Ο Κυριάκος Χαραλαμπίδης δεν διαβάζει πια μυθιστορήματα, ούτε ποίηση, εκτός αν του σταλούν κάποιες συλλογές, ή αν του ζητηθεί η γνώμη του. Διαβάζει όμως πολύ Φιλοσοφία, Ιστορία, Αρχαιολογία, δοκίμια. Τη μέρα που βρεθήκαμε, διάβαζε το Λεξικό της Κυπριακής Διαλέκτου του Γεωργίου Λουκά. «Θα μου πεις, τι βρίσκεις σ’ αυτό; Βρίσκω ένα συναρπαστικό μυθιστόρημα. Κάθε λέξη και η ιστορία της είναι ένα μυθιστόρημα. Και έτσι πιάνω και διαβάζω λεξικά. Τα λεξικά είναι μια από τις μεγάλες μου απολαύσεις. Ανοίγω στην τύχη πολλές φορές μια σελίδα και μένω σ’ αυτήν. Κι έρχεται η γυναίκα μου και με ρωτά ‘τι κάνεις’ και της λέω διαβάζω αυτή τη σελίδα. Μου λέει 'τι ψάχνεις να βρεις;'. 'Τίποτα, είναι αυτή η λέξη, δες, πόσο σπουδαία λέξη είναι και τι κόσμο κρύβει μέσα της.' Και έτσι ανακαλύπτω πράγματα από τις λέξεις. Αυτό με βοηθά να γίνομαι καλύτερος ποιητής. Δεν χρειάζεται να διαβάζουμε πολύ. Να βλέπουμε χρειάζεται. Να οσμιζόμαστε τη ζωή και να παρατηρούμε το καθετί γύρω μας.»
Σε αυτό το πλαίσιο, έκατσε στις 3μιση το πρωί να δει τον Στέφανο Τσιτσιπά. «Διότι, πώς θα είσαι καλός ποιητής αν δεν δεις τον Τσιτσιπά; Είναι χρέος, απαραίτητο χρέος. Έπρεπε να μετέχω των δρωμένων της ζωής»!
Με αφορμή το συνέδριο
Με πρωτοβουλία του Αντώνη Πετρίδη, αναπληρωτή καθηγητή στο Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου, διοργανώνεται από τις 31 Ιανουαρίου μέχρι τις 2 Φεβρουαρίου ένα διεθνές συνέδριο για τον Κυριάκο Χαραλαμπίδη, «έναν από τους μεγαλύτερους εν ζωή Έλληνες ποιητές», όπως αναφέρεται σε σχετική του συνεδρίου ανακοίνωση.
Ο Κυριάκος Χαραλαμπίδης είναι αναμφίβολα ένας διακεκριμένος ποιητής [βραβευμένος τόσο από την Κυπριακή Δημοκρατία αλλά και από την Ακαδημία Αθηνών της οποίας σήμερα είναι αντεπιστέλλον μέλος], το έργο του οποίου διδάσκεται στα σχολεία, ανθολογείται σε συλλογικούς τόμους, μεταφράζεται στο εξωτερικό. Οι δε παρεμβάσεις του, σπάνιες αλλά πολυσυζητημένες.
«Θα ήθελα να κάνω διαρκώς παρεμβάσεις αλλά τις κάνω δυστυχώς εν κρυπτώ με την ποίησή μου», λέει ο ίδιος, σημειώνοντας ότι τα άρθρα του συζητιούνται αλλά και παρεξηγούνται. «Γίνεται μια παρανάγνωση γιατί ο άλλος όταν διαβάζει, διαβάζει με τις παρωπίδες που έχει και δεν διαβάζει ελεύθερα ώστε να δει τι λέει ο ποιητής και πώς το λέει και πώς το εννοεί.»
