Γράφει η Μερόπη Μωυσέως
O Τουρκοκύπριος σκηνοθέτης μιλά για την ταινία «Κωδικός Αφροδίτη», η οποία θα προβληθεί στο φεστιβάλ των Καννών στις 21 Μαΐου και έχει ως θέμα τη Γιασμίν, μια γυναίκα που ερωτεύεται στη διάρκεια της ζωής της τρεις άντρες οι οποίοι συμβολίζουν τρεις σημαντικές περιόδους της σύγχρονης ιστορίας της Κύπρου

Στο πλαίσιο του φεστιβάλ των Καννών, το οποίο ξεκινά στις 16 και θα ολοκληρωθεί στις 27 Μαΐου θα προβληθεί η ταινία «Κωδικός Αφροδίτη» [αυθεντικός Kod Adi Venus] του Ταμέρ Γκαρίπ. Κεντρικός χαρακτήρας της ταινίας είναι η Γιασμίν, η οποία ερωτεύεται στη διάρκεια της ζωής της τρεις άντρες, σε τρεις διαφορετικές ιστορικές περιόδους, χαρακτηριστικές της σύγχρονης ιστορίας της Κύπρου. Γεννημένη το 1932 και μεγαλωμένη στην Αγγλία με τη γιαγιά της, η Γιασμίν έρχεται στην Κύπρο για να αναζητήσει την οικογένειά της. Η ιστορία της τρέχει παράλληλα με την ιστορία της Κύπρου:
-
Τη δεκαετία του ’50 ερωτεύεται τον Τσαρλς, Άγγλο πράκτορα στην τουρκική μυστική υπηρεσία, ο οποίος την πείθει να κατασκοπεύει την ΕΟΚΑ για λογαριασμό της υπηρεσίας. Εκεί θα αποκτήσει το κωδικό όνομα «Αφροδίτη» [Venus].
-
Έπειτα θα ερωτευτεί τον Αδάμο και θα ασπαστεί -εν τέλει- την ΕΟΚΑ.
-
Ο χρόνος περνά και το 1963 η Γιασμίν καταλήγει να βοηθά τους Τ/Κ στους τ/κ θύλακες. Όπου ερωτεύεται έναν Τ/Κ και μένουν μαζί μέχρι το 1968.
Σε κάθε ερωτική της σχέση, η Γιασμίν καλείται να αναθεωρήσει τις απόψεις της και αυτό είναι ένα ενδιαφέρον σημείο της ταινίας, όπως επίσης το ότι μετά την τουρκική εισβολή του ’74 δεν μπορεί να επικοινωνήσει με κανέναν. Η ταινία βρίθει συμβολισμών και, σύμφωνα με τον ίδιο τον σκηνοθέτη, μηνυμάτων.
Ίσως το σημείο που θα συζητηθεί περισσότερο όταν η ταινία κάνει την επίσημη πρεμιέρα της είναι το γεγονός πως ο σκηνοθέτης θεωρεί ως κομβικό σημείο στη σύγχρονη ιστορία της χώρας τη 15η και όχι την 20ή Ιουλίου 1974.
Η έρευνα και η ΤΜΤ
«Η ιδέα για την ταινία γεννήθηκε το 2002, στη διάρκεια ενός δείπνου στο Λονδίνο με τον λόρδο Χάνεϊ και μέλη της Βουλής... Συζητήσαμε το Κυπριακό και αντιλήφθηκα πως η ιστορία της Κύπρου δεν ήταν απόλυτα κατανοητή. Εκείνην τη στιγμή κατάλαβα πως ο μόνος τρόπος για να εξηγήσει κανείς τι πραγματικά συνέβη στην Κύπρο ήταν μέσα από μια δραματική ταινία», λέει ο -δυσεύρετος- Ταμέρ Γκαρίπ: «Δεν ξέρεις πόσο δύσκολο είναι να κάνεις μια ταινία χωρίς χρήματα», μου είχε πει δικαιολογώντας το δύσκολο της συνάντησής μας. Συναντηθήκαμε, εν τέλει, διαδικτυακά.
