Παράθυρο logo
Περί της κυπριακής οικογένειας Δεκρές (De Cres)
Δημοσιεύθηκε 26.11.2018
Περί της κυπριακής οικογένειας Δεκρές (De Cres)

Η κυπριακή οικογένεια Δεκρές, η οποία δεν θα μπορούσε να ταυτιστεί με την κυπριακή οικογένεια Δαρκές (D' acre ή Acris), απαντά στις πηγές ποικιλοτρόπως. Κατά τον 16ο αιώνα το επίθετο της οικογένειας το συναντούμε ως Cressi, Cres, Decres ή και De Cres. Μέλη της ίδιας οικογένειας υπήρξαν σπουδαστές στην Πάδοβα, φεουδάρχες, έμποροι και κάποιοι αιχμαλωτίστηκαν κατά τον πόλεμο της Κύπρου το 1570-1571. Κάποια μέλη της ίδιας οικογένειας τα συναντούμε αργότερα, μετά την πτώση της Κύπρου στους Οθωμανούς, να έχουν εγκατασταθεί στη Βενετία. Ο ίδιος ο Στέφανος Lusignan, ο οποίος πρώτος ήδη από τον 16ο αιώνα τόσο στo έργο του Chrorograffia της Κύπρου όσο και στο έργο του Description της Κύπρου καταγράφει σε κατάλογο τις πιο σημαντικές οικογένειες της μεγαλονήσου, αναφέρεται και στην οικογένεια de Cres. Αδιάσειστα στοιχεία ότι η οικογένεια Δεκρές δεν σχετίζεται με την οικογένεια Δαρκές ή Άκρη είναι τα όσα καταγράφονται στα έργα του Στέφανου Lusignan. Στη Chorograffia του σημειώνονται οι δύο οικογένειες, η μεν οικογένεια Δαρκές ως Acres και η οικογένεια Δεκρές ως de Cres. Τα ίδια στοιχεία, δηλαδή τα ονόματα των δύο οικογενειών Acres και Decres, σημειώνονται και στο έργο του Lusignan Description.

Μέλη της οικογένειας Δεκρές στις πηγές

Ένας Πέτρος Ιάκωβος (Petrus Iacobus filius Iacobi) de Cres είχε σπουδάσει στην Πάδοβα κατά την περίοδο μεταξύ των ετών 1510 έως 1520. Ένα άλλο μέλος της ίδιας οικογένειας με το όνομα Νικόλαος είχε εμπλακεί το 1562 σε δικαστικές υποθέσεις μαζί με έναν Τερέντιο Lisio. Κατά την πτώση της Λευκωσίας το 1570 δύο μέλη της οικογένειας, ο Νικόλαος και ο Αντώνιος, είχαν αιχμαλωτιστεί. Θα μπορούσαμε επίσης να αναφέρουμε τον Άγγελο Cressi, ο οποίος είχε επίσης αιχμαλωτιστεί το 1570 και κατόρθωσε να ελευθερωθεί τέσσερα χρόνια αργότερα, το 1574. Στη συνέχεια ζήτησε οικονομική ενίσχυση για να ελευθερώσει έναν αδελφό του, ο οποίος είχε αιχμαλωτιστεί και εξακολουθούσε να βρίσκεται στα χέρια των Οθωμανών.

Το 1570 ο γιος του Νικόλαου Cressi, Αντωνέλλος, είχε εμπορικές σχέσεις με γνωστούς Κύπριους εμπόρους στη Βενετία, μέλη των οικογενειών Μούξια και Palol. Σε άλλη πηγή ο Αντωνέλλος Cressi, εκτός από καπιτάνος, σημειώνεται ως ευγενής Κύπριος και ως εξάδελφος του Βίκτωρα Flatro, γιου του Ζαννέττου Flatro. Σε βενετικό έγγραφο του 1589 μαρτυρείται ότι η Chielvis, θυγατέρα του Αντωνέλλου Cressi, ήταν χήρα του Γεωργίου Λυκουρέση, της γνωστής οικογενείας των ελαφρών ιππέων, που είχαν υπηρετήσει στην Κύπρο και την υπερασπίστηκαν κατά τον πόλεμο του 1570-1571. O Γεώργιος Λυκουρέσης, γιος του Ιωάννη από τη Μεθώνη, σε επιστολή του το 1575 προς τον δόγη μετά την απελευθέρωσή του από την αιχμαλωσία αναφέρεται στις υπηρεσίες τις οποίες προσέφερε στον πόλεμο της Κύπρου και σημειώνει ότι υπερασπίστηκε τη Λευκωσία από τον προμαχώνα Τρίπολη. Κύριο αίτημα στην επιστολή του ήταν να διοριστεί σε ένα σώμα του ελαφρού ιππικού της Δημοκρατίας της Βενετίας, για να επιβιώσει έχοντας ένα εισόδημα.

