Εμφανίστηκε στα εικαστικά δρώμενα το 2013, όταν συμμετείχε στο Window Project των Νεωτερισμών Τουμάζου, μιας κολλεκτίβας της οποίας υπήρξε ιδρυτικό μέλος με τις Μαρία Τουμάζου και Μαρίνα Ξενοφώντος. Με την κολλεκτίβα, οι τρεις τους βρέθηκαν στη Μπιενάλε Βενετίας το 2017 ως μέρος της κυπριακής συμμετοχής στη μεγάλη διεθνή εικαστική διοργάνωση.
Ο Ορέστης Λαζούρας δημιουργεί γλυπτά, γράφει ποιήματα που ενίοτε γίνονται στίχοι για τα μουσικά του πρότζεκτ με το όνομα Kim Shish Kebab.
Σήμερα, σε συνεργασία με το artist-led space Θκιό Ππαλιές (έναν χώρο που διαχειρίζονται οι καλλιτέχνες Πήτερ Εραμιάν και Στέλιος Καλλινίκου) παρουσιάζει την έκθεση με τίτλο VPA, που εγκαινιάστηκε ήδη και συνεχίζεται μέχρι τις 5 Οκτωβρίου σε μια αποθήκη στη Λευκωσία. Πρόκειται για τη δεύτερη off-site (δηλαδή εκτός χώρου) έκθεση των Θκιό Ππαλιών. Είχε προηγηθεί η έκθεση της Μαρίας Τουμάζου με τίτλο Fair-face Elysee.
Έχοντας την τύχη να του δοθεί χώρος και υλικό από την οικογενειακή επιχείρηση επίπλων VPA, ο Ορέστης Λαζούρας παρουσιάζει φωτιστικά, καναπέδες, επιτοίχια έργα και πουκάμισα. Όλα, φτιαγμένα από αντικείμενα που βρήκε στην αποθήκη του VPA και από δείγματα υφασμάτων για κουρτίνες και ταπετσαρίες, της Laura Ashley. Με αυτόν τον τρόπο, δίνει μια δεύτερη ευκαιρία σε πράγματα που θεωρούνταν άχρηστα ή περιττά ή ξεπερασμένα. Και συνοδεύει την έκθεσή του με ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον ιδεολογικό πλαίσιο μέσα από το οποίο προκύπτουν ερωτήματα για την τέχνη, αφενός, για τον τρόπο με τον οποίο διαχειριζόμαστε την οικονομία, τις επιχειρήσεις και τις ζωές μας, αφετέρου.
Η ισοπέδωση των τάξεων
Ξεκινώντας από την ταυτότητα μιας επιχείρησης που τη δεκαετία του ’80 και ’90 απολάμβανε την ισχυρή οικονομική ανάπτυξη της Κύπρου, ο Ορέστης Λαζούρας τονίζει πόσο τον ενδιέφερε το έμμεσο μάρκετινγκ του VPA, «το πώς διαφήμιζε την εταιρεία του αλλά και η εμπιστοσύνη που έδειχνε το κοινό, αλλά και η ίδια η εταιρεία στα προϊόντα της.» Σύμφωνα με τον καλλιτέχνη, το έμμεσο μάρκετινγκ του VPA, οι διαφημίσεις του οποίου δεν είχαν άμεση σχέση με το προϊόν που πουλούσε, ήταν μια ένδειξη ότι «αυτή η εταιρεία έχει αυτοπεποίθηση και δεν χρειάζεται να δείξει τα έπιπλά της». Για παράδειγμα, το 1996 δημιούργησαν τσάντες που έγραφαν πάνω 2004, εξηγεί ο ίδιος. Ήταν μόλις είχε ανακοινωθεί πως η Ελλάδα θα φιλοξενήσει τους Ολυμπιακούς Αγώνες του '04.
Ξεκινώντας από τη διαφήμιση, ο καλλιτέχνης επιλέγει συνειδητά να παρουσιάσει το νέο του πρότζεκτ σε μια αποθήκη του VPA που φιλοξενούσε και τα παζαράκια του καταστήματος, κάθε τέλος της σεζόν. «Σε αυτόν τον χώρο, δεν υπήρχε πια διαχωρισμός ανάμεσα στις κοινωνικές τάξεις που γίνονταν ένα γιατί οι τιμές ήταν προσιτές σε όλους. Εδώ, οι διαβαθμίσεις των τάξεων ισοπεδώνονταν».
Η λογική του upcycling
Επαναχρησιμοποιώντας αντικείμενα και αναβαθμίζοντάς τα, ο Ορέστης Λαζούρας παίρνει, ουσιαστικά, αντικείμενα που στον εμπορικό χώρο θεωρούνταν άχρηστα και τα εντάσσει στον καλλιτεχνικό χώρο, όπου αποκτούν (ξανά) κάποια αξία.