Η επιμονή του πως έχει πλησιάσει πολύ στην -μία και μοναδική;- αλήθεια προέρχεται από τη μακρά και επίπονη έρευνά του: «Ήθελα να δημιουργήσω μια ταινία με στόχο πρώτιστα το βρετανικό κοινό [σ.σ. ο ίδιος διέμενε στο Λονδίνο από το 1976 μέχρι το 2004], η οποία να βασίζεται σε πραγματικές ιστορίες, αλλά να μην είναι ντοκιμαντέρ. Πήγα στη Βρετανική Βιβλιοθήκη και ξεκίνησα την έρευνά μου για την πραγματική ιστορία της Κύπρου μέσα από τα έγγραφα του Φόρειν Όφις. Ανακάλυπτα ολοένα συναρπαστικά στοιχεία. Ο πατέρας μου ήταν της TMT και γι’ αυτό πάντα αγαπούσα τα μυθιστορήματα κατασκοπείας. Ανακάλυψα πως η Κύπρος είναι διάσημη για τον αριθμό κατασκόπων της, και στις δύο πλευρές του νησιού».
Χωρίς αποκαλύψεις, ο ίδιος αναφέρει πως παρουσιάζει στην ταινία τις συνέπειες που είχε ο ίδιος, η μητέρα του και τα αδέλφια του από τη συμμετοχή του πατέρα του στην ΤΜΤ, την παραστρατιωτική οργάνωση που δημιούργησε ο Ραούφ Ντενκτάς το 1958. «Νιώθω πως είναι μια τραγική ανθρώπινη ιστορία», σημειώνει. «Είναι τόσο λυπηρό που οι δύο κοινότητες διαχωρίστηκαν γιατί όλοι θέλουν την Κύπρο στην κατοχή τους. Τη χαρακτηρίζω ως το σημείο συνάντησης του παράδεισου με την κόλαση».
Η «αντικειμενική» αλήθεια
Χρειάστηκαν δέκα χρόνια μέχρι ο Ταμέρ Γκαρίπ να ολοκληρώσει την έρευνά του. Εν τω μεταξύ η γυναίκα του τον χώρισε γιατί ο ίδιος είχε εστιάσει όλη την προσοχή –και τα χρήματά του- στην ταινία.
«Έγραφα, έσβηνα, ξανάγραφα το σενάριο, το ονειρευόμουν και το τελειοποιούσα. Τελικά, πριν από δύο χρόνια, ήξερα πως το σενάριο ήταν έτοιμο». Τα γυρίσματα ξεκίνησαν στα κατεχόμενα τον Σεπτέμβριο του 2011 και ολοκληρώθηκαν τον Νοέμβριο του ίδιου χρόνου. Στην ταινία συμμετέχουν περίπου 200 Τ/Κ, 20 Τούρκοι και 12 Βρετανοί ηθοποιοί και κομπάρσοι. Το τεχνικό προσωπικό έφτασε από την Ολλανδία.
«Από πολιτικής άποψης, νομίζω πως η ταινία θα θίξει με αντικειμενικότητα τι πραγματικά συνέβη εδώ. Ήταν πολύ, πολύ δύσκολο να φτάσω μέχρι εδώ. Μπορεί κανείς να το επιτύχει μόνο αν κρατήσει αποστάσεις. Νιώθω λοιπόν πως, παρακολουθώντας την ταινία, οι θεατές θα πουν πως υπερασπίζομαι τον Α ή τον Β... Αν υπάρχουν δέκα άνθρωποι σε ένα δωμάτιο με δέκα διαφορετικές απόψεις για την Κύπρο, ο καθένας θα πει πως η ταινία υποστηρίζει τη δική του άποψη. Καλύπτει όλες τις πλευρές. Είναι αντικειμενική. Ωστόσο θα υπάρξουν πολλές διαφωνίες. Θα προκαλέσει αντιδράσεις».
