Έσιεις αβκά να μου ’ώκεις μιαν κορούαν;
Θα σας πω δύο ιστορίες. Είναι και οι δύο ιστορίες για ανθεκτικότητα, πώς αντέχουν οι άνθρωποι να συνεχίσουν να είναι άνθρωποι σε συνθήκες αποστέρησης.
Η πρώτη ιστορία. Το σπίτι της γιαγιάς μου της Ευφημούς άνοιγε στον δρόμο. Εννοώ η κάμαρη που ήταν ο ηλιακός άνοιγε πάνω στον δρόμο. Κτύπησε η πόρτα ένα απόγευμα. Πήγα να ανοίξω. «Έσιεις αβκά να μου ’ώκεις μιαν κορούα;» Ούτε να μου πει γεια σου, ούτε είναι σπίτι η γιαγιά σου, ούτε καν να μου πει μικρό μου κοριτσάκι πού πας με το καλαθάκι μέσα στο δάσος. Λάθος! Δεν ήμουν χαμένο κοριτσάκι στο δάσος, ήμουν σπίτι μου και σπιτωμένη, ασφαλής και στεγασμένη, σε ένα σπίτι με αγαθά, και μάλλον και με κότες. Λάθος! Δεν επρόκειτο για καλαθάκι (το φανταστικό καλαθάκι μου), εκείνη ήταν που κρατούσε καλάθι. Όχι καλαθάκι για παιχνιδίσματα της φαντασίας, αλλά καλάθι της οικο-νομίας. Κι όπως έχασκε το άδειο καλάθι στο στόμα της ανοιχτής πόρτας, έτσι έχασκε το στόμα της πίσω από δυο σειρές δόντια από τα οποία έλειπαν τα μισά. Ήταν η μάγισσα των παιδικών μου βιβλίων και ήρθε να με πάρει, σκέφτηκα, ζητά μιαν κορού(δ)αν, όλα εξαργυρώνονται σε αυτόν τον κόσμο. Τα τριακόσια εξήντα πέντε αβγά επί πέντε που πήραμε που τις κότες για να τα φάω μελάτα, τα δεκαεφτά παραμύθια με μάγισσες που κινούσαν με τα μάγια και την κακία τους τα νήματα ιστοριών που χωρίς το κίνημα θα ήταν πιο ανιαρές κι από περιγραφή εκτέλεσης τυπωμένης στο χάρτινο κουτί της custard cream, τις ώρες που έδωσε (και δόθηκε) ο παππούς μου να μου λέει ιστορίες κάτω που τη συκαμινιά το καλοκαίρι και δίπλα που τη νισκιά τον χειμώνα όταν πιεστικά εγώ ζητούσα να ακούσω κι εκείνος έλεγε, «ά’εις με να καμμίσω λλίον τα μμάθκια μου τζ’εποστάθηκα». Τρόμαξα. Ο φόβος ήταν ανοίκειος, το αίσθημα unheimlich, όπως το λέει ο Freud, όπως θα ένιωθες αν σε είχαν θάψει ζωντανό. Της έκλεισα την πόρτα στα μούτρα. Η μητέρα μου, μου εξήγησε τι σήμαινε η ερώτηση (που δεν ρωτούσε εκείνο που ακούστηκε ότι ρωτούσε) «Έσιεις αβκά να μου ’ώκεις μιαν κορούαν;» Σήμαινε ότι γύρευε αβγά από κοτέτσι που είχε κόκορα, αβγά (μάλλον) γονιμοποιημένα, για να τα βάλει της όρνιθάς της να τα βράσει, να τα κλωσήσει. Την ίδια γριά γυναίκα--πιο γριά, πιο φτωχή, πιο μόνη στον κόσμο--επισκεφτήκαμε ένα πρωινό με τη γιαγιά μου κάποια χρόνια μετά. Πια ήταν τυφλή. Πήγαμε να ’γοράσει η γιαγιά μου κολοκούι. Περπάτησε στην αυλή της κυρτή, μα σαν να μην πατούσε, διότι η κολοτζιά έπιανε όλη την αυλή και δεν θυμάμαι να τσαλάκωσε ούτε ένα φύλλο, ούτε έναν μίσχο από εκείνο το τροφαντό πανέμορφο τέρας που απλά άπλωνε και περπατούσε και κατέβαζε πράσινη σάρκα σε σχήμα μοριακών κυλίνδρων. Έφερε στη γιαγιά μου ένα μεγάλο τταζέτικο κολοκύθι, με μέτρα σημερινά μπορεί και ένα, ενάμισι κιλό. Η γιαγιά μου το έβαλε ευλαβικά στην ποδιά, τη γύρισε πάνω και δίπλωσε την άκρη της κάτω από τη μέση της ποδιάς, και της έδωσε, χωρίς να τη ρωτήσει πόσο κάνει, ένα διπλοσέλινο.