Σαλιγκάρι και Φεγγάρι
Εκτός από το συνέδριο προς τιμήν του, μια δεύτερη αφορμή για αυτή τη συνέντευξη με τον Κυριάκο Χαραλαμπίδη ήταν η κυκλοφορία της πρώτης του ποιητικής συλλογής για παιδιά. Η συλλογή έχει τίτλο «Σαλιγκάρι και Φεγγάρι» [εκδ. Καλειδοσκόπιο] και ενώ έχει ήδη κυκλοφορήσει στην Ελλάδα, στην Κύπρο αναμένεται το επόμενο διάστημα. Επιπλέον, εντός της ερχόμενης βδομάδας αναμένεται να φτάσει διά θαλάσσης η συγκεντρωτική έκδοση των έργων του, ένα βιβλίο 912 σελίδων [εκδόσεις Ίκαρος] που περιλαμβάνει και τις 13 ποιητικές του συλλογές, εκτός από την πιο πρόσφατη, το «Ηλίου και Σελήνης Άλως» [Ίκαρος, 2017].
Είναι μάλλον ανορθόδοξη από μέρους σας η απόφαση για την έκδοση ενός βιβλίου για παιδιά.
Ούτως ή άλλως, ο κάθε καλλιτέχνης πρέπει να βλέπει –τουλάχιστον σε ένα μεγάλο μέρος της καλλιτεχνικής του διάστασης– τα πράγματα υπό λοξή γωνία. Και η λοξή γωνία είναι να βγαίνεις από το καθιερωμένο. Πολλοί μου είπαν «μα δεν φανταζόμαστε ότι γράφεις και παιδικά», σχεδόν θα έλεγαν «πώς το έπαθες». Ενώ, το να γράψω παιδικά ήταν μέσα στην ίδια την ουσία της ποίησής μου. Ολόκληρη η ποίησή μου διασαλπίζει την παιδική αθωότητα κατά κάποιον τρόπο. Ακόμα και όταν μιλώ με δραματικό τρόπο για τα κακώς έχοντα της Ιστορίας, για όλη την τραγικότητα των πραγμάτων και την κοινωνική ακαλαισθησία, μέσα από αυτά, το κοινό στοιχείο της τέχνης μου είναι η ανάγκη για αθωότητα, η ανάγκη να είμαστε σωστοί και τίμιοι άνθρωποι μπροστά στα πράγματα. Και με αυτή την έννοια δεν υπάρχει καμία διαφοροποίηση από την παλαιά, ας πούμε τη δόκιμη, έκφραση του συγγραφέα, του ποιητή για ενήλικους, ως προς τη σχέση με την παιδική. Η οποία είναι η ανάγκη να ξαναγίνουμε παιδιά. Να εκφραστούμε ως παιδιά και να δούμε τον κόσμο ως παιδιά. Είναι πολύ βασικό αυτό.
Βέβαια τώρα, πώς επιτυγχάνεται αυτό, είναι το φυσικό ερώτημα. Εκεί, υπεισέρχονται άλλα στοιχεία. Όλα τα στοιχεία της τέχνης που σε ακολουθούν στην εξέλιξη της ποιητικής σου πορείας, κάποια στιγμή συγκεντρώνονται και σε καθοδηγούν εκείνα για το πώς πρέπει να εκφραστείς. Τώρα βρίσκομαι σε ένα σημείο μεταιχμιακό που αρχίζω να υποπτεύομαι τι είναι ποίηση. Περίπου. Και μάλιστα λέω συχνά τι άδικο να πρέπει να αποχωρήσεις βιολογικά από τον κόσμο σε λίγα χρόνια, όταν πια φτάνεις σε ένα σημείο που αρχίζεις να ψυλλιάζεσαι τα πράγματα. Να διαισθάνεσαι τι είναι τέχνη. Γι’ αυτό και το ότι εξέδωσα τώρα, στα 79 μου χρόνια, ένα βιβλίο για παιδιά, θα τολμούσα να πω ότι είναι βιβλίο της ωριμότητάς μου. Επειδή ακριβώς μπόρεσα να κατανοήσω το νόημα της ανθρώπινης ύπαρξης με οντολογικό τρόπο και τη σημασία του να είναι κανείς παιδί, του να κατορθώνει να γίνει παιδί. Αυτό δεν γίνεται από την αρχή.