Υπάρχει μία και αντικειμενική αλήθεια σε σχέση με το τι συνέβη στην Κύπρο; «Όταν δεν είσαι συναισθηματικά δεμένος ή δεν έχεις προσδοκίες να κερδίσεις οτιδήποτε από μια κατάσταση, τότε και μόνο τότε πετυχαίνεις. Δυστυχώς, στην Κύπρο όποιος εμπλέκεται στο κυπριακό πρόβλημα μολύνεται... Προσπάθησα πάρα πολύ να διαχωρίσω νοητικά τον εαυτό μου από το θέμα του κυπριακού προβλήματος για να φτάσω στην αντικειμενική αλήθεια. Νομίζω πως έχω πλησιάσει πιο κοντά απ’ τον καθένα... Ελπίζω πως αυτή η ταινία θα ανοίξει έναν καινούριο διάλογο ανάμεσα στις δύο κοινότητες».
Ο ίδιος αναφέρει πως η ταινία θα διχάσει και τους Ελληνοκύπριους όσο και τους Τουρκοκύπριους. «Η άκρα Δεξιά είναι και στις δύο πλευρές», επισημαίνει, επιμένοντας ωστόσο πως η ταινία θα ανοίξει κανάλια επικοινωνίας. «Τη στιγμή που θα πουν πως κάτι δεν είναι αλήθεια, τότε θα έχουν την ευκαιρία να παραδεχτούν την αλήθεια. Η ταινία δείχνει και όσα έκαναν οι Έλληνες στους Έλληνες».
Όσο για την επίλυση του κυπριακού προβλήματος: «Χρόνος και χρήμα: αυτές είναι οι λύσεις στο πρόβλημα. Το ερώτημα είναι... πόσος χρόνος και πόσο χρήμα χρειάζονται».
Ποιος είναι
Η καταγωγή του Ταμέρ Γκαρίπ είναι από τον Άγιο Νικόλαο της Πάφου. Ο ίδιος γεννήθηκε στη Λευκωσία το 1962. «Δίπλα στο σινεμά του Ζαφέρ. Έζησα στην Κύπρο μέχρι το 1974, οπότε πέρασα την παιδική μου ηλικία την περίοδο που οδήγησε στο διχασμό της Κύπρου. Από το δωμάτιό μου μπορούσα να δω την αίθουσα προβολής του σινεμά. Και ενώ τα άλλα παιδιά έπαιζαν στους δρόμους, εγώ ήμουν στο σινεμά. Έμπαινα δωρεάν, γι’ αυτό παρακολουθούσα τα πάντα. Στα 6 ή 7 μου χρόνια ήθελα να γίνω σκηνοθέτης. Έβλεπα όλα τα είδη ταινιών και μου άρεσε κυρίως ο Λόρενς της Αραβίας, ο δρ Ζιβάγκο, οι ταινίες του Νονού. Λάτρευα επίσης τα μυθιστορήματα κατασκοπείας του Τζον Λε Καρέ και τις κατασκοπικές ταινίες. Γι’ αυτό και ο «Κωδικός Αφροδίτη» έχει στοιχεία κατασκοπείας, περιπέτειας και αγάπης.
Η πρώτη μου αγάπη ήταν η Τζούλι Κρίστι. Πραγματικά την ερωτεύτηκα στο σινεμά και ένιωθα πως είναι η ιδανική γυναίκα για μένα. Τελικά τη γνώρισα σε μια ποιητική ανάγνωση στο Λονδίνο. Της είπα πως τη θαύμαζα πάντα και γέλασε.
Στα δεκατέσσερά μου πήγα στην Αγγλία, σε οικοτροφείο. Έμαθα τον κόσμο μέσα από τις ταινίες. Είδα το Λονδίνο, τα καταπράσινα πάρκα, τα διώροφα κόκκινα λεωφορεία. Και όταν βγήκα από το σινεμά και βρέθηκα στους δρόμους της Λευκωσίας, ένιωσα πως είμαι σε λάθος μέρος!».
