Παράθυρο logo
82ο Φεστιβάλ Βενετίας: Η σπαρακτική φωνή ενός εξάχρονου κοριτσιού, φωνή της Γάζας για βοήθεια
Δημοσιεύθηκε 04.09.2025 12:57
82ο Φεστιβάλ Βενετίας: Η σπαρακτική φωνή ενός εξάχρονου κοριτσιού, φωνή της Γάζας για βοήθεια

Ο Νίνο Φένεκ Μικελίδης γράφει για την ταινία «Η φωνή της Χιντ Ρασάντ» της Τυνήσιας σκηνοθέτιδας Καουτέρ Μπεν Χάνια

Οι αμέτρητες φωνές για βοήθεια των αθώων παιδιών και γυναικών, παγιδευμένων στα ερείπια των ανεξέλεγκτων βομβαρδισμών του ισραηλινού στρατού που καταλήγουν συχνά στο στο θάνατο αθώων παιδιών και γυναικών, είναι κάτι που ο κινηματογράφος δεν μπορούσε να αγνοήσει.

Μια τέτοια, σπαρακτική φωνή τράβηξε την υποψήφια για Όσκαρ («Τέσσερις κόρες») Τυνήσια σκηνοθέτιδα Καουτέρ Μπεν Χάνια να γυρίσει τη συγκλονιστική ταινία της, «Η φωνή της Χιντ Ρασάντ», που είδαμε σήμερα στο διαγωνιστικό τμήμα του 82ου φεστιβάλ της Βενετίας.

Βασισμένη σε μια αληθινή ιστορία που συνέβη πρόσφατα στη Γάζα, η ταινία αφηγείται τις απεγνωσμένες προσπάθειες μιας ομάδας μελών της Ερυθράς Ημισελήνου (ο Παλαιστινιακός Ερυθρός Σταυρός) να σώσουν τη Χιντ Ρασάντ, ένα εξάχρονο κοριτσάκι, παγιδευμένο μαζί με έξι νεκρά μέλη της οικογένειάς της, σε ένα αυτοκίνητο στο οποίο είχε επιτεθεί ο ισραηλινός στρατός στη Βόρειο Γάζα.

Η κάμερα της Μπεν Χάνια παρακολουθεί την πορεία των προσπαθειών διάσωσης της εξάχρονης Χιντ μέσα από τα μάτια των ακούραστων εργατών της Ερυθράς Ημισελήνου, συνδυάζοντας με δεξιοτρεχνία και έλεγχο το αρχειακό με το σύγχρονο υλικό μέσα από ένα καθαρά ντοκιμαντεριστικό στιλ.

Το αυθεντικό υλικό από τις κραυγές του εξάχρονου κοριτσιού, υλικό πραγματικά σπαρακτικό, συγκλονιστικό, που μάζεψε η Μπεν Χάνια απευθείας από την πηγή, ακούνε κάθε τόσο, ανάμεσα στο δικό τους διάλογο, οι ηθοποιοί (όλοι Παλαιστίνιοι) που ερμηνεύουν τους εργάτες της Ημισελήνου. Ένα υλικό που η Μπεν Χάνια μάζεψε απευθείας από την πηγή.

Όπως ανάφερε η ίδια, «στην αρχή άκουσα ένα σύντομο audio clip της Χιντ Ρασάντ να καλεί βοήθεια. Η μικρή φωνή της, που απλά ζητούσε να μην την εγκαταλείψουμε, έσπαζε το χάος. Εκείνη τη στιγμή για μένα, η φωνή της Χιντ έγινε κάτι περισσότερο από μια απελπισμένη έκκληση. Έμοιαζε με την ίδια τη φωνή της Γάζας, που ζητούσε βοήθεια στο κενό, αντιμετωπίζοντας την αδιαφορία, αντιμετωπίζοντας τη σιωπή. Ήταν ένα είδος μεταφοράς που γινόταν οδυνηρά πραγματική: μια κραυγή για σωτηρία που μπορούσε ν’ ακούσει ο κόσμος, αλλά στην οποία κανένας δεν φαινόταν πρόθυμος, ή στην οποία δεν μπορούσε, να απαντήσει. Γι’ αυτό απευθύνθηκα στην Εταιρία της Ερυθράς Ημισελήνου για να μπορές ν’ ακούσω την πλήρη ηχογράφηση».

Ολη η ιστορία δίνεται μέσα στα γραφεία των εθελοντών εργατών της Ημισελήνου στη Δυτική ‘Οχθη, με τις διάφορες επίμονες, συχνά απελπιστικές, προσπάθειές τους να πείσουν τα δικά τους μέλη, εθελοντές, γιατρούς, βοηθούς και οδηγούς των πρώτων βοηθειών, να εξασφαλίσουν το «πράσινο φως» για να σώσουν τη μικρή Χιντ.