Σαλιγκάρι και Φεγγάρι: Το ότι εξέδωσα τώρα, στα 79 μου χρόνια, ένα βιβλίο για παιδιά, θα τολμούσα να πω ότι είναι βιβλίο της ωριμότητάς μου
Θα έλεγα ότι υπάρχουν πολλών λογιών και διαβαθμίσεων παιδικές λογοτεχνίες. Η πρώτη διαβάθμιση είναι να γράφεις με έναν παιδικό, αφελή τρόπο για να αγγίξεις τα παιδιά ή να λες θέματα που έχουν σχέση με τα παιδιά και νομίζεις πως μιλάς προς τα παιδιά με έναν τρόπο παιδικό. Η ουσία, για μένα, της παιδικής λογοτεχνίας είναι κατ' αρχάς ο ίδιος ο συγγραφέας να είναι παιδί. Ένα τούτο. Δεύτερο, να αγαπά τα παιδιά –επομένως και όλο τον κόσμο– με τέτοιο τρόπο ώστε αυτό να του θερμαίνει την ψυχή και να βρίσκει τον τρόπο να εκφράζεται. Δεν είναι δηλαδή ζήτημα θεματολογίας. Είναι ζήτημα οντολογίας, ζήτημα υποστασιακό. Είσαι παιδί; Αν είσαι, τότε ξεκινά η ιστορία της σχέσης σου με τα παιδιά. Και πώς αυτό εκφράζεται; Μέσα από ώριμο πια δεδομένο, με διακειμενικές σχέσεις, με γνώση της Ιστορίας, με υπονοούμενα και συνδηλώσεις που φαίνονται από κάτω αλλά δεν φαίνονται στην πρώτη γραμμή γιατί αυτά είναι δύσκολα πράγματα. Πρέπει να είναι όμως με τέτοιο τρόπο τοποθετημένα, ώστε να μην δηλώνεται η προσπάθεια που κατέβαλες για να τα βάλεις, να τα τοποθετήσεις. Να φαίνονται σαν ένα παιχνίδι χιουμοριστικό, παιχνιδιάρικο, που ο καθένας νομίζει ότι μπορεί να το κάνει εύκολα αλλά το δυσκολότερο πράγμα είναι το να είσαι εύκολος
Δεν είναι, λοιπόν, λογοτεχνία για παιδιά αλλά λογοτεχνία που καλεί τους ανθρώπους να γίνουν παιδιά.
Η ποίηση είναι άκρως ανατρεπτική και υπερρεαλιστική. Καθόλου συμβατική και ορθολογιστική. Γιατί για να συλλάβεις αυτό το αίφνης (αυτός ο αιφνιδιασμός των αισθήσεων θα σου αποκαλύψει ξαφνικά αυτό που ζητάς) πρέπει να έχεις μια παιδική διάσταση. Επανέρχομαι στο ίδιο μοτίβο αλλά η ουσία είναι αυτή. Δεν είναι μόνο θέμα ταλέντου. Ταλέντο έχει όλος ο κόσμος, λίγο έως πολύ. Και όλοι γράφουν. Δεν είναι θέμα να έχεις το οποιοδήποτε ταλέντο. Το θέμα είναι να ρυθμίσεις το ταλέντο σου σε συντονισμό προς τις συντεταγμένες του σύμπαντος. Να συλλάβεις τον ρυθμό του κόσμου, τον παλμό του σύμπαντος, ώστε να βρίσκεσαι σε μια ευθεία γραμμή με αυτό που είπε και ο Δάντης –που λέει προς το τέλος της Θείας Κωμωδίας– «η αγάπη που όλα τα κινεί». «Ήμουν», λέει «σε τέτοιο ύψος ώστε είδα να πάλλονται τα πράγματα μέσω της καρδιάς της αγάπης που όλα τα κινεί και τα κάνει να υπάρχουν».
