Από την ένταση και τον λυρισμό των Μάνου Λοΐζου και Μάριου Τόκα μέχρι τη θεατρικότητα και τις αντιθέσεις των Kurt Weill και Nino Rota, η παράσταση της Έλενας Χατζηαυξέντη, παρέα με τον Ανδρέα Παπαπέτρου, γίνεται μια ποιητική γέφυρα με θεμέλια τις «συλλαβές» της ελευθερίας, της δικαιοσύνης και της ειρήνης. Η συναυλία «Μνήμες και Όνειρα» αποτελεί ένα μουσικό ταξίδι που κινείται ανάμεσα στη μνήμη και στην επιθυμία για έναν πιο δίκαιο κόσμο, με ένα πρόγραμμα που συνδέει διαφορετικές εποχές και πολιτισμούς, για να αναδείξει πως, πίσω από κάθε τραγούδι, κρύβεται η ίδια ανθρώπινη ανάγκη: να θυμόμαστε, να νιώθουμε και να ενεργούμε για κάθε μας δικαίωμα. Η Έλενα Χατζηαυξέντη, ηθοποιός και τραγουδίστρια, μιλά στο «Π» για το νανούρισμα, σε μουσική του Νότη Μαυρουδή και στίχους του Δημήτρη Μανθόπουλου, που στάθηκε αφορμή για το αποτέλεσμα αλλά και για τον ρόλο της τέχνης και κατ' επέκταση του τραγουδιού στην κοινωνία. Η ίδια μοιράζεται, επίσης, λίγα λόγια για τη σύμπραξη με τον Ανδρέα Παπαπέτρου, αλλά και τους ήχους και τα ρεύματα μέσα από τα οποία θα περάσουν στη σκηνή, με την ευχή πως αυτό που θα κρατήσει το κοινό είναι η φράση «μας φύτεψαν φόβο μα φύτρωσαν φτερά».
Πώς γεννήθηκε η ιδέα για τη συναυλία «Μνήμες και Όνειρα»; Τι ήταν αυτό που σε οδήγησε να δημιουργήσεις ένα μουσικό ταξίδι που συνδέει τη «μνήμη με την ελπίδα και τα όνειρα για έναν πιο δίκαιο και ειρηνικό κόσμο»;
Η ιδέα για τη συναυλία γεννήθηκε από μια στιγμή αφύπνισης ακούγοντας ένα νανούρισμα, σε μουσική του Νότη Μαυρουδή και στίχους του Δημήτρη Μανθόπουλου. Το τραγούδι, καταπληκτικά ειπωμένο από τη Μαριώ, μου ξαναθύμισε τη δύναμη της τρυφερότητας απέναντι στη σκληρότητα του κόσμου. Η εικόνα μιας μάνας που προσπαθεί να προστατέψει το παιδί της από τον πόλεμο, από την αδικία, την ασχήμια, τα καμένα δέντρα και τον φόβο με συγκλόνισε. Το τραγούδι λέει:
«Τι να σου πω παιδάκι μου, τι να σου τραγουδήσω;
Δεν βρίσκω λόγια η καψερή για να σε νανουρίσω
Σιγήστε, τανκς και πύραυλοι, σ' Ανατολή και Δύση
Κοιμάται το παιδάκι μου και τρέμω μην ξυπνήσει».
