Παράθυρο logo
Εκεί που ζούμε
Δημοσιεύθηκε 16.09.2019 10:04
Εκεί που ζούμε

Του Χρίστου Κυθρεώτη
Εκδόσεις Πατάκη

Προφανής η επιρροή της παράδοσης των μεγάλων «μυθιστορημάτων της μιας μέρας», από τον Τζόυς και τον Μπελ, μέχρι τον Μακ Γιούαν. Το εγχείρημα του Κυθρεώτη κράτησε ένα ολόκληρο 24ωρο… Τόσο χρειάστηκε ο ήρωάς του Αντώνης Σπετσιώτης, μάχιμος δικηγόρος, να διανύσει το τρέιλερ της ζωής στην Ελλάδα της κρίσης. Ένας τριανταπεντάρης που ετοιμάζεται να φύγει από την Ελλάδα για να δουλέψει στο εξωτερικό, ξεκινάει στα δικαστήρια, συνεχίζει σε μια καφετέρια στα Πατήσια, σε ένα οικόπεδο στο Χαλκούτσι και σε ένα πάρκινγκ στον Ορχομενό, πριν τελειώσει απρόβλεπτα τα ξημερώματα στους δρόμους της Αθήνας.

Μέσα σε αυτό το 24ωρο, ο αναγνώστης μαθαίνει σχεδόν τα πάντα για τη ζωή και για τον τρόπο σκέψης του αφηγητή, γιατί, κακά τα ψέματα, μια μέρα συνήθως αρκεί, αν είσαι διατεθειμένος να την παρατηρήσεις από πολύ κοντά.

«Πώς κατέληξες σε αυτό το βιβλίο», τον ρωτώ. «Η σκέψη για ένα μυθιστόρημα που διαδραματίζεται μέσα σε ένα 24ωρο με απασχολούσε εδώ και καιρό. Πριν από πολλά χρόνια είχα κρατήσει σημειώσεις και είχα γράψει αρκετές σελίδες από μια ιστορία που λάμβανε χώρα εξ ολοκλήρου στις 19 Νοεμβρίου του 1999 στην Αθήνα, ημέρα της επίσκεψης του Προέδρου Κλίντον, ενώ αργότερα επιχείρησα κάτι ανάλογο μια μέρα του 2011. Τα εγχειρήματα αυτά έμειναν στη μέση, κυρίως γιατί δεν είχα αντιληφθεί ακόμη τι με ενδιέφερε σε αυτήν τη δομή», μου εξηγεί.

Χωρίς συγκλονιστικά γεγονότα, ιστορικές πληροφορίες και πρωτότυπη πλοκή, ένα βιβλίο που καταγράφει απλώς μια μέρα από τη ζωή του αφηγητή:

«Όταν τελικά συνέλαβα την ιδέα ενός ήρωα δύσπιστου απέναντι στις ιστορίες που λέει και του λένε, που λέμε όλοι στην καθημερινότητά μας, όταν δηλαδή το περίγραμμα του Αντώνη Σπετσιώτη άρχισε να διαμορφώνεται, το σχήμα του μυθιστορήματος της μιας μέρας μου φάνηκε αυτονόητο. Αυτό που μένει να πεις όταν δεν λες πια ιστορίες είναι ο χρόνος - και η παράδοση του one-day novel ήταν σίγουρα κατάλληλη για να πλαισιώσει αυτήν την ιδέα», συμπληρώνει ο συγγραφέας.

Ο Κυθρεώτης έχει εξασκήσει τη δικηγορία, ένα ακόμα σημείο που τον βοήθησε στην εξέλιξη της ιστορία του: «Η παλιότερη εργασιακή εμπειρία μου ως δικηγόρου με βοήθησε να δώσω στον ήρωα μια πιο ξεκάθαρη θέση απέναντι στη δουλειά του και να τον τοποθετήσω ευκολότερα στην ατμόσφαιρα που περνάει τη μισή μέρα του: το γραφείο, τα δικαστήρια, τις συναναστροφές με τους πελάτες. Από εκεί κι έπειτα, τα γεγονότα του βιβλίου είναι φανταστικά, όπως υπό μία έννοια είναι πάντα στα βιβλία: στη λογοτεχνία τίποτα δεν συμβαίνει πριν το κάνεις εσύ να συμβεί», καταλήγει.

Ένα μυθιστόρημα για τον μικρό άθλο να είσαι ο εαυτός σου κάθε μέρα από την αρχή, για μια εποχή ανάμεσα σε πράγματα που έχουν τελειώσει και σε άλλα που δεν έχουν αρχίσει, για όλα όσα συμβαίνουν αφού πούμε όσα είχαμε να πούμε.