Παράθυρο logo
Άρχισαν τα όργανα... «rewind»
Δημοσιεύθηκε 17.11.2025 09:30
Άρχισαν τα όργανα... «rewind»

Είναι πια κουραστικό, δεν είναι; Κρατικά βραβεία Λογοτεχνίας και κάθε χρόνο ένα παραμύθι με παράπονα κατακλύζει έναν θεσμό που αναδεικνύει τις εκδόσεις της χρονιάς που αξίζουν - τουλάχιστον για την εκάστοτε επιτροπή [ή μάλλον όχι;]. Τέτοιο καιρό, λοιπόν [όπως συνήθως], συνέβη το αναμενόμενο. Για κάποιους οι βραβευθείσες εκδόσεις δεν αξίζουν και το «φιλμ» γυρίζεται ξανά: δημιουργούνται κλίκες και αλληλοκατηγορούνται - τι σημαίνει τελικά λογοτεχνικό έργο, ελευθερία έκφρασης, αξιοκρατία και κριτική; Αυτά είναι μερικά από τα ζητήματα που τίθενται κάθε φορά προς συζήτηση ή καβγά. Φέτος, όμως, το πράγμα προχώρησε από το παρασκήνιο και τα πηγαδάκια ψιθυρολογίας στον κύκλο των λογοτεχνών, και γενικότερα των καλλιτεχνών. Ο Κυριάκος Ιωάννου, πρόεδρος της Επιτροπής για τα Κρατικά Βραβεία Λογοτεχνίας των εκδόσεων 2024, πήρε την πρωτοβουλία να μεταφέρει τις ανησυχίες του στην υφυπουργό Πολιτισμού, δρα Βασιλική Κασσιανίδου σε μια συνάντηση στην Ιφιγενείας, περί τα μέσα Σεπτεμβρίου, στην παρουσία της διευθύντριας του Τμήματος Σύγχρονου Πολιτισμού, Ιωάννας Χατζηκωστή και ανώτερης πολιτιστικής λειτουργού του ίδιου τμήματος. Εκεί, στην ουσία, σύμφωνα με τη γραπτή δήλωση που απέστειλε σε δημοσιογράφους, ο κ. Ιωάννου, στοχοποιεί μέλη της επιτροπής, λέγοντας πως «δεν είχαν επιστημονική ή και επαγγελματική ή και εμπειρική σχέση με την (παλιότερη και τη σύγχρονη) κυπριακή λογοτεχνία», προσθέτοντας ότι «ένα μέλος ειδικεύεται στη μετάφραση, ενώ ένα άλλο μέλος στην αγγλική λογοτεχνία». Εάν μπείτε στη διαδικασία να δείτε τη σύνθεση της επιτροπής δεν νομίζω να μην καταφέρετε να εντοπίσετε για ποια πρόσωπα αναφέρεται. Σε κάθε περίπτωση, το ζήτημα, που ίσως τίθεται εδώ, είναι εάν αυτή η κίνηση του προέδρου πάει πέρα από τις αρμοδιότητες και εάν τελικά σέβεται ή όχι τον ρόλο της κριτικής επιτροπής. Επιπλέον, εάν η σύνθεση, της οποίας προεδρεύεις, τυγχάνει αυτών των σοβαρών, καθεαυτών, αδυναμιών, γιατί συνέχισε μέχρι τέλους αφού τα αποτελέσματα δεν ανταποκρίνονταν στο πραγματικό «αξιόλογο» λογοτεχνικό προϊόν της Κύπρου; 

Πάντως, πρέπει να πούμε, ότι ο κ. Ιωάννου, αποκάλυψε, ακόμη, ότι «τόσο πέρσι όσο και φέτος, δεν επιλέγονταν πάντα τα πιο αξιόλογα έργα», κάνοντας λόγο για «αφοριστικό αποκλεισμό» ποιητικών συλλογών «επειδή, άκουσον-άκουσον, οι δημιουργοί τους αποτόλμησαν να εντάξουν στο έργο τους το χριστιανικό στοιχείο ή και τα αρνητικά συμπαρομαρτούντα της τουρκικής εισβολής του 1974». Από την άλλη δε, η λογοτέχνιδα, Αντωνίνη Σμυρίλλη στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης, έθεσε μία άλλη εκδοχή: «Να μας πείτε και πόσα βιβλία διαχρονικά προσπερνιούνται επειδή δεν εμπεριέχουν το χριστιανικό στοιχείο και τις εθνικιστικές σας εμμονές. Να μας πείτε πόσοι καλλιτέχνες περιθωριοποιούνται επειδή δεν σας εκθειάζουν. Να μας πείτε γιατί όταν κάτι δεν σας βολεύει κράζετε, αλλά την καρέκλα και τα βραβεία ουδέποτε απαρνιέστε».