Η νοηματοδότηση της ζωής
Εμείς τα φτωχά, θνητά ανθρωπάκια όπως είμαστε όλοι, έχουμε μια θεία καταγωγή, μια αθάνατη στιγμή. Αυτή η αθάνατη στιγμή δεν μας συνοδεύει πάντα αλλά σε ορισμένες αιφνίδιες στιγμές αποκάλυψης του μυστηρίου της ζωής. Αυτό το θείο μυστήριο των πνευμάτων, αυτή η μυστηριακή αίσθηση της ύπαρξης δηλαδή, δίνεται μέσω της τέχνης και του πολιτισμού. Ο οποίος βεβαίως δεν υπολογίζεται στις μέρες μας και ποτέ δεν υπολογιζόταν σοβαρά. Νιώθουμε να είμαστε αποδιοπομπαίοι, ξένοι σε έναν χώρο. Αλλά αλίμονο σε εκείνον που δεν νιώθει ξένος στον χώρο του. Οφείλουμε να νιώθουμε ξένοι για να μπορούμε να βλέπουμε την από μέσα όψη των πραγμάτων. Δεν γίνεται αλλιώς. Δηλαδή η αμφισβήτηση και η απόρριψη και όλη αυτή η πίεση που υφίσταται ο πνευματικά ρυθμισμένος άνθρωπος, και δεν θα πω μόνο ο ποιητής γιατί υπάρχουν τόσες διαστάσεις και εκφάνσεις της πνευματικότητας: η Μνημοσύνη είχε θυγατέρες που εξέφραζαν μέχρι αρχιτεκτονική και μέχρι αστρολογία. Όλα τα περιλαμβάνει: και μουσική και θέατρο και ποίηση και τραγωδία και λοιπά. Όλα αυτά τα στοιχεία είναι στοιχεία που νοηματοδοτούν τη ζωή μας. Χωρίς κουλτούρα ο άνθρωπος, θα τολμούσα να πω, προς τι βαδίζει στη ζωή; Προς τι ήρθε στη ζωή; Δεν θα πω ότι δεν αξίζει γιατί είναι μεγάλο πράγμα και μόνο το να υπάρχεις αλλά πώς διαχειρίζεσαι την ύπαρξή σου; Αυτή η διαχείριση είναι το ζητούμενο. Τη διαχειρίζεσαι εμπορικά; Με τις τράπεζες; Με την πολιτική διάσταση; Με τον φανατισμό; Με τις εμμονές; Με τις μικρότητες; Με τον φθόνο ή με την αίρεση, δηλαδή την αναίρεση προς τα ψηλά, το να ανεβαίνεις ψηλά και να βλέπεις ένα άλλο επίπεδο πραγματικότητας; Διότι τι είναι η πραγματικότητα; Δεν υπάρχει μόνο μία πραγματικότητα. Εδώ ένας σπουδαίος ακαδημαϊκός Έλληνας, νομίζω ο Φωκάς, έλεγε ότι πέρα από τις πέντε και την έκτη αίσθηση, υπάρχουν ακόμη τρεις-τέσσερις που μένει να ανακαλύψουμε και να ενεργοποιήσουμε. Ποιες είναι αυτές; Αρχίζεις πια να το ψαχουλεύεις το πράγμα και να διαισθάνεσαι μόνο κάποια πράγματα την ώρα της δημιουργίας. Εκείνη την ώρα σε επισκέπτονται αυτά.
Η πρώτη είδηση
Με τον Κυριάκο Χαραλαμπίδη συναντηθήκαμε στην καφετέρια του ΡΙΚ, όπου θα έδινε προηγουμένως μια άλλη συνέντευξη. Ο ποιητής εργαζόταν στο Ραδιοφωνικό Ίδρυμα για τριάντα χρόνια, περνώντας από όλες τις κλίμακες μέχρι που έγινε διευθυντής.
«Κάποτε είπα: ξέρετε, στο δελτίο ειδήσεων θα μπορούσε η πρώτη είδηση να είναι –και θα θεωρήσω σπουδαίο εκείνο το δελτίο– ‘σήμερα ο Κώστας Μόντης έγραψε ένα νέο ποίημα’. Αυτό να αποτελεί είδηση. Και μάλιστα πρώτη. Αντίθετα, ξεκινούμε με σπαραγμούς και αλληλοφαγώματα και τελειώνουμε με λακτίσματα του ματς και με κόκκινες κάρτες.»
