Παράθυρο logo
Μαρίνα Ξενοφώντος: Το Overnight Coup και το ταξίδι προς την Μπιενάλε
Δημοσιεύθηκε 20.10.2025 09:02
Μαρίνα Ξενοφώντος: Το Overnight Coup και το ταξίδι προς την Μπιενάλε

Μνήμες και αφανείς φωνές από την Κύπρο στη Βενετία

Γράφουν Χριστοθέα Ιακώβου και Ελένη Παπαδοπούλου

Με αφορμή την προβολή της ταινίας της Overnight Coup στο Διεθνές Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Κύπρου, η εικαστικός Μαρίνα Ξενοφώντος μιλά για την ταινία της: μια ποιητική αναμέτρηση με την εφηβεία, τη μνήμη και την ταυτότητα μέσα από το τοπίο της Αγίας Νάπας. Μέσα από προσωπικές εμπειρίες και συλλογικές αφηγήσεις, η δημιουργός εξερευνά τη σχέση ανάμεσα στην ατομική και πολιτική ενηλικίωση, τη μνήμη και την απώλεια, ενώ προετοιμάζεται να εκπροσωπήσει την Κύπρο στην Μπιενάλε Τέχνης της Βενετίας 2026.

Τι σε ενέπνευσε να δημιουργήσεις το Overnight Coup; Υπήρξε κάποια συγκεκριμένη στιγμή ή ιστορία που σου έδωσε την ιδέα;

Η ταινία είναι το αποτέλεσμα μιας σύνθεσης εφηβικών αναμνήσεων και βιωμάτων, τόσο των δικών μου όσο και της γενιάς μου, αλλά και μιας επιστροφής σε τόπους γεμάτους συμβολισμούς. Η έμπνευση προέκυψε όταν το 2020, μαζί με την κινηματογραφίστρια Καίτη Παπαδήμα και φίλους, επισκεφτήκαμε την Αγία Νάπα για να δείξουμε σε έναν φίλο από το εξωτερικό την παρακμή των εφηβικών μας καλοκαιριών. Εκεί ένιωσα σαν να επέστρεφα πίσω στον χρόνο, με μια αίσθηση μελαγχολίας και ανεπίλυτης νοσταλγίας· αυτό το οξύμωρο συναίσθημα που συνδέεται με το καλοκαίρι και την εφηβεία.

Με ενδιέφερε να παρατηρήσω πώς ο τόπος, η τοπογραφία και η αρχιτεκτονική της Αγίας Νάπας αντικατοπτρίζουν τις εμπειρίες μιας γενιάς που ενηλικιώνεται μέσα σε ένα περιβάλλον φθοράς και υπερβολής. Το Overnight Coup λειτουργεί ως μια αποσπασματική βιογραφία μέσα από τη ματιά της γεωγραφίας και της μνήμης, ακολουθώντας μια ομάδα κοριτσιών από τη Λεμεσό στην Αγία Νάπα. Περισσότερο από μια ιστορία, είναι μια προσπάθεια να αποτυπωθεί το αίσθημα του καλοκαιριού εκείνης της ηλικίας· η ρευστότητα, οι φιλίες που δοκιμάζονται, η αμήχανη τρυφερότητα της σεξουαλικότητας και ο τρόπος που όλα αυτά χαράζονται στον τόπο και στον χρόνο.

Πώς βλέπεις τη σχέση μεταξύ των προσωπικών αφηγήσεων για την ενηλικίωση και της πολιτικής ενηλικίωσης ενός έθνους;

Οι ατομικές εμπειρίες δεν υπάρχουν ποτέ σε κενό· διαμορφώνονται πάντα μέσα σε ένα ευρύτερο κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο. Αντίστοιχα, η πολιτική ενηλικίωση ενός έθνους εξαρτάται από το κατά πόσο μπορεί να ακούσει τις φωνές που το συνθέτουν. Σε μια συζήτηση με την κινηματογραφίστρια και μουσικό Yashaswini Raghunandan, είχε κάνει έναν συμβολικό σύνδεσμο, σαν η Κύπρος να είναι ένα κράτος-έφηβος.

