Ποιες λέξεις είναι πραγματικά ελληνικές;

ΠΑΡΑΘΥΡΟ Δημοσιεύθηκε 27.6.2022
Modern vaporwave futuristic greek statue illustration print with distorted unknown slogan for graphic tee t shirt or poster - Vector

Γράφει ο Σπύρος Αρμοστής*


Πρόσφατα σε μια διαδικτυακή συζήτηση τέθηκε το ερώτημα γιατί κάποια ακρωνύμια, όπως «ΑΕΚ», τονίζονται στην παραλήγουσα, ενώ κάποια άλλα, όπως «ΑΕΛ», τονίζονται στη λήγουσα. Ειδικά με αφορμή το ζεύγος «ΑΕΚ vs ΑΕΛ», διατυπώθηκε η υπόθεση πως ίσως το τελικό «Λ» να «ελκύει» τον τόνο. Απάντησα πως η υπόθεση αυτή ίσως έχει κάποια βάση, αφού εάν ψάξουμε τις ελληνικές λέξεις που λήγουν σε «-λ», θα δούμε ότι στη συντριπτική τους πλειοψηφία τονίζονται στη λήγουσα (π.χ. Ισραήλ, Ραφαήλ, αλκοόλ, τηλεκοντρόλ, Βαβέλ, νορμάλ, μπανάλ κ.ά.), ενώ είναι λίγες εκείνες που τονίζονται αλλού (π.χ. Άβελ, πάνελ, σίριαλ, σνίτσελ κ.ά.). Επομένως, ψυχογλωσσολογικά μιλώντας, το μυαλό μας ενδεχομένως να έχει συσχετίσει στατιστικά το ληκτικό «-λ» με τον τονισμό στη λήγουσα· αν ισχύει όντως αυτό, συνεπάγεται πως αν πλάσω μια καινούργια ελληνική λέξη που να λήγει σε «-λ», όπως ένα καινούργιο ακρωνύμιο, τότε θα ενεργοποιηθεί αυτή η συσχέτιση και θα τονιστεί το ακρωνύμιο στη λήγουσα. Ίσως και να υπάρχει κάποια καλύτερη ερμηνεία από αυτήν που προτείνω. Αυτό όμως που έκανε τη συζήτηση ακόμη πιο ενδιαφέρουσα ήταν η (αναμενόμενη) ένσταση που διατυπώθηκε στη συνέχεια: «μα αυτές δεν είναι ελληνικές λέξεις».

Τι σημαίνει όμως «ελληνική λέξη»; Ο κόσμος ταυτίζει την έννοια «ελληνική λέξη» με την έννοια «λέξη ελληνικής καταγωγής», κάτι που σημαίνει πως οι δάνειες λέξεις δεν θεωρούνται ελληνικές. Έλα όμως που οι προαναφερθείσες λέξεις που λήγουν σε «-λ» υπάρχουν στο νοητικό μας λεξικό και -εάν η υπόθεσή μου ευσταθεί- ασκούν επίδραση στον σχηματισμό νέων ακρωνυμίων σε «-λ»! Μάλλον λέξεις όπως η αγγλική until («μέχρι»), η γαλλική appel («κλήση»), η τουρκική bakkal («μπακάλης») κ.ά. δεν επηρεάζουν την προαναφερθείσα συσχέτιση με τον ίδιο τρόπο όπως οι λέξεις Ισραήλ και τηλεκοντρόλ. Γιατί; Επειδή δεν είναι κοινό κτήμα των ελληνοφώνων, παρά μόνο όσων έχουν μάθει αγγλικά, γαλλικά, τουρκικά κ.λπ. ως ξένες γλώσσες. Ενώ λέξεις όπως το αλκοόλ είναι κοινό κτήμα και βρίσκονται σε ευρεία χρήση. Επομένως, η λέξη appel δεν είναι ελληνική, αλλά ξένη (γαλλική συγκεκριμένα), ενώ η λέξη νορμάλ είναι ελληνική (με γαλλική καταγωγή). Άρα άλλο οι ξένες λέξεις και άλλο ο δάνειες: οι μεν δεν ανήκουν στο λεξιλόγιό μας, οι δε ανήκουν. Αν πω την πρόταση «είδα ένα εντυπωσιακό demolition» αντιλαμβάνομαι ότι άλλαξα γλώσσα ενώ μιλούσα, ενώ θα καταλάβεις ότι μιλούσα για κατεδάφιση μόνο εάν γνωρίζεις αγγλικά. Αν πω όμως «ο Ραφαήλ λατρεύει το σνίτσελ και το αλκοόλ», τότε ούτε νιώθω ότι άλλαξα τέσσερις γλώσσες μέσα σε μια πρόταση, ούτε χρειάζεται να γνωρίζεις εβραϊκά, γερμανικά και γαλλικά για να καταλάβεις το περιεχόμενό της: χρειάζεται να ξέρεις μόνο ελληνικά, διότι όλες οι λέξεις της πρότασης είναι ελληνικές.

