γι' αυτό που βλέπουμε, λέει η Σοφία Χατζήπαπα-Gee, άρτι αφιχθείσα από το δαιδαλώδες "Εγκυκλοπαιδικό Παλάτι" της 55ης Μπιενάλε


Φεύγοντας από τις Βρυξέλλες, από ένα συνέδριο όπου 36 τριτοβάθμια ιδρύματα τεχνών συζητούμε για την καλλιτεχνική έρευνα [artistic research], ταξιδεύω προς Βενετία διαβάζοντας στο αεροπλάνο ένα βιβλίο με τίτλο "Artists as Researchers". Ένα από τα πρώτα κείμενα μιλάει για το Μουσείο ως Εργοστάσιο. Όλοι εμείς, το κοινό, έχουμε μετατραπεί, λέει η συγγραφέας, σε εργάτες των εικόνων [ορμώμενη και αυτή από τον J.Beller, σύμφωνα με τον οποίο 'να κοιτάς σημαίνει να μοχθείς'].


Είναι πλέον αδύνατο να αντικρίσουμε την τέχνη ως κυρίαρχοι επόπτες, να προσφέρουμε δηλαδή μια εκτίμηση γι' αυτό που βλέπουμε, επειδή αδυνατούμε να έχουμε μια συνολική άποψη. Αυτό σκέφτομαι ότι ισχύει πλήρως για την Μπιενάλε, αναλογιζόμενη τις 88 εθνικές συμμετοχές και τις 47 και πλέον παράλληλες εκδηλώσεις που λαμβάνουν χώρα φέτος όχι μόνο στα καθιερωμένα Giardini και Arsenale αλλά και μέσα στην πόλη, στα γύρω νησιά, ακόμη και στην πέριξ στεριά. Πώς μπορεί κάποιος, ανεξάρτητα αν είναι ειδήμων ή απλώς φιλότεχνος, να αξιολογήσει σφαιρικά μια διοργάνωση σαν αυτή, τη στιγμή που δεν μπορεί να επισκεφτεί όλες τις εκδηλώσεις, αλλά και όσες επισκέπτεται, μόνο ώς ένα σημείο τους μπορεί να διεισδύσει. [Σκεφτείτε όλες τις περφόρμανς που δεν παρακολουθήσατε μέχρι τέλους, ή τα βίντεο όπου κοντοσταθήκατε για ένα μόνο λεπτό].


Από την άλλη, και ο καλλιτεχνικός διευθυντής Massimiliano Gioni στον πρόλογό του επισημαίνει πως όσο αδύνατο και ουτοπικό είναι να συγκεντρωθεί σε ένα εγκυκλοπαιδικό παλάτι όλη η ανθρώπινη γνώση, άλλο τόσο δύσκολο είναι να γίνει αντικείμενο σύλληψης και να παρουσιαστεί όλη η σύγχρονη καλλιτεχνική παραγωγή. Τι είναι όμως τότε αυτό που οδηγεί τον Gioni πάραυτα σε αυτή την εξαντλητική αναζήτηση και ταξινόμηση των ανθρώπινων επιτευγμάτων μέσα από την τέχνη ή καλύτερα μέσα από την παραγωγή εικόνων; Πράγματι ο τρόπος με τον οποίο έχουν επιλεγεί οι εικόνες, δείχνει να είναι εγκυκλοπαιδικός. Στην έκθεση δεν συναντάμε μόνο "υψηλή τέχνη", αλλά οι οπτικές αναπαραστάσεις έχουν συλλεχθεί ως ανθρωπολογικά, επιστημονικά, αρχαιολογικά, εθνογραφικά και θρησκευτικά τεκμήρια [artefacts].