Το 1988 ο Ταμέρ Γκαρίπ έπιασε δουλειά σε μια διαφημιστική εταιρεία στο Σόχο. Μέχρι που έγινε ο γενικός διευθυντής της. «Τα γραφεία μας ήταν στην οδό Λέξινγκτον, εκεί όπου εργάζονταν οι σκηνοθέτες Άλαν Πάρκερ και Ρίντλεϊ Σκοτ. Πίναμε στην ίδια μπιραρία, και ενώ δεν τους ήξερα σκεφτόμουν πως κι εγώ θα τα καταφέρω όπως αυτοί. Πάντα πίστευα πως θα τα καταφέρω».
Με ένα εκατομμύριο βρετανικές λίρες στη διάθεσή του, ο Ταμέρ Γκαρίπ έχει κάνει σχεδόν τα πάντα για την ταινία του: υπογράφει το σενάριο, τη σκηνοθεσία, το μοντάρισμα, βρήκε ο ίδιος τα λεφτά αλλά και τους τόπους όπου θα γίνονταν τα γυρίσματα. Βοήθησε επίσης στην παραγωγή.
Η αξία της παραγωγής, όπως σημειώνει ο ίδιος, ανέρχεται στο ποσό των 2,5-3 εκατ. λιρών, ωστόσο η στήριξη των Κυπρίων ήταν τεράστια. «Πίστεψαν στην ταινία και συμμετείχαν σ’ αυτήν εθελοντικά». Στην ταινία συμμετέχουν και οι δύο γιοι του Ταμέρ Γκαρίπ, στο δραματικό τέλος της. Το οποίο έχει αναφορές στην παιδική ηλικία του ίδιου του σκηνοθέτη.
«Ο πατέρας και τα μεγαλύτερα αδέλφια μου ήταν στον πόλεμο. Το σπίτι όπου μέναμε στη Λευκωσία ήταν ακριβώς στη γραμμή αντιπαράταξης. Είχαμε τρύπες από σφαίρες στους τοίχους. Στη διάρκεια της μέρας βρίσκαμε τις σφαίρες και παίζαμε μ’ αυτές. Ένα απ’ τα αδέλφια μου κρατήθηκε σε ομηρία. Είχε πάει στον Άγιο Νικόλαο όπου έμενε η γιαγιά μου τον Ιούλιο του ’74 και εκεί πιάστηκε. Μας έστειλε ένα γράμμα μέσω του Ερυθρού Σταυρού λέγοντας πως θα αυτοκτονούσε αν δεν τον άφηναν. Ευτυχώς ο πατέρας μου είχε διασυνδέσεις με τα Ηνωμένα Έθνη και ένας λειτουργός πήγε προς διάσωσή του. Τον έβαλε κυριολεκτικά στο πορτμπαγκάζ του αυτοκινήτου.
Μια άλλη φορά, παραλίγο να πυροβολήσουν εμένα. Ήμουν σε μια μαθητική κατασκήνωση στη θάλασσα όταν η δασκάλα άρχισε να φωνάζει «Ο Μακάριος είναι νεκρός». Μπήκαμε στα λεωφορεία για να επιστρέψουμε στη Λευκωσία. Εγώ κρατούσα μια σακούλα με μανταρίνια στο χέρι μου. Όταν ο Έλληνας στρατιώτης μπήκε στο λεωφορείο, άρχισε να ψάχνει τα πάντα και αποφάσισα να κρύψω τα μανταρίνια μου. Με είδε και νόμιζε πως έκρυβα κάτι που δεν έπρεπε. Έβαλα τα χέρια μου πίσω και εκείνος πυροβόλησε στον αέρα έξω από το λεωφορείο. Τότε όλοι άρχισαν να φωνάζουν. Φοβήθηκα και μου έπεσαν τα μανταρίνια. Όταν τα είδε, άρχισε να μου φωνάζει πως λίγο έλειψε να με σκότωνε. Στοιχεία από αυτές τις ιστορίες χρησιμοποιούνται στην ταινία. Οι γιοι μου μεταφέρουν μέσα από τους ρόλους τους τις εμπειρίες τις δικές μου και του αδελφού μου από τον πόλεμο».