Πώς βλέπετε σήμερα το ΡΙΚ;
Για να πω την αλήθεια, στην πτώση του. Όλα είναι στην πτώση τους σήμερα. Και η Κυπριακή Δημοκρατία και όλα. Διότι υπήρχε μια άνθηση μόλις ανακηρύχθηκε το κυπριακό κράτος. Υπήρχε μια άνθηση και όλοι πιστεύαμε. Τότε είχαμε και τον πιο σπουδαίο διευθυντή που πέρασε ποτέ από το ΡΙΚ, τον Ανδρέα Χριστοφίδη, ο οποίος ήταν κυνηγός ταλέντων, όπως τώρα οι ομάδες που προσπαθούν να βρουν τον γκολτζή τους. Μ’ αυτό τον τρόπο ήρθαμε εμείς στο ΡΙΚ και ήμασταν πολλοί οι λογοτέχνες. Θυμάμαι ότι πριν πολλά χρόνια τα Κρατικά Βραβεία Λογοτεχνίας δίνονταν σε υπαλλήλους του ΡΙΚ γιατί τύγχανε όλοι οι καλοί λογοτέχνες να είναι υπάλληλοι στο ΡΙΚ. Επομένως περάσαμε από αυτή την ωραία εποχή όπου τότε το ΡΙΚ είχε εκπομπές λόγου από το πρωί ώς το βράδυ. Τώρα βάζεις τα ραδιόφωνα όλα και δεν έχει εκπομπές λόγου, πολιτιστικό λόγο. Έχει λόγο φλυαρίας, κουτσομπολιού, διαφόρων παιχνιδιών. Αυτοί που κάνουν τα παιχνίδια περνούν για σπουδαίοι και μεγάλοι ενώ δεν είναι έτσι τα πράγματα που πρέπει να κρίνονται. Είναι η κουλτούρα που πρέπει να είναι ο κωδικός που μας εισάγει στην έννοια του ανθρώπου. Το να ρωτήσω κάποιον αν ξέρει πού βρίσκεται το τάδε χωριό δεν σημαίνει και τίποτα αλλά αν τον ρωτήσω αν ξέρει το «Κύπρον ου μ’ εθέσπισεν» ή τον Σεφέρη, έχει σημασία. Αλλά δεν μπαίνουν τέτοιες ερωτήσεις, βλέπεις.
Γιατί είναι σημαντικό να ξέρει κάποιος το «Κύπρον ου μ’ εθέσπισεν»;
Ο Σεφέρης όταν ήρθε στην Κύπρο, έχοντας τον καημό της Ρωμιοσύνης, και όντας πολύ έντιμος με τη δουλειά του, είδε να λειτουργεί το θαύμα, όπως το είπε, εννοώντας ότι κάποιοι ρυθμοί που είχαν ατονήσει στην Ελλάδα και είχαν καταστραφεί με την ερήμωση της Σμύρνης, αυτός ο Σμυρνιός τους βρήκε να συνεχίζονται εδώ. Γι’ αυτό είπε το θαύμα. Εννοούσε ότι βρήκε ξανά αυτό που είχε χάσει. Και αυτό το στοιχείο είναι που μας απόδειξε γράφοντας το βιβλίο. Με οδηγό τον Διαμαντή όπως άλλοτε ο Δάντης είχε οδηγό τον Βιργίλιο. Ο Διαμαντής υπήρξε ο «Βιργίλιος» του Σεφέρη για την κάθοδο στην κόλαση και την άνοδο στον παράδεισο. Τούτο το πράγμα ο Σεφέρης το είδε και το έζησε και το καταγράφει. Πρέπει να διαβάζουμε τον Σεφέρη για να καταλάβουμε τον τόπο μας. Που πρώτος εκείνος είδε και κατάλαβε.
Η μνήμη συγκροτεί τον άνθρωπο: Η μνήμη είναι αυτό που υπάρχει μέσα μας και που διατηρεί την εικόνα των πραγμάτων μέσα μας. Αυτό είναι η μνήμη. Αυτό το ανόθευτο που δεν χάνεται με τίποτε.
Βεβαίως σήμερα το θαύμα δεν λειτουργεί.
Δεν λειτουργεί το θαύμα γιατί χάσαμε την πατρίδα μας, το 40%. Και η υπόλοιπη, έχει πια ξεπουληθεί στους developers και έχουν χαθεί πράγματα πολλά. Ακόμα κι αυτοί που θα έπρεπε να αμύνονται και να υπερασπίζονται τη γη μας που βγάζει τα αρχαία στην επιφάνεια, βιάζονται να τα καλύψουν για να μπορούν να χτίσουν από πάνω. Δεν υπάρχει πια αυτό το ήθος της αγάπης, διότι κι η αγάπη θέλει ήθος. Εγώ πολλές φορές λέω ότι για να αγαπήσεις την πατρίδα σου πρέπει να είσαι επιστήμων. Χρειάζεται η επιστήμη της αγάπης. Δεν είναι τόσο απλό να αγαπάς. Πρέπει να έχεις μια καθολική αντίληψη των πραγμάτων για να μπορείς να αγαπάς σωστά. Δεν ξέρουμε να αγαπάμε σωστά την πατρίδα μας.