Πρωταγωνιστές στην έκθεση του Gioni, τόσο στα Giardini όσο και στο Arsenale, αποτελούν όχι μόνο οι καλλιτέχνες αλλά και επιστήμονες, ιδρυτές θρησκειών και αιρέσεων, ψυχικά ασθενείς, φιλόσοφοι, ερευνητές ή "κρυπτοκαλλιτέχνες" [άτομα, δηλαδή, που κατά τη διάρκεια της ζωής τους απέκρυπταν την ενασχόλησή τους με την τέχνη, παρουσιάζοντας μια άλλη περσόνα στην κοινωνία].


Βλέποντας την έκθεση αναρωτιέται κανείς αν ο Gioni παρουσιάζει τους καλλιτέχνες ως φρενοβλαβείς ή τους φρενοβλαβείς ως καλλιτέχνες. Π.χ., η εμμονή με την οποία ο Arthur Bispo do Rosario συλλέγει, ταξινομεί και συνθέτει τα αντικείμενά του, θυμίζει τα πρωτοποριακά ασαμπλάζ του Arman. Συνάμα η Channa Horwitz με μαθηματική ακρίβεια μεταποιεί και μεταφέρει σε χαρτί μιλιμετρέ, ήχους, εικόνες και κίνηση, δημιουργώντας εντυπωσιακές εικόνες που κανείς, θα λέγαμε, με σώας τας φρένας δεν θα είχε το κουράγιο να φτιάξει.


Ταυτόχρονα και πλάι-πλάι, θα έλεγα, με καλλιτέχνες μυστικιστές που οδηγούνται από φωνές και αφήνονται να γίνουν κανάλι μιας επικοινωνίας με τα ενδότερα, όπως λόγου χάρη η Hilma af Klint, πρωτοπόρος της αφαιρετικής τέχνης, ο Augustin Lesage και η Emma Kunz, παρουσιάζονται και καλλιτέχνες που δανείζονται τη μεθοδολογία τους από την επιστήμη: Όπως η Eva Kotatkova που με μια "αρχαιολογική", όπως η ίδια λέει, προσέγγιση, εξετάζει ιδρύματα και πειθαρχικά συστήματα, σχολεία, φυλακές, ψυχιατρικά ιδρύματα και την επίδρασή τους στη συμπεριφορά των τροφίμων τους. Επίσης η Rosella Biscotti, μέσα από ενδελεχή έρευνα σε αρχειακό υλικό, παρουσιάζει ένα ακουστικό κομμάτι με τα όνειρα των γυναικών τροφίμων της φυλακής Judeca.


Ο Κ. P Βremmer χαρτογραφεί τις αλλαγές στο χρώμα του ουρανού ανά ώρα κι αυτός σε χαρτί μιλιμετρέ. Ο Yuksel Arsan μετατρέπει σε ιατρικά σχεδόν διαγράμματα τα φιλοσοφικά κείμενα στα οποία εντρυφεί. Ο Harun Farocki στο φιλμ Τransmission εξετάζει με τρόπο σχεδόν κοινωνιολογικό πώς οι επισκέπτες σχετίζονται με μνημεία και ιερούς χώρους ή αντικείμενα. Καλλιτέχνες, δε, όπως ο Yuri Ancarani δεν διστάζουν να μπουν στο χειρουργείο και να διεισδύσουν, μέσα από την τεχνολογία, στα άδυτα του ανθρώπινου σώματος, που από μόνο του αποτελεί μια μικρογραφία του σύμπαντος. Άλλωστε σε μια προσέγγιση όπου η έρευνα και ο μυστικισμός συγκλίνουν, καλλιτέχνες όπως ο Stefan Beralan, αντλούν από τη μηχανολογία, τα μαθηματικά και τη βιολογία, αναζητώντας τις προϋπάρχουσες γεωμετρικές δομές στη φύση.