Το 1575, επίσης, ο Αντωνέλλος Cressi, ο οποίος βρίσκεται στη Βενετία, σε έγγραφο ημερομηνίας 6 Μαΐου 1575 μαρτυρείται ως εκπρόσωπος της Μαργαρίτας Στράμπαλη, χήρας του Μαρκαντώνιου Benedetti. Η όλη υπόθεση αφορούσε την αιχμαλωσία μιας μικρής κοπέλας στην Κύπρο από τους Οθωμανούς. Ο Αντωνέλλος Cressi ως εκπρόσωπος της Μαργαρίτας Στράμπαλη είχε αναφέρει ενώπιον των βενετικών αρχών τα εξής: Όταν πέθανε στη Λευκωσία ο Alvise Σωζόμενος είχε αφήσει ορφανή μια θυγατέρα του, της οποίας τη φροντίδα και την προστασία ανέλαβε η Μαρία Στράμπαλη, αδελφή της Μαργαρίτας Στράμπαλη Benedetti. Σύμφωνα με κάποιες πληροφορίες που είχαν φθάσει από την Κύπρο, η μικρή κοπέλα αιχμαλωτίστηκε από τους Οθωμανούς και είχε μεταφερθεί στην Κωνσταντινούπολη. Τόσο ο Αντωνέλλος Cressi όσο και μέλη της οικογένειας Σωζόμενου που είχαν εγκατασταθεί στη Βενετία ζητούσαν να αναγνωριστούν ως διαχειριστές της περιουσίας της μικρής κοπέλας, για να μπορέσουν να την απελευθερώσουν καταβάλλοντας λύτρα. Ο Αντωνέλλος Cressi φαίνεται να είχε πεθάνει το 1589.

Ο φεουδάρχης Gualtier Cressi

O φεουδάρχης Gualtier de Cressi είχε εκμισθώσει το βαϊλάτο της Λαπήθου για δεκαπέντε χρόνια. Το βα?λάτο (baliazzo = σύμπλεγμα χωριών) της Λαπήθου περιελάμβανε κατά τη Βενετοκρατία δεκατέσσερα χωριά. Μεταξύ αυτών των χωριών ήταν, εκτός από τη Λάπηθο, η Βασίλεια, το Καζάφανι, η Μύρτου, η Καμπυλή, η Καρπάσια, η Κλεπίνη, το Μαρκίν, η Πετόμενη, το Κιεντινάρι και τα χωριά Strimbo, Sambru, Stefani και Arasi. Τα έξι πιο πάνω τελευταία χωριά, από την Πετόμενη έως το χωριό Αrasi, εδώ και πολλά χρόνια έπαψαν να υπάρχουν και κάποια από αυτά διασώζονται απλώς ως τοπωνύμια. Το γεγονός ότι ο Gressi ζήτησε με αίτημά του προς τις βενετικές αρχές να εκμισθώσει ένα ολόκληρο σύμπλεγμα χωριών μαρτυρεί ότι στις αρχές του 16ου αιώνα ήταν ένας από τους πιο ισχυρούς οικονομικά φεουδάρχες της Κύπρου.

Η εκμίσθωση της Λαπήθου από τον Gualtier de Cressi θα ίσχυε από το έτος 1527, όταν θα έληγε το συμβόλαιο εκμίσθωσης του βαϊλάτου Λαπήθου, που είχε υπογράψει και συμφωνήσει τα προηγούμενα χρόνια ο φεουδάρχης Αλέξανδρος Μαυρίκης (Maurichi). Για την εκμίσθωση ο Cressi θα κατέβαλλε τόσο χρήματα όσο και ποσότητα προϊόντων, τα οποία παρήγαγε το βαϊλάτο της Λαπήθου, όπως ζάχαρη, κριθάρι, σιτάρι, σουσάμι και βαμβάκι. Η εκμίσθωση έληγε το έτος 1541 και η Γαληνοτάτη, επειδή είχε ανάγκη από χρήματα, ήδη από το έτος 1539 βρήκε πιο επικερδή τρόπο να εκμισθώσει σε άλλο Κύπριο φεουδάρχη το βαϊλάτο της Λαπήθου, γιατί θα της προσέφερε δάνειο ύψους τεσσερισήμισι χιλιάδων δουκάτων και ποσότητα σιτηρών.

Ο Gualtier de Cressi, όπως μαρτυρούν οι πηγές, ως δραστήριος φεουδάρχης φρόντιζε να αποκτά με αγορά γαίες σε διάφορα χωριά της Κύπρου. Περί το 1535, όπως απαντά σε ανέκδοτη πηγή, είχε αγοράσει κτήματα τα οποία ονομάζονταν Άγιος Κυριακός, στο βαϊλάτο της Λεύκας. Τα κτήματα αυτά βρίσκονταν στο γνωστό χωριό Κάμπος, γιατί το ίδιο χωριό κατά τον 16ο αιώνα μνημονεύεται στις πηγές ως Άγιος Κυριακός ή Κάμπος. Την ίδια εποχή επίσης είχε αγοράσει κτήματα στα χωριά Τεμπριά και Σπήλια, στο διαμέρισμα της Πεντάγυιας. Ο Gualtier de Cressi αναφέρεται ακόμη ως εκμισθωτής του Παλαιχωρίου.