Ποιος είναι για σας ο σωστός τρόπος;
Θα ‘λεγα μέσω της γλώσσας και μέσω της συνείδησης του ελληνικού στοιχείου που είμαστε. Και δεν λέω ότι θα αλλοτριώσουμε το σύνοικο στοιχείο. Κι εκείνοι θα πρέπει να παραμείνουν αυτό που είναι και να το σεβαστούμε. Αλλά κι εμείς να σεβαστούμε τον εαυτό μας. Να ανακαλύψουμε αυτό που είμαστε. Όταν λέω πως νιώθω υπερηφάνεια και χαρά που γράφω στα ελληνικά, ότι νιώθω μέσα από την ελληνική οπτική γωνία τα πράγματα, αυτό είναι ένα σημείο που πολλές φορές παρεξηγείται. Υπό ποια έννοια; Μπορεί ένας να πει ‘επιμένεις πολύ στη γλώσσα την ελληνική, στο ελληνικό στοιχείο’. Όλα αυτά τα στοιχεία όμως είναι εκείνα που μας συγκροτούν ως ανθρώπους με μια καταγωγή που έρχεται από το 1400 π.Χ. Και υπάρχει μια συνέχεια. Αν την κόψεις απότομα εν ονόματι μιας οργανωμένης προσπάθειας, ας το πω έτσι, να συνυπάρξεις πάνω σε μια άλλη βάση, υπάρχει ένα λάθος αντίληψης. Η δική μου αντίληψη είναι ότι ο καθένας μπορεί να είναι αυτό που είναι και δεν μπορείς να του αφαιρέσεις την ταυτότητά του. Εγώ έλεγα ότι πρέπει να σεβαστούμε τη μαντίλα που φορούν οι μουσουλμάνες από τη στιγμή που είναι στοιχείο πολιτισμικό. Και πρέπει να μπαίνουν στην τάξη οι μουσουλμάνες μ’ αυτή. Δεν μπορείς να τους αφαιρέσεις το στοιχείο της υπόστασής τους, έστω κι αν ο Μακρόν λέει ότι όποιος τη φοράει θα βγαίνει από το πανεπιστήμιο. Να δεχτείς τα στοιχεία του άλλου αλλά και ο άλλος να σε δεχτεί ως αυτό που είσαι. Να μην σου πει πάψε να είσαι Έλληνας για να συνυπάρξω. Να συνυπάρξουμε όντας αυτό που είμαστε και οι δυο. Μέσω της αγάπης, της καλής γειτονίας και της σύμμειξης σε άλλο επίπεδο αλλά όχι διά της αφαίμαξης της ψυχής. Δεν μπορείς να ξεριζώσεις αυτό που είναι ο άλλος για να μπορεί να υπάρξει γιατί όταν του ξεριζώσεις την ψυχή δεν θα έχει υπόσταση, δεν θα έχει πρόσωπο να υπάρξει. Όταν τα λέω αυτά, δεν μπορώ να γίνω κατανοητός, πολλοί δεν το δέχονται διότι ορμώνται από άλλα στοιχεία που δεν τους επιτρέπουν να δουν με αντικειμενικό τρόπο την πραγματικότητα. Είναι ουσιώδες να μπορούμε να καταλαβαίνουμε τη ζωή και τον κόσμο. Χωρίς πάθος, χωρίς φόβο, λέγοντας πάντα την αλήθεια και μένοντας αυτοί που είμαστε. Καθαροί δηλαδή.
Είμαστε σε ένα σταυρικό σημείο εδώ, όπου πέρασαν και διασταυρώθηκαν πολλοί πολιτισμοί. Οι πολιτισμοί αυτοί πρέπει να συνυπάρξουν. Δεν μπορεί ο ένας πολιτισμός να καβαλήσει τον άλλο. Δηλαδή δεν μπορούμε να κυριαρχήσουμε στο σύνοικο στοιχείο, ούτε κι εκείνοι πάνω μας.