Το Overnight Coup διαδραματίζεται γύρω από την επέτειο του πραξικοπήματος του 1974, ενός γεγονότος που εξακολουθεί να καθορίζει τη συλλογική μας συνείδηση. Η Αγία Νάπα, ένα πρώην ήσυχο ψαροχώρι που τώρα βρίσκεται δίπλα σε μία από τις βρετανικές στρατιωτικές βάσεις (σύμβολο της αποικιοκρατικής επιρροής), γίνεται σκηνικό αυτής της αντίφασης: ανάμεσα στην ιστορική ένταση και τη σύγχρονη επιπολαιότητα. Οι χαρακτήρες κινούνται μέσα σε αυτή τη διττή κατάσταση, ανάμεσα στην προσωπική ενηλικίωση και τη συλλογική, ακόμη εκκρεμή, ωρίμανση της χώρας· η ευαλωτότητά τους καθρεφτίζει μια κοινωνία που προσπαθεί να συμφιλιωθεί με το παρελθόν της, ενώ αναζητά το μέλλον της.

Οι πρωταγωνίστριες της ταινίας δεν είναι επαγγελματίες ηθοποιοί. Γιατί έκανες αυτή την επιλογή και πώς τις καθοδήγησες κατά τη διάρκεια της δημιουργίας της ταινίας;

Πριν ξεκινήσουν τα γυρίσματα, είχα αρχίσει να κάνω κάστινγκ με επαγγελματίες ηθοποιούς. Γρήγορα όμως συνειδητοποίησα ότι μια τέτοια προσέγγιση δεν θα λειτουργούσε γι' αυτό το συγκεκριμένο φιλμ. Ήθελα να διατηρήσω την αμηχανία, την αθωότητα και τη φυσικότητα των σωμάτων και των βλεμμάτων· αυτές τις λεπτές, αληθινές ποιότητες που δύσκολα υποκρίνονται.

Στη διαδικασία συμμετείχε και η Πολυξένη Σάββα, που ήταν παρούσα και στο στάδιο του κάστινγκ και είχε ουσιαστικό ρόλο στην καθοδήγηση των κοριτσιών. Ήταν σημαντικό για μένα να είναι ξεκάθαρο σε όλους τι ακριβώς κάναμε και τι προσπαθούσαμε να δημιουργήσουμε· ένα έργο πιο κοντά στην παρατήρηση παρά στην ερμηνεία, όπου η παρουσία έχει μεγαλύτερη σημασία από τον ρόλο. Ίσως όλα να μου φάνηκαν πιο γνώριμα όταν είδα αυτά τα κορίτσια, που γνωρίζω προσωπικά, να αναπαριστούν εμπειρίες οικείες σε μένα, στους φίλους μου αλλά και στις ίδιες.

Τη Λίλυ τη γνωρίζω από τότε που ήταν παιδί· είναι η κόρη της Χριστίνας Λάμπρου, θεωρητικού τέχνης. Η Μαρίνα είναι η κόρη της αγαπημένης καλλιτέχνιδας Κυριακής Κώστα, η Ιφιγένεια φίλη της Μαρίνας· μου θύμιζε τη δική μου κολλητή εμφανισιακά, αλλά είχε και τις ιδιορρυθμίες μιας άλλης φίλης από την εφηβεία μου. Όσο για τη μικρότερη, τη Νεφέλη, είναι η κόρη της αδερφής μου και η μούσα μου από τότε που ήταν παιδί.

Θεωρείς το Overnight Coup ως ένα τελικό κεφάλαιο ή ως την αρχή μιας νέας κατεύθυνσης στο έργο σου;

Θα έλεγα πως το Overnight Coup λειτουργεί περισσότερο ως επίλογος ενός κύκλου δουλειάς που περιλαμβάνει τα εφηβικά και νεανικά μου χρόνια, καθώς και την τέχνη που παρήγαγα τότε· ένα είδος ωδής στο «ρομαντικό παιδί». Μέσα από αυτό το έργο ένιωσα πως ολοκληρώνεται ένα κεφάλαιο της πορείας μου. Δεν πρόκειται απαραίτητα για την αρχή μιας εντελώς νέας κατεύθυνσης, αλλά μάλλον για μια φάση μετάβασης· μια ήρεμη μετατόπιση προς κάτι επόμενο που ακόμη διαμορφώνεται.

