Παράθυρο logo
Το καρουσέλ της Αμμοχώστου
Δημοσιεύθηκε 27.11.2025 13:43
Το καρουσέλ της Αμμοχώστου

Γράφει η Βίβιαν Αβρααμίδου Πλουμπή*

Μερικές φορές, δυο ώρες μπορούν να χωρέσουν μέσα τους εκατομμύρια λεπτά παραπάνω από όσα μετράμε με τη γη που στρέφεται γύρω από τον εαυτό της. Ειδικά όταν αυτές οι δύο ώρες είναι μια «επιστροφή» στον τόπο όπου γεννήθηκες. Βρέθηκα ξανά στην Αμμόχωστο. Λέω «βρέθηκα», γιατί κάθε επίσκεψη στα κατεχόμενα μέρη της πατρίδας μου με κάνει να αισθάνομαι ουρανοκατέβατη. Σαν να μην χρειάστηκε να κρατήσω διαβατήριο, να το δώσω σε έναν Ελληνοκύπριο αστυνομικό, όπως κάνω όταν φεύγω από την Κύπρο· ούτε να το περάσω κάτω από το διαχωριστικό τζάμι, για να το ελέγξει ένας αξιωματικός ενός καθεστώτος που κανείς δεν αναγνωρίζει — κι όμως υπάρχει. Λέω «βρέθηκα», λες και δεν ήμουν εγώ που κάποτε δήλωνα πως «στον τόπο μου θα γυρίσω μόνο με το κεφάλι ψηλά». «Βρέθηκα», λες και δεν έφυγα ποτέ.

Πέρασαν πενήντα ένα χρόνια… Όχι, τίποτα δεν άλλαξε από τότε που ο τόπος μας χωρίστηκε στα δύο. Εγώ άλλαξα. Κατάλαβα πως η άρνηση να αποδεχτώ την πραγματικότητα δεν θα με άφηνε ποτέ να δω ξανά τους τόπους μας· κι η χαμένη θα ήμουν εγώ. Κανενός Ερντογάν δεν θα ίδρωνε το αφτί αν επέμενα να κάθομαι στον καναπέ μου, κοιτάζοντας έναν ξένο κόσμο απ’ το παράθυρο και κλαίγοντας τη μοίρα που μας έλαχε — ή που μας έφεραν· ή στην οποία οδηγηθήκαμε με τα δικά μας λάθη και παραλείψεις. Άλλαξα όμως και με έναν ακόμη τρόπο: συνειδητοποίησα πως όσο δεν γνωρίζω τους συμπολίτες μου της άλλης κοινότητας, όσο δεν ακούω τις αγωνίες τους και δεν βρίσκω έναν τρόπο να μιλήσω μαζί τους στην ίδια γλώσσα, η λύση για την επανένωση που τόσο επιθυμώ δεν θα έχει διάρκεια. «Όπως το 1960», μου είπε η Τουρκοκύπρια φίλη μου, η Σίμκε. Ναι… όπως το 1960.

«Βρέθηκα»· γιατί εκείνα τα στοιχεία της καθημερινής πραγματικότητας που θα με ενοχλούν πάντα — όπως το να δείχνω το διαβατήριό μου δύο φορές, σε δύο α-νόητες συνεχόμενες φάσεις, ενώ βρίσκομαι μέσα στην πατρίδα μου — έχουν πια συμπιεστεί τόσο πολύ από την τελική επιθυμία, τον τελικό στόχο, που περνούν χωρίς να τα επεξεργάζομαι τη στιγμή που συμβαίνουν.

Αλλιώς άρχισα αυτό το σημείωμα κι αλλιώς το συνεχίζω. Ήθελα να σας πω πως, όσο βρίσκομαι στην Αμμόχωστο, ένα δίωρο μπορεί να χωρέσει μέσα του μισό και παραπάνω αιώνα. Ναι, γυρνάω πίσω στον χρόνο κάθε φορά που βρίσκομαι στην πόλη όπου γεννήθηκα. Βλέπω μπροστά μου στιγμές του παρελθόντος, σκηνές με μένα σε διαφορετικές ηλικίες· σκηνές γεμάτες χρώμα, άρωμα και — πάνω απ’ όλα — ήχο. Άλλοτε είναι το τραγούδι της «κυρά Μαρίας», ή εκείνες οι δύο βιολέτες που έπρεπε από χρόνια να είναι μαζί στο ίδιο βάζο. Άλλοτε οι Poll, με την κραυγή τους προς τον Άνθρωπο. Άλλοτε η μικρή Ελένη που κάθεται και κλαίει. Μα τις πιο πολλές φορές, είναι οι Bee Gees των τελευταίων μας χρόνων στην πόλη, να τραγουδούν: «… I could never see tomorrow / I was never told about the sorrow / And how can you mend a broken heart?…»