Νιώθετε ότι γίνεται τέτοια προσπάθεια;
Γίνεται και από τις δύο πλευρές. Και εντός μας γίνεται. Υπάρχει, δηλαδή, μια καταπιεστική γραμμή που λέει «πάψε να είσαι Έλληνας γιατί αυτό δεν οδηγεί στην επικοινωνία». Ενώ εγώ λέω «νιώσε Έλληνας για να μπορεί να υπάρξει σωστή επικοινωνία και άσε τον άλλο να νιώθει Τούρκος για να μπορεί να υπάρξει σωστή επικοινωνία. Μην τον αφαιμάξεις από αυτό που είναι. Βρες έναν τρόπο επαφής, επικοινωνίας, πάνω σε θέματα αγάπης». Δηλαδή ο Γάλλος δεν θα απαιτήσει από τον Γερμανό να γίνει Γάλλος. Αλλά συνυπάρχουν. Το ίδιο και εμείς. Γιατί να μην συνυπάρξουμε; Θα συνυπάρξουμε όμως όντας αυτό που είμαστε. Από τη στιγμή που θα αφαιρέσουμε αυτό που είμαστε, όχι μόνο δεν θα συνυπάρξουμε, δεν θα υπάρχουμε.
Έχετε επισκεφτεί τον τόπο καταγωγής σας στα κατεχόμενα;
Όχι, δεν πήγα επειδή είπα μέσα μου, δηλαδή η ποίηση η ίδια μου είπε: «Κοίταξε Κυριάκο, εσύ –εσύ όμως, όχι οι άλλοι, η οικογένειά μου να πάει, τα παιδιά μου να πάνε– εσύ όμως μην πας». Και υπάκουσα.
Σας μιλά συχνά η ποίηση;
Πάρα πολύ. Γιατί ζω μέσα της και καθημερινά επικοινωνούμε. Θέλω να πω ότι στο όνομα της ποίησης δεν πήγα για να κρατήσω μια αμίαντη εικόνα μέσα μου, μια καθαρή εικόνα. Αλλά το τι συμβαίνει, τα ξέρω όλα. Δεν χρειάζεται να πάω απ’ έξω απ’ το συρματόπλεγμα για να δω το σπίτι μου απέναντι. Μέσα στο έργο μου το λέω αυτό το πράγμα, και στην τελευταία μου συλλογή έλεγα πως έβλεπα το σπίτι μου από το κιγκλίδωμα και ήθελε εκείνο να έρθει προς εμένα και δεν μπορούσε να περάσει. Δηλαδή, γίνεται μια επικοινωνία, υπάρχει ο σπαραγμός. Και καθημερινά πηγαίνω. Μπορώ να πω ότι έχω πάει περισσότερες φορές από οποιονδήποτε άλλο σ’ αυτό τον τόπο. Είμαι διαρκώς εκεί, άρα δεν χρειάζεται να πάω. Θέλω όμως να διατηρήσω μια αμίαντη εικόνα.
Ποια είναι η σημασία της μνήμης για σας;
Ό,τι συγκροτεί τον άνθρωπο είναι η μνήμη. Αν του αφαιρέσεις τη μνήμη τον ξεριζώνεις. Η μνήμη, ακόμα κι αν χαθούν πολλά στο πάρε δώσε, ακόμα κι αυτό που χάθηκε υπάρχει μέσα μου υπαρκτό και αμόλυντο. Έστω κι αν χάθηκε. Έστω κι αν το κατοικεί ένας ξένος ή ένας άρπαγας. Η μνήμη είναι αυτό που υπάρχει μέσα μας και που διατηρεί την εικόνα των πραγμάτων μέσα μας. Αυτό είναι η μνήμη. Αυτό το ανόθευτο που δεν χάνεται με τίποτε.