Μπορείς να μας πεις λίγα λόγια για τη συνεργασία με το Υφυπουργείο Πολιτισμού και τους φορείς στη Βιέννη και τη Στοκχόλμη; Πώς διαμόρφωσε το έργο αυτός ο διεθνής διάλογος; 

Έκανα την αίτηση στο Υφυπουργείο Πολιτισμού μέσω του προγράμματος ανεξάρτητης παραγωγής για την πρώτη ταινία μικρού μήκους. Το έργο επιλέχθηκε. Στη συνέχεια, κατά τη διάρκεια της έκθεσής μου στο Camden Art Center στο Λονδίνο, προέκυψε η συνεργασία με την επιμελήτρια Attilia Fattori Franchini, που δραστηριοποιείται στο Kunstverein Gartenhaus, έναν μη κερδοσκοπικό χώρο στη Βιέννη αφιερωμένο στη σύγχρονη τέχνη, με έμφαση στο φιλμ, την περφόρμανς, τον ήχο και τη νέα γραφή.

Παράλληλα, είχα αρχίσει μια συνομιλία με την επιμελήτρια Emily Fahlén και τον οργανισμό Mint στη Στοκχόλμη. Το Mint, εστιάζοντας στη σύγχρονη τέχνη και την ποίηση, προωθεί πειραματικές πρακτικές, διαγενεακές συναντήσεις και site-specific παρεμβάσεις. Και οι δύο χώροι και οι επιμελήτριες ενδιαφέρθηκαν για το φιλμ και το στήριξαν μαζί, και με διάλογο, στην παραγωγή του έργου. Και στους δύο χώρους παρουσιάστηκε ένα διαφορετικό μοντάζ της ταινίας από το σινεμά, με τη μουσική και τον ήχο της Yashaswini Raghunandan και πλαισιωμένο με παράλληλα έργα της δουλειάς μου.

Θα εκπροσωπήσεις τη χώρα μας στην Μπιενάλε Τέχνης 2026, στη Βενετία. Πώς νιώθεις που έχεις επιλεχθεί; Θες να μας πεις περισσότερα για την ομάδα; 

Είναι μεγάλη τιμή να έχω επιλεχθεί να εκπροσωπήσω τη χώρα μας στην Μπιενάλε Τέχνης 2026 στη Βενετία, και ταυτόχρονα μια μεγάλη ευθύνη. Την επιμέλεια της συμμετοχής αναλαμβάνει ο Kyle Dancewicz, Deputy Director του Sculpture Center, με τον οποίο έχουμε συνεργαστεί στο παρελθόν και με τον οποίο αναπτύξαμε από κοινού την πρόταση. Η συνεργασία μας βασίζεται σε μια βαθιά κατανόηση του έργου και των θεμάτων που με απασχολούν, όπως και η Κύπρος ως μεθοδολογία. Στο έργο δουλεύω επίσης με ορισμένα αρχεία και με έναν πολύ αγαπημένο φίλο και συνεργάτη. Όλες οι λεπτομέρειες της ομάδας και της παρουσίασης θα ανακοινωθούν σύντομα...

«It rests to the bones». Τι ξεκουράζεται στα κόκκαλα; 

Αναπαύεται στα κόκκαλα, θα έλεγα. Η φράση μιλά για κάτι που δεν βρίσκεται πλέον στην επιφάνεια, αλλά βαθιά μέσα στο σώμα, και ίσως πεθαίνει· στη μνήμη. Ένα κάποιο αίσθημα, μια εμπειρία χαραγμένη στα θεμέλιά μας. Δύσκολη να την προσδιορίσεις, μα που σε προσδιορίζει. 

Η πρότασή σου, σύμφωνα με το σκεπτικό της επιτροπής [που μας ανακοινώθηκε], «όχι μόνο πραγματεύεται καίρια ζητήματα των δύσκολων εποχών που διανύουμε, αλλά και αποκαλύπτει με ευαισθησία μικροϊστορίες του κυπριακού χώρου». Πού ανατρέχεις για να βρεις αυτές τις μικροϊστορίες;