Μια τέτοια αρχέγονη μνήμη, το νανούρισμα, κοινή για όλη την ανθρωπότητα, κοινή, ίσως σε όλες τις φυλές του κόσμου και ίσως και σε όλα τα είδη ζωής, με οδήγησε σε αυτό το μουσικό ταξίδι. Με φαντάστηκα να κάθομαι στον ίσκιο μια ηλικιωμένης και σοφής ελιάς του χωριού μου, από αυτές άνω των 500 χρόνων με τις βαθιές απλωμένες ρίζες στο χώμα, και να ψάχνω από την αρχή να ονομάσω τον άνθρωπο. Ποιο κόσμο έχουμε, ποιο κόσμο θέλουμε να έχουμε; Τι να τραγουδήσουμε στα παιδιά αλλά και στο παιδί μέσα μας;
Το έργο σου αναφέρεται σε θέματα όπως η νοσταλγία, η προσφυγιά, η ανθεκτικότητα. Μπορεί η τέχνη να λειτουργήσει σήμερα ως μορφή κοινωνικής αντίστασης ή συμφιλίωσης απέναντι στα τραύματα του παρελθόντος;
Ναι, το πιστεύω απόλυτα και πιστεύω ότι γι' αυτό ο άνθρωπος οδηγήθηκε στην τέχνη. Ο πρωταρχικός σκοπός της τέχνης είναι η ανάγκη για έκφραση. Η τέχνη ξεπήδησε ορμητικά μέσα από τον άνθρωπο τόσα εκατομμύρια ή και δισεκατομμύρια, ίσως, χρόνια πριν (δεν είμαστε σίγουροι πότε) για να εκφράσει τα πιο μύχια συναισθήματά μας. Και για μένα, η μεγαλύτερη αντίσταση είναι να επιλέγουμε να νιώθουμε, να τολμάμε να έχουμε ενσυναίσθηση, να αφουγκραζόμαστε για να καταλαβαίνουμε εμάς και τους γύρω μας και να παλεύουμε να ξορκίζουμε το «κακό». Ειδικά το τραγούδι αναδύεται φλογερό μέσα από τον άνθρωπο σε στιγμές έντονες της ζωής του, είτε χαράς, είτε οργής, είτε απέραντου πόνου και του δίνει δύναμη, φωνή για να διαμαρτυρηθεί, σθένος να αντισταθεί αλλά και βαθιά τρυφερότητα για να χαϊδέψει τις πληγές του. Πόσοι έφυγαν πολεμώντας με ένα τραγούδι στα χείλη, πόσοι τραγούδησαν για να δώσουν θάρρος σε άλλους και πόσα τραγούδια έρχονται αντιμέτωπα κάθε μέρα με ό,τι ονομάζουμε άδικο, τερατώδες και καταστροφικό;
Η τέχνη, λοιπόν, μας δίνει έναν καθρέφτη να κοιταχτούμε χωρίς φόβο και ένα παράθυρο να φτιάξουμε μια άλλη θέα. Μας επιτρέπει να κοιτάξουμε μέσα μας και γύρω μας, να αναγνωρίσουμε τα τραύματα, τις απώλειες, τις ιστορίες που συχνά παραμένουν αθέατες. Η συμφιλίωση δεν έρχεται με τη λήθη αλλά με την αποδοχή της μνήμης. Έτσι η μνήμη από φορτίο γίνεται φως και δρόμος για την κατανόηση.
Η σκηνική σας σύμπραξη με τον Ανδρέα Παπαπέτρου έχει μια έντονα ποιητική χημεία. Πώς διαμορφώθηκε αυτή η συνεργασία και πώς επιτυγχάνετε τη μουσική και συναισθηματική ισορροπία ανάμεσα στη φωνή και στα όργανα;
Ναι, είναι αλήθεια αυτό. Υπάρχει ποιητική χημεία με τον Ανδρέα και έχουμε διανύσει πολύ ωραίο και δημιουργικό δρόμο παρέα. Έχουμε ζήσει πολλές σκηνικές περιπέτειες και πολύ διαφορετικές μεταξύ τους. Αυτή η συνεργασία διαμορφώθηκε από την επαφή και την ανταλλαγή, τον ενθουσιασμό και την αγάπη γι' αυτό που κάνουμε. Νομίζω με τα χρόνια έχουμε αναπτύξει τη δική μας μουσικό-θεατρική γλώσσα. Ο Ανδρέας παίρνει ακόμα και την πιο «τρελή» μου ιδέα και την προχωράει. Μεταφράζει αυτό που του περιγράφω σε μουσική, ηχοτοπία και ατμόσφαιρες. Είναι ένας λεπταίσθητος συνθέτης και ερμηνευτής που μπορεί να χρησιμοποιεί τις μουσικές του γνώσεις για να δημιουργήσει πρωτότυπα μουσικά περιβάλλοντα που ολοκληρώνουν αυτό που φέρνω εγώ θεατρικά και τραγουδιστικά.