Σ’ αυτό το παιχνίδι που παίζει ο χρόνος μαζί μου, οι συμπρωταγωνιστές αλλάζουν. Άλλοτε η γιαγιά Θεοδώρα και ο παππούς Σάββας. Άλλοτε η παρέα στο νεανικό μας στέκι, το Edelweiss. Ή οι συμμαθητές στο Δημοτικό της Χρυσής Ακτής. Ή η αθλητική ομάδα στο γήπεδο του Ευαγόρα. Πρώτη έγνοια: να «περάσω» από το σπίτι. Σε ένα σημείο της διαδρομής όπου μας επιτρέπει ο τουρκικός στρατός να περπατάμε, σταματώ πάντα για να κοιτάξω — σε απόσταση μόλις πενήντα μέτρων — το ανοιχτό παράθυρο του υπνοδωματίου μου. Το διακρίνω καθαρά, κι ας είναι κρυμμένο πίσω από μια άγρια βλάστηση που ξεπετάχτηκε μέσα από την άσφαλτο. Στη χθεσινή μου επίσκεψη, αφού όπως πάντα εκτέλεσα το τάμα μου, με περίμενε μια αναπάντεχη εικόνα. Οι συμπρωταγωνιστές στο παιχνίδι με τον χρόνο ήταν δύο πουλαράκια. Κρυμμένα σε μια εσοχή του δρόμου, εκεί όπου κάποτε λεγόταν «οδός της Δημοκρατίας», πριν μαγαρίσουμε το όνομά της με τα ανυποχώρητα συνθήματα στους τοίχους.

Είχαν σκυμμένα τα κεφάλια, με τον τρόμο στο βλέμμα, και τον εκκωφαντικό θόρυβο των βομβαρδισμών να βουίζει ακόμη στ’ αφτιά τους. Δύο πουλαράκια στο χρώμα της σκουριάς, πίσω από ένα επίσης σκουριασμένο πλέγμα, σαν σίδερα φυλακής, κρυμμένα μισό αιώνα τώρα, το ένα με το κεφαλάκι ν’ ακουμπάει στον τοίχο — σαν να ζητούσε λίγη συμπόνια από τα κρύα ντουβάρια μιας εγκαταλειμμένης πόλης. Πριν από την εισβολή, μαζί με άλλα τρία πουλαράκια, κρατούσαν τον χορό σε ένα καρουσέλ που στριφογύριζε ανέμελα κάτω από τη μαγική μουσική. Χάριζε στα παιδιά εκείνη την ανεξήγητη χαρά που δίνει η περιστροφή: γύρω και γύρω και γύρω… Ποιος να ήξερε τότε πως αυτή η κίνηση χωρίς κατεύθυνση και προορισμό, σ’ έναν τόπο όπου η μισαλλοδοξία και ο εθνικισμός πριόνιζαν τα θεμέλια της δημοκρατίας, μόνο κακό προμήνυε.

Δεν βλέπω ποτέ τα ίδια πράγματα κάθε φορά που «βρίσκομαι» στην Αμμόχωστο. Είναι τόσα εκατομμύρια οι στιγμές που πρόλαβα να ζήσω μέχρι τα δεκαέξι μου, που θα μπορούσαν να ξεδιπλώνονται σε εκατοντάδες τέτοιες επισκέψεις. Μικρές αφορμές αρκούν. Είναι η ζωή που κόπηκε ξαφνικά — άδικα, παράλογα, βίαια. Και θα συνεχίσω, με πείσμα, να την αναζητώ, να την αναψηλαφώ και να μιλώ στους νέους για τα λάθη τα δικά μας. Ναι… λίγο πιο πάνω απ’ την οδό Δημοκρατίας, τα είδα τα δύο αλογάκια· έρημα, κρυμμένα στη σιωπή τους· μια σιωπή που μου ξέσκισε την καρδιά. Γιατί το καρουσέλ της πόλης μας σταμάτησε — αλλά συνεχίζει να γυρίζει μέσα μας.

*Συγγραφέας

Πολιτική Δημοσίευσης Σχολίων

Οι ιδιοκτήτες της ιστοσελίδας parathyro.politis.com.cy διατηρούν το δικαίωμα να αφαιρούν σχόλια αναγνωστών, δυσφημιστικού και/ή υβριστικού περιεχομένου, ή/και σχόλια που μπορούν να εκληφθούν ότι υποκινούν το μίσος/τον ρατσισμό ή που παραβιάζουν οποιαδήποτε άλλη νομοθεσία. Οι συντάκτες των σχολίων αυτών ευθύνονται προσωπικά για την δημοσίευση τους. Αν κάποιος αναγνώστης/συντάκτης σχολίου, το οποίο αφαιρείται, θεωρεί ότι έχει στοιχεία που αποδεικνύουν το αληθές του περιεχομένου του, μπορεί να τα αποστείλει στην διεύθυνση της ιστοσελίδας για να διερευνηθούν. Προτρέπουμε τους αναγνώστες μας να κάνουν report / flag σχόλια που πιστεύουν ότι παραβιάζουν τους πιο πάνω κανόνες. Σχόλια που περιέχουν URL / links σε οποιαδήποτε σελίδα, δεν δημοσιεύονται αυτόματα.