Στην επιστροφή, καθώς φέρναμε το κολοκύθι, καθώς το κολοκύθι κοιμόνταν στο λίκνο της οικιακής οικονομίας των ποδιών και των αυλάδων σαν βρέφος, σκεφτόμουν πώς να ζει άραγε αυτή η γυναίκα. Σκεφτόμουν ότι η σύνταξή της θα ήταν πενιχρή, σκεφτόμουν ότι το ψωμί ήταν ένα σελίνι και το πόλιπιφ τέσσερα και ότι τα ρούχα της ήταν γέρημα και στο σπίτι της δεν είδα να κρέμεται λάμπα από το ταβάνι που να ανάβει με ρεύμα. Πόσα διπλοσέλινα να πιάνει που τα κολότζια; Σε συνθήκες αποστέρησης, οι άνθρωποι αντέχουν όταν αντέχει να πάλλει η ζωή τους. Στο Περί Ψυχής, ο Αριστοτέλης συγκαταλέγει μέσα στις ιδιότητες της ζωής το φανταστικό. Δεν είναι ανώτερο, είναι σύμφυτο με το διατροφικό. Έχω δει προσφύγισσες να ζουν με τα μωρά τους σε γέρημα σπίτια στον Άη Δεμέτη με ψυγείο άδειο, πλυντήριο σπασμένο που την ημέρα που τους ενοικιάστηκε το σπίτι, τα νερά να στάζουν από τους νεροχύτες, τα αρμάρκα να κρέμμουνται, αλλά να έχουν μιαν κονσέρβα γουίσκας να δώσουν της καττούας που γέννησε στην αυλή να φάει. Κάτσε Ζέλεια να σου κάμω καφέ, θα μου πει η Ιλχάν, και θα μου δώσει να ανάψω τσιγάρο από τα δικά της, και θα εκτίνει το χέρι να μου δώσει τον αναπτήρα και τα νύχια των δακτύλων της θα είναι βαμμένα με το βερμίλιον μανικιούρ που της άπλωσε με στοργή και θηλυπρέπεια like a natural woman η συγκάτοικός της η Παλαιστίνια, 17 χρονών, που επιμένει να μου λέει ότι στη χώρα της ήταν κάποια και ο θείος της γιατρός και ότι κι αυτή θα πρέπει να γίνει κάτι σε αυτή σε αυτή τη ρημάδα ζωή, να σπουδάσει, να μην μείνει έτσι.
Η δεύτερη ιστορία. Ήμουν πια μεγάλη, δεκατεσσάρων χρονών, όταν έπεισα τους δικούς μου να με αφήσουν ένα καλοκαίρι να πάω στα σταφύλια στο Πισσούρι να βγάλω κι εγώ δικά μου λεφτά. Περίμενα από τις έξι στην άκρη του δρόμου το λεωφορείο του Φυτή που θα ’ρχόταν από την Καλλέπεια. Μας κατέβασε στους καφενέδες του Πισσουρκού, εκεί που σταματούσαμε όταν πηγαίναμε Λεμεσό να δούμε τον ελέφαντα να πιει η μάμα και ο παπάς μου καφέ και ’γω κι η αδελφή μου να φάμε παγωτό πύραυλο. Μα αυτή τη φορά δεν ήμουν κάποια, ούτε πίσω από πόρτα που έκλεισε στα μούτρα του καλαθιού απ’ έξω. Ήμουν ασκεπής κι ένιωθα κρέας. Ήρταν οι παραγωγοί να πιάσουν «γεναίτζιες». Βρέθηκα με τέσσερις άλλες γυναίκες στην κάσια ενός ‘αυτοκινήτου με κασιούα’, απ’ αυτά που οι καλαμαράδες λένε νταϊχάτσου και τα θεωρούν low κουλτούρα των τσιγγάνων κι ας είναι (ήταν;) made in Japan από χέρια Μαλαισιανών εργατών. Κατεβήκαμε σε ένα αμπέλι κάπου στην Αυδήμου κι η καθεμιά κρατούσε μια πλαστική κάσια, από αυτές που παλιά έγραφαν ΣΕΔΙΓΙΕΠ, να γεμώνει και να κουβαλά. Στις 10.30 κάναμε διάλειμμα να πιούμε νερό και σκεφτόμουν για πρώτη φορά στη ζωή μου γιατί αργεί τόσο πολύ το μεσημέρι. Μετά το μεσημέρι ξανάρχισε