«Αν δεν δουλέψεις, δεν σου ανοίγεται ο κόσμος»
Στην πρόσφατη ποιητική σας συλλογή υπάρχει ποίημα γραμμένο το 1959. Εκδόθηκε δηλαδή εξήντα χρόνια μετά. Το επεξεργαστήκατε καθόλου; Επεξεργάζεστε ξανά τα κείμενά σας;
Ναι, πολλές φορές. Μπορεί να προσθέσεις μια λέξη, έναν στίχο ή να αφαιρέσεις κάτι. Για να μην χάνω τον λογαριασμό αριθμώ τις επεξεργασίες και τις φυλάω όλες. Παλιά σε χειρόγραφο, τώρα κατευθείαν στο κομπιούτερ. Κάποτε κι εγώ με έκπληξη βλέπω «Γραφή 20ή». Είκοσι φορές το ίδιο ποίημα το επεξεργάστηκα. Μπορεί αυτές οι 20 φορές να μου πήραν ώρες πολλές να το σκέφτομαι. Συνήθως ξυπνάω γύρω στις 4 με 5 το πρωί και εργάζομαι ώς το μεσημέρι, κάθε μέρα, εδώ και πολλά χρόνια. Η εργασία που κάνω είναι εξοντωτική. Και σήμερα ξύπνησα στις 4 το πρωί. Το βιολογικό μου ρολόι είναι πρωινό. Και το πρώτο πράγμα που κάνω είναι να ανοίξω το κομπιούτερ, αν έχω κάποια πληροφόρηση, κάποιο μήνυμα, και μετά ξεκινώ να δουλεύω. Δουλεύω πολύ γιατί πιστεύω ότι αν δεν δουλέψεις, δεν σου ανοίγεται ο κόσμος. Δεν είναι ουρανοκατέβατα τα πράγματα. Πρέπει να μοχθείς για να σου δοθούν. Μια πόρτα για να ανοίξει παραβιάζεται. Η πόρτα της ποίησης παραβιάζεται, δεν σου δίνεται εύκολα. Είναι πολύ σκληρή απέναντί σου. Και η αλήθεια δεν σου δίνεται εύκολα. Γιατί τι είναι αλήθεια; Ρώτησε ο Πόντιος Πιλάτος τον Χριστό «και τι εστί αλήθεια;». Χαμογέλασε, τι να πει; Τι να πεις σε κάποιον που δεν καταλαβαίνει; Και ξέρεις γιατί δεν κατάλαβε; Εγώ βρήκα την απάντηση: γιατί την είχε μπροστά του την Αλήθεια. Τι να του πει; Είναι τα πράγματα πολύ μπερδεμένα και περίπλοκα. Το να κάνεις ποίηση δεν είναι απλό.
Δεν είναι μια στιγμή;
Όχι, είναι πολύ επικίνδυνο πράγμα, σαν να είσαι στην άκρη των Άλπεων και από κάτω ο πιο επικίνδυνος γκρεμός. Οι λέξεις είναι το πιο επικίνδυνο πράγμα. Δεν σου δίνεται εύκολα η ποίηση. Τίποτα δεν σου δίνεται εύκολα άλλωστε σε αυτή τη ζωή. Τίποτα. Για να κατακτήσεις κάτι, πρέπει να το επιθυμήσεις πολύ, να το λαχταρήσεις. Βλέπεις, κι ένα κάστρο δεν πέφτει αν δεν πολιορκηθεί. Και η ποίηση πολιορκία χρειάζεται.
Συνέντευξη στη Μερόπη Μωυσέως / Φωτογραφίες Ελένη Παπαδοπούλου
Πολιτική Δημοσίευσης Σχολίων
Οι ιδιοκτήτες της ιστοσελίδας parathyro.politis.com.cy διατηρούν το δικαίωμα να αφαιρούν σχόλια αναγνωστών, δυσφημιστικού και/ή υβριστικού περιεχομένου, ή/και σχόλια που μπορούν να εκληφθεί ότι υποκινούν το μίσος/τον ρατσισμό ή που παραβιάζουν οποιαδήποτε άλλη νομοθεσία. Οι συντάκτες των σχολίων αυτών ευθύνονται προσωπικά για την δημοσίευση τους. Αν κάποιος αναγνώστης/συντάκτης σχολίου, το οποίο αφαιρείται, θεωρεί ότι έχει στοιχεία που αποδεικνύουν το αληθές του περιεχομένου του, μπορεί να τα αποστείλει στην διεύθυνση της ιστοσελίδας για να διερευνηθούν. Προτρέπουμε τους αναγνώστες μας να κάνουν report / flag σχόλια που πιστεύουν ότι παραβιάζουν τους πιο πάνω κανόνες. Σχόλια που περιέχουν URL / links σε οποιαδήποτε σελίδα, δεν δημοσιεύονται αυτόματα.