«Με ενδιαφέρει το πού χάνει ένα αντικείμενο την αξία του. Περνούν έξι μήνες της σεζόν και ξαφνικά πέφτει η τιμή ενός καναπέ, μιας καρέκλας, ενός φωτιστικού. Αναρωτιόμουν στα παζαράκια γιατί ένα αντικείμενο αξίζει δέκα λίρες, ενώ φαίνεται μια χαρά. Σε σχέση με τα ίδια τα έργα της έκθεσης, με ενδιέφερε να βρω αντικείμενα που θεωρητικά έχασαν την αξία τους και τους δίνω νέα χρήση, χρησιμοποιώντας για παράδειγμα λαμαρίνες σκουριασμένες Β' κατηγορίας. Με ενδιέφερε να τους δώσω πάλι αξία συνδυάζοντάς τις με το ίδιο τους το υλικό, που είναι πάλι σίδερο. Τις διακόσμησα με ό,τι απέμεινε από το μεταλλικό κορνιζάρισμα τους».
Όλα τα υλικά που χρησιμοποιεί σε αυτό το πρότζεκτ ο Λαζούρας αναφέρει ότι: «τα βρήκα καθαρίζοντας την αποθήκη. Ήταν left over stock. Η έκθεση έγινε πολύ συνειδητοποιημένα ώστε να μην υπερπαράγω και να δημιουργήσω, στο τέλος, αντικείμενα που δεν χρειάζονται. Η παραγωγή έγινε με αργούς ρυθμούς για να είμαι σίγουρος πως δεν θα υπάρχουν υπερβολές.» Όπως εξηγεί, στις προηγούμενες του εκθέσεις επιδείκνυε υπερβάλλοντα ζήλο και δημιουργούσε έργα που «επειδή δεν υπάρχει αγορά στην Κύπρο, δεν υπήρχε το κοινό για να τα αγοράσει. Κατάλαβα, λοιπόν, ότι στην πραγματικότητα δημιουργώ σκουπίδια, με πράγματα που έχουν σκοπό να υπάρχουν μόλις για δύο-τρεις μήνες».
«Πάντα με ενδιέφερε να μαζεύω πράγματα που είχαν δυνατότητες. Κατάλαβα, όμως, ότι δεν μπορώ να τα ‘σώσω’ όλα και άρχισα να είμαι πιο συγκρατημένος. Με αυτά που βρήκα στην αποθήκη, ένιωθα ότι ήταν ακόμη πιο μεγάλη η ευθύνη μου γιατί θα πετάγονταν. Και εγώ έτσι κι αλλιώς θα χρειαζόμουν υλικά για μια έκθεση. Αυτά τα υλικά δόθηκαν σε μένα. Και είχα την ευκαιρία να κάμω δουλειά σχετική με αυτό το πρότζεκτ».
«Τοπική οικονομία»
Ανάμεσα σε άλλα, ο Λαζούρας στην έκθεσή του τοποθετεί μινιατούρες πήλινων πιθαριών, που «ξέμειναν» σε ένα κατάστημα και θεωρούνταν dead stock, που πάλιωσε δηλαδή και πια οι πιθανότητες να πουληθεί είναι ελάχιστες. «Μου αρέσει να δίνω αξία σε πράγματα που θεωρητικά δεν έχουν. Να βλέπω τη δυνατότητα σε υλικά που δεν μπορεί κανείς να δει».
Για τη δημιουργία πουκαμίσων με δείγματα υφασμάτων της Laura Ashley, συνεργάστηκε με έναν ράφτη στην παλιά Λευκωσία, τον κ. Λοΐζο. Και για τη σειρά από πλεκτά, συνεργάστηκε με τον κ. Νάκη που διατηρεί ίσως την τελευταία κυπριακή βιομηχανία κατασκευής πλεκτών. Συνεργάστηκε, επίσης, με τους ταπετσάρηδες και σιδεράδες που συνεργάζονταν ανέκαθεν με το VPA.
«Είναι η πρώτη φορά που κάνω δουλειά για μένα. Και κανείς να μην έρθει στην έκθεση -που ελπίζω να έρθει πολύς κόσμος- δεν με νοιάζει. Νιώθω ότι έχω περισσότερο έλεγχο του τι κάνω».
+ Μέχρι τις 5 Οκτωβρίου 2019 σε χώρο επί της οδού Γεωργίου Σεφέρη 7-9, στη Λευκωσία. Πληροφορίες τηλ. 99803423 / 99495198 (επίσκεψη στην έκθεση μόνο με ραντεβού).
Συνέντευξη στη Μερόπη Μωυσέως | Φωτογραφίες Ελένη Παπαδοπούλου
