Γράφει ο Γιώργος Κακούρης
Επιστρέφοντας από τις κατεχόμενες περιοχές ένα βράδυ πήρα λάθος δρόμο. Αποτέλεσμα, για τα επόμενα πέντε λεπτά, σε κάθε στροφή προς την κατεύθυνση που ήξερα πως ήταν το οδόφραγμα, έβρισκα μόνο τοίχους. Δεν άργησα και πολύ να ξαναβρεθώ στο Arasta Carsisi, λίγο πριν το οδόφραγμα.
Κοιτάζοντας από τα βόρεια κάτω προς τη Λήδρας το βράδυ είναι λες και βλέπεις, με καθαρό καιρό, μέχρι το μέλλον. Λιγοστοί άνθρωποι βρίσκονται στο δρόμο ή στέκονται στα σημεία ελέγχου που με τόση προσοχή έστησαν οι "ψευδοαρχές" για να την πουν στις δικές μας ψευδοαρχές.
Σχεδόν ξεχνάς, βλέποντας το δρόμο να απλώνεται χωρίς διακοπή, ότι υπάρχει κάποιος εκεί που θέλει να κάνει πως τσεκάρει την ταυτότητά σου στο πλαίσιο των εντολών των "ηγετών". Το ένστικτο σου λέει απλώς να περάσεις και να προχωρήσεις και πως, αν κάποιος θέλει να σε σταματήσει, ό,τι κι αν είναι διατεθειμένος να κάνει για να επιβάλει την εξουσία του, ηθικά, στο τέλος της ημέρας, το πρόβλημα είναι δικό του, όχι δικό σου.
Πριν πεθάνουμε, η γενιά μου θα ζήσει την ημέρα όταν δεν θα έχει σημασία πού ήταν κάποτε η γραμμή, άσχετα με το αν τα πράγματα αλλάξουν επειδή το επιδιώξαμε ή το αφήσαμε να συμβεί.
Αυτή είναι η κληρονομιά του Λευκωσιάτη που την κρύβει τόσο επιμελώς κοιτώντας πάντα προς το ιδεατό χωριό του παππού του, ή προς το ακίνδυνο προάστιό του, στρέφοντας το βλέμμα μακριά από τη Γραμμή. Που προτιμά ο χαρακτήρας της πόλης του να καθορίζεται από απλοϊκά αστεία για βούτυρους και τα κόμπλεξ των όποιων συμπρωτευουσιάνων βλέπουν τις σχέσεις των πόλεων σαν μονοσήμαντους ανταγωνισμούς.
Ο χαρακτήρας και το συλλογικό μας φαντασιακό βρίσκεται στους φαινομενικά αδιέξοδους δρόμους της παλιάς Λευκωσίας, στα άδεια άκρα και τα σκονισμένα χωράφια της Αγλαντζιάς, από τα Λατσιά μέχρι το Hamitkoy και από το Kucuk Kaimakli μέχρι τον Άη Παύλο.
Ο Λευκωσιάτης είναι αυτός που έχει καταλάβει, ή ξέρει υποσυνείδητα, πως τα σύνορα είναι εσωτερικά, πως ασφυκτιά όταν η πόλη σπρώχνει τα όριά της και σπρώχνει τα αναχώματα που εμποδίζουν προσωρινά τη φυσική ροή των πραγμάτων. Μπροστά άλλωστε στα πάνω από χίλια χρόνια που υπάρχει η πόλη, τι είναι μισός αιώνας; Πόσο μπορεί να μας αλλάξει;
Από τη Λήδρας, το βράδυ, με καθαρό ουρανό, βλέπεις το μέλλον από όποια πλευρά κι αν σταθείς.