Η ισορροπία επιτυγχάνεται από τις επιλογές που κάνουμε σε κείμενα, ιστορίες και μελωδίες αλλά και από το πώς μεταβάλλουμε ένα κομμάτι, πώς το απογυμνώνουμε, πώς το αποφορτίζουμε ή πώς το φορτίζουμε. Αυτό είναι κάτι που βασίζεται στις προσωπικότητές μας και στον τρόπο που ακούμε και επικοινωνούμε. Όμως, όλο αυτό ολοκληρώνεται μόνο στη σκηνή, όπου αναζητούμε την ισορροπία σε ό,τι συμβαίνει στη στιγμή. Αυτό είναι και το πιο συναρπαστικό κομμάτι, γιατί πρέπει να είμαστε απόλυτα ανοιχτοί ο ένας στον άλλο και να ακούμε όσο πιο βαθιά και αληθινά γίνεται την αίσθηση του άλλου. Αυτό νομίζω γεννάει και την ποιητικότητα που αναφέραμε στην αρχή, κάτι δηλαδή που είναι ζωντανό και ευμετάβλητο.
Από τον Μάνο Λοΐζο και τον Μάριο Τόκα έως τον Kurt Weill και τον Nino Rota, η συναυλία διατρέχει πολλές εποχές και κουλτούρες. Ποιο ήταν το κριτήριο επιλογής των τραγουδιών και πώς «δένουν» μεταξύ τους όλες αυτές οι μουσικές γλώσσες;
Η επιλογή των τραγουδιών βασίστηκε στην ανάγκη μας να μιλήσουμε και να τραγουδήσουμε για τις πιο γλυκές και πιο πικρές αλήθειες του ανθρώπου. Τα τραγούδια θα έλεγα ότι δεν είναι τα αναμενόμενα και δένονται απρόσμενα μεταξύ τους. Το κάθε τραγούδι, εκτός από την ιστορία που φέρει μέσα του από μόνο του, γίνεται μέρος μιας μεγαλύτερης εικόνας, αυτής που θέλουμε να συνθέσουμε κάθε φορά. Άλλο διαμαρτύρεται, άλλο υμνεί, άλλο εξυμνεί, άλλο κλαίει και άλλο οργίζεται. Από την ένταση και τον λυρισμό των Μάνου Λοΐζου και Μάριου Τόκα μέχρι τη θεατρικότητα και τις αντιθέσεις των Kurt Weill και Nino Rota, όλες αυτές οι μουσικές γλώσσες ενώνονται πάνω στις συλλαβές της ελευθερίας, της δικαιοσύνης και της ειρήνης. Είμαστε όλοι ενωμένοι και συνδεδεμένοι πάνω σε αυτές τις πολύτιμες συλλαβές, που δεν έπαψαν ποτέ να είναι τα αιτήματά μας, δυστυχώς, σε αυτόν τον κόσμο - αντί δεδομένων αξιών. Έτσι όλη η παράσταση γίνεται στο τέλος ένα ηχηρό, τρυφερό νανούρισμα που κοιμίζει τα θηρία και ξυπνάει τα όνειρα για έναν καλύτερο κόσμο.
Με μια φράση, τι είναι αυτό που θα ήθελες να κρατήσει το κοινό φεύγοντας από τη συναυλία «Μνήμες και Όνειρα»;
«Μας φύτεψαν φόβο μα φύτρωσαν φτερά». Είναι μια φράση από το τραγούδι «Τραγουδάμε Δίχως Φόβο» (Canción Sin Miedo), το οποίο αποτελεί έναν ύμνο κατά των γυναικοκτονιών στο Μεξικό και ευρύτερα στη Λατινική Αμερική. Η συνθέτριά του, Vivir Quintana, σε μια συμβολική κίνηση, τραγούδησε και βιντεοσκόπησε το τραγούδι μαζί με μητέρες από την Οαχάκα του Μεξικού, οι οποίες έχασαν τις κόρες τους από γυναικοκτονίες. Το τραγούδι ταξίδεψε, μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες και ενώθηκε με τις φωνές των γυναικών σε ολόκληρο τον πλανήτη.
*Πληροφορίες:
«Μνήμες και Όνειρα»
Ημερομηνία: Παρασκευή, 7 Νοεμβρίου 2025
Ώρα: 20.30
Τοποθεσία: Δημοτικό Θέατρο Γ. Λυκούργος, Λάρνακα