Ο Roger Caillois αντιπροσωπεύεται με μια αρκετά εκτενή συλλογή ορυκτών και ημιπολύτιμων λίθων στην οποία ανακαλύπτει και αυτός ένα "κρυπτικό συμπαντικό συντακτικό". Ο Εd Atkins, πάλι, διεισδύει στο αρχείο του Αντρέ Μπρετόν και, μέσα από μια τεχνική ελεύθερων συνειρμών, αναλογίζεται τις [δυσ]λειτουργίες του ανθρώπινου μυαλού και τη φθαρτότητα της ανθρώπινης φύσης σε ένα ψηφιακό σουρεαλιστικό ντελίριο. Άλλοι πάλι καλλιτέχνες, όπως ο Αrtur Zmijewski, μοιάζουν πράγματι να θέλουν να εντρυφήσουν σε άγνωστες περιοχές και να συντείνουν στη γνώση, μια γνώση όμως εδραιωμένη σε βαθιά συναισθηματική συμπάθεια, όπως στο βίντεο blindly όπου ζητάει από τυφλούς -εκ γενετής και μη-, να ζωγραφίσουν τον κόσμο όπως τον φαντάζονται. Ανάμεσα σε φτασμένους σύγχρονους καλλιτέχνες, όπως τον Bruce Nauman, την Tacita Dean, τον Tino Seghal, τη Sarah Lucas και άλλους, εγκυκλοπαιδιστές [όπως τον Rudolf Steiner που προσέφερε όχι μόνο στην τέχνη αλλά και στα πεδία της φιλοσοφίας, αρχιτεκτονικής, χορού, θρησκείας, ιατρικής, θεάτρου κ.α.], συναντούμε έργα φτιαγμένα συλλογικά από ανώνυμους. Εκεί αντικρίζουμε φλάμπουρα και κούκλες βουντού, ταντρικές ζωγραφιές, αναθηματικά ανθρωπόμορφα αφιερώματα, σχέδια ιθαγενών των νησιών της νοτιοανατολικής Ασίας και Μελανησίας, όπου ένας εθνολόγος με εικαστικές αναζητήσεις τούς όπλισε με μολύβι και χαρτί [πράγματα πρωτόγνωρα γι' αυτούς], για να απαθανατίσουν τα οράματά τους σε κάτι πιο απτό από την άμμο.


Ακόμα, ζωγραφισμένα πανό Μεξικάνων φυλακισμένων με ανταλλακτική αξία, σε μια εικαστική γλώσσα κοντινή στα γκράφιτι, και στα οποία καθολικισμός και πορνογραφία συνυπάρχουν ειρηνικά. Ο Gioni φαίνεται να έχει επιλέξει όμως έργα όχι μόνο συλλογικά φτιαγμένα, αλλά και τέτοια που οι καλλιτέχνες συνέλαβαν, να βιώνονται από το κοινό συλλογικά και κατακερματισμένα. Η Κan Xuan, για παράδειγμα, παρουσιάζει μια εγκατάσταση που αποτελείται από 207 βίντεο που προβάλλονται σε 171 οθόνες.Ο Dieter Roth παρουσιάζει τη δική του ζωή των τελευταίων χρόνων καρέ-καρέ σε 131 οθόνες. Σε ένα τεράστιο και ημικυκλικό πανό παρουσιάζεται ένα "ηλεκτρικό ασαμπλάζ" κινούμενων εικόνων, αρχειακών και μη, όπως είχε συλλάβει το "Ταινιοδρόμιό" του ο Stan VanDerBeek. Αυτός, ο κινούμενος πια και ψηφιακός Sigmar Polke, μας παρακινεί, όπως και οι δύο προηγούμενοι, να βλέπουμε τις εικόνες όλες μαζί και καμία αρτιμελώς, στην πληρότητά της. Σε αυτό το πλαίσιο, οι θεατές μπορούν μόνο τμηματικά να βιώσουν κάποιο έργο και η αντίληψή του μπορεί σάμπως να γίνει μόνο σε συλλογικό επίπεδο.