η δουλειά κι ένιωθα ότι ήδη γέμωσα την κάσια με τη ζωή μου και δεν είχα ενέργεια πια να τρυγώ και να την κουβαλώ. Έσφιξα να δόντια κι είπα, εργατικό ήθος, έτσι φκαίνει Ζέλεια το ψωμί, δώσ’ τα όλα και θα αντέξεις. Στη διπλανή γραμμή κλημάτων τρυγούσε η Μαρία η καφετζίνα από την Καλλέπεια, μια λεβέντισσα γυναίκα, όταν κάποτε μετά το σχολείο περνούσα από τον καφενέ της με κερνούσε τριαντάφυλλο και μου ’λεγε, ‘εν που μένα’. Ήρθε σκυφτή προς το μέρος μου. Κόρη Ζέλεια, μου ψιθύρισε, πιο σιγά, γιαλιάλι μάνα μου, εννά μας ποφκάλουν τούτοι, πρέπει να τους γελούμεν τζιαι λλίον. Πέντε λίρες το μεροκάματον. Στο τέλος της βδομάδας πληρώθηκα τριάντα λίρες. Η Μαρία εν ηξέρω πόσα, διότι μια μέρα άκκασέν την κουφή--μια πατσάλα, ήταν τυλιμένη γυρόν που τον κορμό του κλημάτου, έκαμεν κάμποσες μέρες στο νοσοκομείο. Επλερώθης μάνα μου; ερώτησέν με μήνες μετά που πέρασα που τον καφενέ της να παίξω φλίππερ. Ναι, είπα της, τριάντα λίρες. Έφασ’ τα; αρώτησέν με, τζιαι γελούσε όλο νάζι. Έδωκά τα της μάνας μου να μου τα φυλάξει, της είπα, μιαν μέρα επερνούσε μια γεναίκα που την γειτονιά μας τζ’ επουλούσεν κεντήματα, εγόρασα ένα τραπεζομάντηλο τζ’ είπεν η μάμα μου εννά το φυλάξεις για την προίκα σου να έσιεις να αθυμάσαι που εδούλεψες στην Αυδήμου.
Ένα κόμμα δύο δις το κονδύλι ανάκαμψης κι ανθεκτικότητας της Κύπρου από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Θα βάλουν χοντρά καλώδια να δικτυωθούμε με το Ισραήλ. Θα εκπαιδεύσουν τους δικαστές (κι ας ποτέ δεν είπαν τι κάνουν λάθος και πρέπει να εκπαιδευτούν οι δικαστές). Θα ενδυναμωθεί η φροντίδα των παιδιών μέσα από σχέδιο επέκτασης της δημόσιας παιδείας από τα τρία κι ας κλείσανε το σχολείο που πρόσφερε φροντίδα σε παιδιά στο κέντρο της Λευκωσίας. Θα αναπαλαιώσουν το σχολείο εκείνο της Λευκωσίας με λεφτά από το ταμείο κι ας ανήκει στην Αρχιεπισκοπή που θα το ενοικιάζει στο Πανεπιστήμιο Κύπρου. Θα κάμουν τις επιχειρήσεις να πάρουν μπρος κι ας αποστεγνώνονται ψυχικά οι εργαζόμενοι στις επιχειρήσεις σε καθεστώς ωριαίας χαμηλά αμειβόμενης εργασίας. Θα πάει το 41% των 1,2 δις για τον στόχο αντιμετώπισης του «climate change» μέσω στροφής σε «πράσινη οικονομία» σε έναν τόπο που το μόνο πράσινο είναι το χαρτονόμισμα των εκατό ευρώ. Θα στεγάσουν την ανάπτυξη με ένα Πρόγραμμα Ανθεκτικότητας που δεν προνοεί ούτε σε ένα άρθρο για δημόσια στέγη (Public Housing). Θα κάμουν νέα πτέρυγα για ασθενείς covid στην Αμμόχωστο, αλλά δεν θα κάμουν τίποτε για τους ανθρώπους που τσάκισε οικονομικά, σωματικά και ψυχικά η πανδημία. Θα ψηφιοποιήσουν το DNA των κυπριακών αιγιών και θα κάμουν ευγονική για να παράξουν κυπριακές αίγιες που θα παράγουν πιο πολύ κατσικίσιο γάλα, αλλά θα αλλάξουν το πρότυπο του χαλλουμιού για να