Άρα η καταγωγή μιας λέξης δεν είναι το κριτήριο για το εάν μια λέξη είναι ελληνική ή όχι. Η χρήση το ορίζει. Ούτε αποτελεί πραγματικά κριτήριο το εάν οι λέξεις είναι άκλιτες ή κλιτές: π.χ. το σάντουιτς είναι ξένη λέξη, αλλά το σαντουιτσάδικο είναι ελληνική; …ή ντεμί ελληνική; Αν και η προσαρμογή στην ελληνική κλιτική μορφολογία είχε προταθεί στο παρελθόν ως κριτήριο διαχωρισμού ελληνικών και ξένων λέξεων, είναι κι αυτό προβληματικό. Η λέξη εξελληνίζεται ούτως ή άλλως: αν όχι μορφολογικά (π.χ. τουρκικό top → ελληνικό τόπι), σίγουρα φωνολογικά, ενώ μπορεί στα ελληνικά να έχει ξεχωριστό σημασιολογικό περιεχόμενο: π.χ. το ελληνικό ρετιρέ προέρχεται από το γαλλικό retiré αλλά δεν σημαίνουν το ίδιο πράγμα. Όσον αφορά τη φωνολογική προσαρμογή, η λέξη σάντουιτς για παράδειγμα είναι στα ελληνικά τρισύλλαβη περιέχοντας τα φωνήεντα [a], [u] και [i], ενώ το τελευταίο σύμφωνο είναι το [ʦ]· το αγγλικό sandwich από την άλλη είναι δισύλλαβο, ενώ περιέχει μη ελληνικούς φθόγγους: τα φωνήεντα [æ] και [ɪ], το ληκτικό σύμφωνο [ʤ] ή [ʧ] (αναλόγως διαλέκτου), και το ημίφωνο [w] (άσε που το σύμφωνο [d] μπορεί και να μην προφερθεί).

Το πραγματικό κριτήριο για την ελληνικότητα μιας λέξης είναι εν τέλει η χρήση. Αν στο ταμείο πεις «Ένα [sændwɪʧ] παρακαλώ», τότε θα θεωρήσουν πως μάλλον έχεις μεγαλώσει σε αγγλόφωνη χώρα ή το παίζεις αγγλομαθής. Αλλά θα σε δουν με πολύ πιο παράξενο ύφος εάν ζητήσεις αμφίψωμο, την υποτιθέμενη ελληνική εκδοχή του σάντουιτς: αν το κριτήριο για την ελληνικότητα της λέξης είναι η χρήση, τότε η αχρησιμοποίητη λέξη αμφίψωμο δεν ανήκει στο ελληνικό λεξιλόγιο. Γι’ αυτό όποτε με ρωτούν ποια είναι η ελληνική λέξη για το σάντουιτς, απαντώ: «Μα το σάντουιτς φυσικά: είναι ήδη ελληνική λέξη».

*Γλωσσολόγος, Πανεπιστήμιο Κύπρου

Πολιτική Δημοσίευσης Σχολίων
Οι ιδιοκτήτες της ιστοσελίδας parathyro.politis.com.cy διατηρούν το δικαίωμα να αφαιρούν σχόλια αναγνωστών, δυσφημιστικού και/ή υβριστικού περιεχομένου, ή/και σχόλια που μπορούν να εκληφθεί ότι υποκινούν το μίσος/τον ρατσισμό ή που παραβιάζουν οποιαδήποτε άλλη νομοθεσία. Οι συντάκτες των σχολίων αυτών ευθύνονται προσωπικά για την δημοσίευση τους. Αν κάποιος αναγνώστης/συντάκτης σχολίου, το οποίο αφαιρείται, θεωρεί ότι έχει στοιχεία που αποδεικνύουν το αληθές του περιεχομένου του, μπορεί να τα αποστείλει στην διεύθυνση της ιστοσελίδας για να διερευνηθούν. Προτρέπουμε τους αναγνώστες μας να κάνουν report / flag σχόλια που πιστεύουν ότι παραβιάζουν τους πιο πάνω κανόνες. Σχόλια που περιέχουν URL / links σε οποιαδήποτε σελίδα, δεν δημοσιεύονται αυτόματα.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ
Σιωπηλές κλήσεις

Σιωπηλές κλήσεις

Σιωπηλές κλήσεις

Για τι μιλάμε όταν μιλάμε για τη γλώσσα;

Για τι μιλάμε όταν μιλάμε για τη γλώσσα;

Για τι μιλάμε όταν μιλάμε για τη γλώσσα;