Η αλήθεια είναι ότι, ίσως, ναι, και να υποβαθμίστηκε το έργο, αντιστοίχως των εκδοχών που παρουσιάζονται πιο πάνω, σε περίπτωση που η όποια υποκειμενική οπτική να θεωρούσε αναχρονιστικές ή και επικίνδυνες τις όποιες απόψεις. Όλα, όμως, βασίζονται σε ένα υποκειμενικό πλαίσιο, ακόμη και τούτο το κείμενο. Επομένως, είναι αναμενόμενο ότι θα υπάρξει η όποια διαφωνία. Όμως, αλήθεια, το 2025 μας απασχολεί εάν ένας νέος λογοτέχνης, ο οποίος βραβεύθηκε [έστω κι αν κάποιος διαφωνεί], εκφράζει τον «μισελληνισμό» του, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο κ. Ιωάννου; 

Είναι άραγε η φράση «το γαλανόλευκο πάντα είχε τρόπο να μας χρεώνει τη μεγαλύτερη ταρίφα» [σελ. 59], ένδειξη κακής ποιότητας έργου ενός νέου λογοτέχνη;

Αυτό θα έλεγα πως, μάλλον, κατά τη δική μου άποψη, να είναι και ένα θέμα ελευθερίας έκφρασης. Πότε την περιορίζουμε; Μήπως όταν διαφωνούμε;  

Στο παρελθόν, φυσικά, έγινε και το εξής. Δεν δόθηκε καν βραβείο γιατί κανένα από τα υποψήφια έργα δεν συγκέντρωσε την πλειοψηφία [π.χ. πέρσι με τα κρατικά βραβεία μυθιστορήματος και δοκιμίου/μελέτης]. Λέτε να μην έχουμε αξιόλογα έργα; 

Το 2017, έκαναν σχετική δήλωση και τέσσερις λογοτέχνες, στην οποία επιθυμώ να στρέψω την προσοχή. Κι αυτή, επιχειρούσε να δείξει, όπως και ο κ. Ιωάννου, ότι η διαδικασία και γενικότερα ο θεσμός είναι προβληματικός, επειδή ακριβώς στήνεται, όπως ισχυρίζονται, σε υποκειμενικά ή άλλα κριτήρια. Αυτός ο θεσμός σίγουρα δεν προάγει τον πολιτισμό, εάν δούμε τι συμβαίνει μόλις ανακοινωθούν τα αποτελέσματα. 

Είναι πραγματικά θλιβερό αυτό που παρακολουθούμε κάθε Νοέμβρη, αφού κάθε φορά το μόνο που υπονομεύεται είναι η αξία της ύπαρξης της τοπικής παραγωγής λογοτεχνικών έργων και κατ' επέκταση της ελευθερίας έκφρασης. 

Πρόβλημα, ουσιαστικά, σοβαρό, θα μπορούσε να πει κανείς ότι είναι εν πολλοίς ένας θεσμός-άλλοθι «για την ανυπαρξία κρατικής στήριξης προς τους μαχόμενους, μακριά και έξω από κυκλώματα, Κύπριους λογοτέχνες», όπως ειπώθηκε - τότε, πριν από 8 χρόνια. 

[Η λέξη «rewind» επιλέχθηκε εσκεμμένα διότι ο γραπτός λόγος δεν μένει στάσιμος, σμίγει κι αυτός με την κουλτούρα που εξελίσσεται. Όχι πάντα προς την κατεύθυνση που μας αρέσει, ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει πως ξεχνάμε τον γλωσσικό πλούτο, π.χ. της ελληνικής ή της κυπριακής ποικιλίας. Μάλλον είναι μία πράξη εναντίωσης στην προσκόλληση κάποιων ιδεών. Αυτά για το κιτάπι <kitápi].