Γιος του φεουδάρχη Gualtier ήταν ο Ιερώνυμος, ο οποίος πέθανε πριν από το 1597. Ωστόσο είχε και μια θυγατέρα, την Polissena, αφού αναφέρεται ως αδελφή του Ιερώνυμου. Η Polissena είχε παντρευτεί τον Κύπριο Ιωάννη Μούξια ή Μέξια. Το 1597 είναι πλέον χήρα και σε μία πηγή αναφέρεται ως θεία του στρατιωτικού διοικητή Αντωνέλλου Gressi, γιου του αδελφού της Ιερώνυμου.

Μανούσος Cressi

Πιο σημαντικό μέλος της κυπριακής οικογένειας Cressi υπήρξε οπωσδήποτε ο Μανούσος (Μανουήλ) Cressi, γιος του Νικόλαου Cressi, ο οποίος είχε διαπρέψει στη Βενετία. Ήταν σπουδαίος έμπορος και η δραστηριότητά του μαρτυρείται σε πληθώρα βενετικών εγγράφων. Επίσης ο Μανούσος κατείχε μια σημαντική θέση στην παροικία των Ελλήνων της Βενετίας. Διετέλεσε πρόεδρος (gastaldo) της Ελληνικής Αδελφότητας Βενετίας από τις 19 Μαρτίου 1598 έως τις 22 Ιουνίου 1600. Σε έγγραφα τα οποία αναφέρονται στον ίδιο κατά την περίοδο που υπηρετούσε ως πρόεδρος της Ελληνικής Αδελφότητας το όνομά του απαντά στην ελληνική ως Κρέσση. Για παράδειγμα, σε έγγραφο του μητροπολίτη Φιλαδελφείας Γαβριήλ Σεβήρου το 1599 σημειώνεται ως Μανούσος Κρέσση, ενώ αλλού το επίθετο Cressi σημειώνεται στην ελληνική ως Χρυσής. Τόσο η απόδοση του ονόματος Cressi στην ελληνική ως Κρέσση όσο και ως Χρυσή έχει υποστηριχθεί ότι πρόκειται για εσφαλμένη απόδοση των ιταλικών τύπων Cressi ή Chrissi.

Ο Μανούσος Cressi συνδέθηκε με δύο άλλες σημαντικές οικογένειες της Κύπρου, αυτήν των Μούξια (Muzia) και αυτήν των Κουρασέριων (Curazzer), αφού νυμφεύθηκε τη Μαρία, θυγατέρα της φιλότεχνης και δυναμικής Μαργαρίτας Μούξια και του εμπόρου Bernardo Curazzer. Επίσης, συγγένεψε εξ αγχιστείας με την οικογένεια των Ποδοκάθαρων, γιατί η αδελφή της συζύγου του Ελεονώρα Curazzer είχε παντρευτεί τον Ηρακλή Ποδοκάθαρο, εγγονό του φεουδάρχη Κιτίου και γιο του λογίου και προστάτη των γραμμάτων και των τεχνών Έκτορα Ποδοκάθαρου. Στη διαθήκη της Μαργαρίτας Μούξια αναφέρονται κληροδοτήματα στον Μανούσο και τη σύζυγό του Μαρία, καθώς επίσης και στον γιο τους Νικόλαο Cressi.

Τέλος, στην ίδια οικογένεια ανήκει και ο Μαρκαντώνιος Δεκρές (De Cres), στον οποίο γίνεται αναφορά στο Προσκυνητάριο Ιεροσολύμων στους Αγίους Τόπους του Αντωνίου Δαρκές (D' Acre). O Δεκρές υπήρξε συνταξιδιώτης του Δαρκές στους Αγίους Τόπους, όπως πληροφορούμαστε από τον ίδιο τον συντάκτη του Προσκυνηταρίου. Όσοι τυχόν έσφαλλαν ταυτίζοντας την οικογένεια Δεκρές με την οικογένεια Δαρκές, εάν διαβάσουν προσεκτικά και με νηφαλιότητα τον κατάλογο των ευγενών οικογενειών της Κύπρου κατά τον 16ο αιώνα του Στέφανου Lusignan και τα όσα αναφέρονται στο παρόν δημοσίευμά μας, πρέπει μάλλον να ανασκευάσουν.
Εικόνα: Σελίδα από το έργο του Στέφανου Lusignan, Description, με κατάλογο των ευγενών οικογενειών της Κύπρου, στον οποίο γίνεται πρόδηλοότι η οικογένεια Acres δεν θα μπορούσε να ταυτιστεί με την οικογένεια Decres. Πρόκειται για δύο εντελώς διαφορετικές οικογένειες.