περιέχει περισσότερο αγελαδινό γάλα και να αξιοποιείται έτσι το πολύ γάλα που παράγουν οι κατσελλάρηες με ζωοτροφές που εισάγονται για να εκτρέφονται αγελάδες που μόνο στο Μαδαγασκάρη ΙV της Pixar θα φάνταζαν ως ενδημικό ή έστω οικονομικά αειφόρο είδος στην Κύπρο. Θα κτίσουν μια οικονομία που θα πληροί τα tick box της αξιολόγησης για σκοπούς εκταμίευσης των κονδυλιών, μια οικονομία ανθεκτικών επιχειρήσεων που θα ποβκάλλει τους εργαζόμενους σε αυτή. Μια πράσινη οικονομία για ποζαύλι ανθρώπους, ξεχερσωμένα χωράφια για να κάτσουνε μέσα ηλιακά πάνελ, αίγιες με ψηφιοποιημένο DNA δίπλα από ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης όπου νέοι πρέπει να σαπίσουν, διότι η νεότητά τους δεν πιστοποιείται με DNA τεστ όπως απαιτεί το Γραφείο Κοινωνικής Μέριμνας, ηλικιωμένους ανθρώπους που μετά από δύο χρόνια απομόνωσης και αποστέρησης κοινωνίας ζωής ξέρουν να προσέχουν να μην κολλήσουν, αλλά ξέχασαν πώς ή γιατί να ζουν, μαθητές που επιβιώνουν αντί να ζουν καθώς εξετάζονται για να είναι αειφόρο το νέο σχέδιο του ΥΠΠΑΝ για αξιολόγηση (και για να γίνει ticked το τετραγωνάκι για εκταμίευση του σχετικού κονδυλιού από το Ταμείο Ανάκαμψης).
Θα μου πείτε, τι να κάνουμε; Na φυτεύκουμεν κολοτζιές στις αυλάδες που δεν έχουμε διότι τις τσιμεντώσαμε με πλακάκια και κολύμπες δύο επί τρία; Na βάλλουμεν τις όρνιθες που εν έχουμε να κάτσουν να βκάλουν πουλλούθκια; Να κλείσει η Πουρνάρα; NAI. Nα κλείσει η Πουρνάρα. Επίσης: Να μάθουμε να τους γελούμεν. Να ταίζουμε γουίσκας την κάττα που ήρτε σπίτι μας τζ’ εγέννησε τζ’ ας τρώμεν λουβί. Να γυρίσουμε την ποδιά μας ανάσκελα σαν λίκνο και να εναποθέσουμε μέσα στοργικά τον πράσινο καρπό. Να κρατήσουμε ζωντανό το φανταστικό. Ώσπου να περάσει ο δύσκολος τζιαιρός.
Ζέλεια Γρηγορίου, Αναπληρώτρια καθηγήτρια, Πανεπιστήμιο ΚύπρουΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ :Mina Saad. Εργάτης από την Αίγυπτο. Με τον γιο του Mario.
Πολιτική Δημοσίευσης Σχολίων
Οι ιδιοκτήτες της ιστοσελίδας parathyro.politis.com.cy διατηρούν το δικαίωμα να αφαιρούν σχόλια αναγνωστών, δυσφημιστικού και/ή υβριστικού περιεχομένου, ή/και σχόλια που μπορούν να εκληφθεί ότι υποκινούν το μίσος/τον ρατσισμό ή που παραβιάζουν οποιαδήποτε άλλη νομοθεσία. Οι συντάκτες των σχολίων αυτών ευθύνονται προσωπικά για την δημοσίευση τους. Αν κάποιος αναγνώστης/συντάκτης σχολίου, το οποίο αφαιρείται, θεωρεί ότι έχει στοιχεία που αποδεικνύουν το αληθές του περιεχομένου του, μπορεί να τα αποστείλει στην διεύθυνση της ιστοσελίδας για να διερευνηθούν. Προτρέπουμε τους αναγνώστες μας να κάνουν report / flag σχόλια που πιστεύουν ότι παραβιάζουν τους πιο πάνω κανόνες. Σχόλια που περιέχουν URL / links σε οποιαδήποτε σελίδα, δεν δημοσιεύονται αυτόματα.