Αυτήν την κατακερματισμένη κατάσταση πραγμάτων, τις πολλαπλές και παράλληλες πραγματικότητες που ζούμε, παρουσιάζει η Camille Henrot στο ευφάνταστο βίντεο Grosse Fatigue. Η ιστορία του σύμπαντος ολόκληρου παρουσιάζεται μέσα από την οθόνη του υπολογιστή όπου πολλά παράθυρα ταυτόχρονα ανοικτά, παρουσιάζουν διαφορετικές εκδοχές του πώς ξεκίνησαν όλα σε ένα φρενήρες ραπ παραλήρημα. [Βραβείο αργυρού λέοντα]. Και ενώ η δική της προσέγγιση ξεκινά επίσης από μια "επιστημονική" έρευνα εθνολογικών και άλλων συλλογών του Ινστιτούτου Smithsonian, προς αναζήτηση της απόλυτης γνώσης, της αλήθειας, τελικά μπορεί κανείς να αποκτήσει μόνο μια "πρισματική εικόνα του τομέα της σκέψης" όπως και η ίδια δηλώνει.


Την οπτική κούραση στην οποία αναφέρεται η Henrot στο Grosse Fatigue, τη νιώθω κι εγώ ύστερα από δυο κοπιώδεις μέρες θέασης στο "Παλάτι" του Gioni. Και διερωτώμαι τι είναι τελικά το Εγκυκλοπαιδικό Παλάτι και πού μας οδηγεί η δαιδαλώδης και πρισματική σκέψη των επιμελητών και των καλλιτεχνών που ενδιαιτώνται σ' αυτό; Μέσα στο παλάτι αυτό, φαίνεται πως η τέχνη, πέρα από αγαθό πολυτελείας, πέρα από ένδειξη κύρους και αναγνώρισης από μια ελιτίστικη μεγαλοαστική κοινωνία και πέρα από του να αποτελεί έργο καλλιτέχνη ιδιοφυίας, ήτοι ενός genius, είναι κάτι που γεννιέται όντως μέσα από το πνεύμα, με την πρωταρχική σημασία του όρου, ανεξάρτητα από το άτομο ή το σύνολο που την παράγει και που ενέχει μια πανάρχαια και εμμένουσα λειτουργία: λυτρωτική.


Τούτο, άλλωστε, επικυρώνει και ο μεγάλος νικητής της φετινής Μπιενάλε, ο Τino Seghal, ο οποίος θεωρεί ότι ο ατομικισμός του εικοστού αιώνα αποτελεί πλέον παρελθόν και με την περφόρμανς του μας καλεί να υποκλιθούμε σε κάτι ανώτερο από μας. Αφήνει άλλωστε κι αυτός τον έλεγχο της κυριότητας στους περφόρμερς του έργου που το πλάθουν συλλογικά.




Την κατακερματισμένη κατάσταση πραγμάτων, τις πολλαπλές και παράλληλες πραγματικότητες που ζούμε, παρουσιάζει η Camille Henrot στο ευφάνταστο βίντεο Grosse Fatigue, με το οποίο απέσπασε τον Αργυρό Λέοντα της φετινής Μπιενάλε. Η ιστορία του σύμπαντος ολόκληρου παρουσιάζεται μέσα από την οθόνη του υπολογιστή όπου πολλά παράθυρα ταυτόχρονα ανοικτά, παρουσιάζουν διαφορετικές εκδοχές του πώς ξεκίνησαν όλα σε ένα φρενήρες ραπ παραλήρημα.




Ο Τino Seghal, ο οποίος απέσπασε τον Χρυσό Λέοντα της Μπιενάλε Βενετίας, θεωρεί ότι ο ατομικισμός του εικοστού αιώνα αποτελεί πλέον παρελθόν και με την άτιτλη περφόρμανς του μας καλεί να υποκλιθούμε σε κάτι ανώτερο από μας.
Ο Χρυσός Λέοντας για την Καλύτερη Εθνική Συμμετοχή απονεμήθηκε στην Αγκόλα, που συμμετέχει για πρώτη φορά στην Μπιενάλε με την έκθεση «Luanda, Encyclopedic City», του Edson Chagas.



* H δρ Σοφία Χατζήπαπα-Gee είναι επίκουρη καθηγήτρια στο Τμήμα Τεχνών του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Κύπρου.

Tags