Το έργο αναπτύσσεται μέσα από μια διαδικασία αποδόμησης και αναδιαμόρφωσης, εξερευνώντας πώς οι προσομοιώσεις, οι παραφράσεις και τα συμβολικά αντικείμενα μπορούν να λειτουργήσουν ως εργαλεία κριτικής επαναδιατύπωσης. Το όλο έργο βασίζεται σε μια ηθική της ακρόασης και στη γνώση που πηγάζει από συγκεκριμένα πλαίσια. Αντλεί από φεμινιστικές και αντι-αποικιοκρατικές μεθοδολογίες που εκτιμούν τις προφορικές ιστορίες και μορφές γνώσης που συχνά παρατηρώ πως αποκλείονται από τα θεσμικά αρχεία. Θέλει να δώσει προτεραιότητα σε μορφές αναπαράστασης. Δίνοντας σημασία στο οικιακό, το λαϊκό, το καθημερινό, η ιδέα του πρότζεκτ αντιστέκεται σε γραμμικές, εθνικιστικές ή πατριαρχικές ερμηνείες της ιστορίας. Οι ιστορίες που συλλέγω προέρχονται από δημόσια ή ιδιωτικά αρχεία, βιβλιοθήκες, αλλά και από πιο ανεπίσημες διαδρομές, προφορικές αφηγήσεις, οικογενειακές μνήμες. Συχνά ξεκινούν από μια προσωπική παρατήρηση, έναν χώρο, ένα μνημείο ή ένα φαινομενικά ασήμαντο αντικείμενο.

Πρόκειται για μία εγκατάσταση γλυπτών, βίντεο και ήχου. Θα δούμε την Twice;

Η ιδέα της Twice ξεκίνησε με ένα βιντεοπαιχνίδι το 2018 και ολοκληρώνεται στα πλαίσια μιας ατομικής έκθεσης στο Musée Cantonal des Beaux-Arts στην Ελβετία στις αρχές Φεβρουαρίου. Άρα η Twice θα βρίσκεται στη Λωζάνη.

Συλλογική πολιτιστική μνήμη, τεχνολογική ανάπτυξη και φωνές γυναικών είναι μερικά στοιχεία που φαίνεται να απασχολούν την έρευνά σου ως καλλιτέχνιδα. Τι είναι αυτό που σε ενεργοποιεί γύρω από αυτές τις έννοιες; 

Όλα είναι αλληλένδετα. Η τεχνολογία επηρεάζει το πώς θυμόμαστε, τι καταγράφεται και τι χάνεται. Οι φωνές των γυναικών, ειδικά μέσα από την άτυπη γνώση, την προφορική παράδοση ή τη λαϊκή κουλτούρα, συχνά μένουν στο περιθώριο των επίσημων αφηγήσεων. Με ενδιαφέρει πώς η συλλογική μνήμη συγκροτείται ή χειραγωγείται και τι ρόλο παίζουν η τεχνολογία, η αναπαράσταση, η αφήγηση, η εξουσία μέσα σε αυτό.

Όταν δημιουργώ έργα γύρω από αυτά τα θέματα που με απασχολούν, το κάνω μέσα από μια προσωπική γλώσσα, μια γλώσσα που οφείλει τη μορφή της σε λεπτές χειρονομίες, αποσπασματικές αφηγήσεις και παραγνωρισμένες λεπτομέρειες, που υπάρχουν γύρω μου και κουβαλούν συναισθηματικό, χρονικό και κοινωνικοπολιτικό βάρος. Η αφετηρία για μένα είναι συχνά η ένταση ανάμεσα στη μνήμη και την απώλεια, όχι μόνο ως προσωπικό βίωμα, αλλά και ως συλλογικό, πολιτιστικό υπόστρωμα.

Πέρσι, αποσύρθηκε η έκδοση που συνόδευε την εκπροσώπηση της Κύπρου στην Μπιενάλε Αρχιτεκτονικής. Είναι κάτι που σε προβληματίζει για τη δική σου συμμετοχή;

Η ελευθερία του λόγου είναι αναπόσπαστο κομμάτι της τέχνης και θεωρώ πως δεν είναι διαπραγματεύσιμη. Είναι ο ίδιος ο πυρήνας της. Τα θεσμικά όργανα της τέχνης θα πρέπει να υπερασπιστούν τον θεμελιώδη ρόλο τους: να αποτελούν χώρους ελεύθερης έκφρασης, διαλόγου και κριτικής σκέψης.

Στιγμιότυπα από την ταινία: Overnight Coup, 2025, 16 min, 16mm film/Mini DV BTS Marietta Mavrokordatou

Tags