Γράφει η Χαρά Παπαβασιλείου Κουμουλλή
Όπου υπάρχει νερό, υπάρχει ζωή κι όπου υπάρχει ζωή, υπάρχει ποίηση. Χωρίς την ποίηση, τι θα ήταν η ζωή μας; Ένα σώμα χωρίς ψυχή, δηλαδή ένα πτώμα», λέει ο Βησσαρίων Μπιελίνσκι, ο σπουδαιότερος Ρώσος κριτικός λογοτεχνίας του 19ου αιώνα. Πολλές έννοιες συμπυκνώνονται στην ποίησην, ιδιαίτερα η έννοια της τέχνης και της ανθρωπιάς. Η ανθρωπιά αστράφτει και φωτίζει, λέει η Μόνα Σαββίδου Θεοδούλου στην τελευταία ποιητική της συλλογή Τεκμήρια. Ανθρωποκεντρικός ο ελληνικός πολιτισμός, ξεκίνησε απ’ τα παράλια της Μικράς Ασίας. Στον ναό της ποίησης με πρωθιερέα τον Όμηρο κι εν συνεχεία τους αρχαίους λυρικούς ποιητές: Αλκαίος, Αλκμάν, Στησίχορος, Ανακρέων, Βακχυλίδης και άλλους, με κορυφαία τη Σαπφώ, τη σπουδαιότερη γυναίκα ποιήτρια όλων των εποχών. Κομίζοντες εις την τέχνην, όπως λέει και ο Καβάφης, συνέθεσαν αριστουργήματα ποιητικού λόγου με φανερή, την επίδραση του Ομήρου, ως πρώτου διδάξαντος. Όπως και των αρχαίων λυρικών ποιητών η επιρροή σε μεταγενέστερους. Ο Οδυσσέας Ελύτης π.χ. στο βιβλίο του Ανοιχτά Χαρτιά ομολογεί ότι επέλεξε την ποίηση αντί της πεζογραφίας, όταν διάβασε τους αρχαίους λυρικούς. Από τη Μυτιλήνη η καταγωγή του, του Σεφέρη από το Αϊβαλί.
Από την Αλλάγια στα νότια της Μικράς Ασίας η ποιήτρια Μόνα Σαββίδου Θεοδούλου, σπουδαία, αν όχι η σπουδαιότερη γυναίκαχαρα ποιήτρια της Κύπρου. Πολυγραφότατη και πολυβραβευμένη! Στην Κύπρο μ’ έφερε σ’ ένα απ’ τα γυρίσματά της η ζωή. Έτσι τη γνώρισα. Κατ’ αρχήν ως ιδρύτρια και πρόεδρο του Συνδέσμου Κυπρίων Μικρασιατών. Με συγκίνησε η δραστηριότητά της στη συντήρηση της μικρασιατικής μνήμης, καθότι και της μητέρας μου οι ρίζες κρατούσαν από τη Μικρά Ασία. Σαν την πεταλίδα πάνω στον βράχο η ψυχή της είχε μείνει στη χαμένη της πατρίδα. Αθεράπευτη νοσταλγός και της δικής της η Μόνα Σαββίδου. Είχα διαβάσει κάποια απ’ τα Ημερολόγια, το ετήσιο περιοδικό του Συνδέσμου Κυπρίων Μεταναστών (Ιστορίες, Μαρτυρίες, Επιστολές, Έγγραφα προσφύγων του ’22 από τη Μικρά Ασία στην Κύπρο). Απ’ το συγγραφικό της έργο όλο κι όλο ένα μυθιστόρημα. Καμία όμως απ’ τις δέκα έξι ποιητικές συλλογές της. Κι αφού δεν… πώς εγώ, μια Ελλαδίτισσα ώρες τώρα, στημένη κάτω απ’ την αιωνόβια μανταρινιά σπιτιού των Λευκάρων, πρωινό μου στέκι, γράφω για την ποίησή της; Απόδειξη… τα Τεκμήρια! Γενικά αυτά λένε την αλήθεια. Το λέει η λέξη. Και οι λέξεις φέρνουν το βάρος των εννοιών, πραγμάτων και ιδεών που συνθέτουν τον κόσμο μας. Στην ποίηση η μουσικότητα και ο συμβολισμός τους διεγείρουν το νοητικό και θυμικό μέρος της ψυχής. Η ιστορία των λέξεων είναι και ο πρώτος στίχος της πρώτης από τις 24 ενότητες της συλλογής Τεκμήρια, που τιτλοφορούνται με ένα η καθεμία από τα μικρά, όπως οι 24 ραψωδίες της ομηρικής Οδύσσειας, γράμματα της αλφάβητου. Και οι 24 αποτελούν το αλφαβητάρι της ζωής, τα ονόματα αισθητών και ιδεατών, οι έννοιές τους, που πρέπει να εμβαθύνεις, να ψάξεις να βρεις τα νοήματά τους. Αυτό σου λέει η Μόνα με τον στίχο Η λέξη και ο μαγνήτης. Και ο Θέογνης: Αρχή σοφίας η των ονομάτων επίσκεψις. [Αρχή της γνώσης είναι η εξέταση των ονομάτων]. Η ποιήτρια παίζει με τις λέξεις: Ακινδύνου, Αφθονίου, Ανεμποδίστου, Οι αντιθέσεις, οι αντιφάσεις, οι αντιπαραθέσεις… Παθιασμένη με την ομορφιά, τον πλούτο και την ευκινησία της ελληνικής γλώσσας, τις ψάχνει όπως τα παιδιά τα πεντόβολα, τις ολοστρόγγυλες πετρούλες στα ρόδινα ακρογιάλια, η Μόνα με τις λέξεις, ξεκινώντας από τις αμμουδιές του Ομήρου. Τις αποθησαυρίζει η μνήμη της. Το θυμητικό μας, όπως λέει ένας της στίχος. Τα αποθέματα της μνήμης ένας άλλος, Τα μάτια της μνήμης… «Θυμάμαι, τι ωραία λέξη!» άκουσα τη Διδώ κάποτε να λέει. Στα ενενήντα της, «Φοβάστε τον θάνατο;» την είχε ρωτήσει μία δημοσιογράφος. «Όχι. Το σκοτάδι φοβάμαι», απάντησε, εννοώντας την απώλεια της μνήμης, μάστιγα των ημερών μας. Θεοποιημένη απ’ τους αρχαίους μας ως Μνημοσύνη. Η αθέλητη, Η μνήμη του Προυστ, αυτή που μας καθορίζει. Ο Προυστ στο μυθιστόρημά του Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο, απ’ τα αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, μιλάει για τη μαντλέν, το μικρό κεκάκι που, καθώς τη μουσκεύει στο τσάι του, θυμάται τις Κυριακές που τον κερνούσε η θεία του και γίνεται αφορμή της νοσταλγικής αναδρομής στα παιδικά του χρόνια. Οι επιστροφές ες φίλην γαίαν, όπως λέει ο Όμηρος για τον πόθο της επιστροφής των Αχαιών στην αγαπημένη τους πατρίδα. Η μαγεία της μνήμης να σε απαλλάσσει απ’ το ανυπόφορο ενίοτε παρόν. Τα μυστικά που έθαψε ο χρόνος, γράφει η Μόνα Σαββίδου, Ο χρόνος, ως ποτάμιος γέροντας.
Η ελληνική γλώσσα, αυτή που μιλάμε ώς σήμερα συνεχίζει το ταξίδι της, χωρίς σταματημό, εδώ και τέσσερις σχεδόν χιλιετίες. Είναι ζωντανή, εξελίσσεται, καθότι τίποτε δεν μένει στατικό, όπως και η ζωή. Δεν είναι τυχαίο το ότι το πρώτο ετυμολογικό λεξικό γλώσσας στον κόσμο είναι ο πλατωνικός Κρατύλος. Για να καταλάβεις όμως την αξία της πρέπει να τη γνωρίσεις. Μεγάλη η προσφορά της Μόνας Σαββίδου Θεοδούλου σ’ αυτόν τον τομέα. Τίποτα απ’ όσα θα διαβάσετε δεν μου ανήκει. Τα δανείστηκα από τις τροχιές του υπερπέραν. Υπήρξα η γείωσή τους, ο ηλεκτροφόρος αγωγός. Περίφροντις τα κατέγραψα, στίχο προς στίχο, χωρίς συνειρμική ή εννοιολογική σύνδεση, για το δίχτυ σωτήριας της ποίησης, γράφει στον πρόλογό της. Από ανάγκη, θα ’λεγε κανείς, να εξηγηθεί για τη χωρίς συνειρμική ή εννοιολογική σύνδεση των Τεκμηρίων. Όμως, αγαπητή μου Μόνα, αυτή είναι η πρωτοτυπία της ποίησής σου, το κάτι καινούργιο, το ξεχωριστό, που κομίζεις στην τέχνη της. Όπως του Καρυωτάκη η απελευθέρωσή της από τη ρίμα, και της ομάδας ποιητών του ’30. Όπως στο μυθιστόρημα Οδυσσέας του Τζέημς Τζόυς, σταθμός στην εξέλιξη της μυθιστοριογραφίας: τα ασύνδετα, τα υπονοούμενα, αυτός ο χείμαρρος προσωπικών ονομάτων σε μια ολόκληρη σελίδα και κάποιες φράσεις-αινίγματα, π.χ. το μόνο αληθινό στη ζωή είναι η αγάπη της μάνας, ως υποκειμενική κι ως αντικειμενική γενική, ή το γκαβό μάτι του ναύαρχου Νέλσον, που παραπέμπουν, εν προκειμένω, στο συντακτικό η μία και στη βιογραφία η άλλη. Στα Τεκμήρια αυτός ο χείμαρρος λέξεων και εννοιών κάποιες απ’ τις οποίες σε παραπέμπουν στο λεξικό, τα ασύνδετα, τα σύνθετα, με κοινό το πρώτο ή δεύτερο συνθετικό, η μουσικότητα και ο ρυθμός κάνουν ξεχωριστή την ποίηση της Μόνας Σαββίδου.