Ιστορία που η σκηνοθέτρια καταγράφει με αμεσότητα, δύναμη και θάρρος, με βασική ομάδα τη Ράνια, τον Ομέρ, τον Μαχντί και τη Νισρίν, να επιμένουν, να απελπίζονται, να κουράζονται, να εξοργίζονται, ακόμη και να τσακώνονται, αλλά και να ξαναβρίσκουν τις δυνάμεις τους, για να περιορίσουν το χρόνο, ώστε το αυτοκίνητο να φτάσει στον προορισμό του - μέσα στα 8 μόνο λεπτά από εκεί που βρίσκονται και που οι γραφειοκρατικές καθυστερήσεις αυξάνουν σε ώρες).

Μια ταινία που μας αφηγείται το ανθρώπινο αυτό δράμα και την απαράδεκτη βία με στόχο αθώες γυναίκες και αθώα παιδιά, δράμα στο οποίο ο διεθνής παράγοντας δείχνει να σιωπά και στο οποίο όλοι μας έχουμε συλλογική ευθύνη.

Μια ταινία πολιτικά επίκαιρη και κινηματογραφικά εξαιρετική που σίγουρα θα είναι ανάμεσα στα φαβορί για το Χρυσό Λιοντάρι του φετινού φεστιβάλ.

Δύσκολη αποδείχτηκε στο παρελθόν η διασκευή για τον κινηματογράφο της νουβέλας «Ο ξένος» του Αλμπέρ Καμύ – φτάνει να θυμηθούμε τη διασκευή του Βισκόντι το 1967 με τον Μαστρογιάνι και την Άνα Καρίνα. Κι είναι άξιος συγχαρητηρίων ο Φρανσουά Οζόν που με τη δική του διασκευή του «Ξένου», που είδαμε στο διαγωνιστικό τμήμα, έφτιαξε μια ταινία πολύ πιο κοντά στο πνεύμα του Γάλλου υπαρξιστή συγγραφέα.

Ο ήρωάς του, ο Αλγερινός Γάλλος Μερσό (με τον Μπενζαμέν Βουαζέν να δίνει τέλεια το ψυχρό, χωρις αισθήματα, πρόσωπο του ήρωά του) είναι κοινωνικά απομονωμένο άτομο, αντίθετος με τους άγραφους κοινωνικούς κανόνες, σχολαστικός στις λεπτομέρειες, χωρίς να δείχνει τα αισθήματά του, που αρνείται να πει ψέματα και που δεν πιστεύει στο θεό. Ακριβώς το ότι δεν δείχνει κανένα συναίσθημα (δεν κλαίει στην κηδεία της μητέρας του) και δεν λέει ψέματα (στη δίκη του για το φόνο ενός Άραβα), τον μετατρέπουν σε ξένο και του στοιχίζουν τη ζωή του.

Η επιλογή της μαυρόασπρης φωτογραφίας (του Μανού Ντακός) ταιριάζει τέλεια με την εικόνα της Αλγερίας της δεκαετίας του ’30, με τα ωράια πλάνα κοντινά πλάνα των προσώπων (που θυμίζουν τις ταινίες του Μπρεσόν) μας εισάγει στην αισθησιακή ατμόσφαιρα της Μεσογείου, με τον ήλιο, τη ζέστη, το σεξ και το θάνατο (τόσο λυρικά δοσμένο με τη φασνταστική σκηνή του Μορσό να ανεβαίνει μέσα από μια καυτή από τη ζέστη έρημο προς τη στημένη στο άδειο τοπίο κρεμάλα) με τον Οζόν να εστιάζει την κάμερα στο ουδέτερο, χωρίς αισθήματα, πρόσωπο του Μορσό, που αντιμετωπίζει τα πάντα με αδιαοφορία και με λιγόλογα (η πιο χαρακτηριστική ατάκα του είναι το «Δεν γνωρίζω»), συμπεριφορά που τον οδηγεί αναπόφευκτα στην καταδίκη – μόνη εξαίρεση η μεγάλη δεκάλεπτη σχεδόν συζήτησή του με τον ιερέα πριν από την εκτέλεση του.

Με τον Οζόν να προσθέτει και μια δική του παρέμβαση στο έργο του Καμύ, δίνοντας μια άλλη, πιο κοντά στην πολιτική πραγματικότητα, εικόνα της Αλγερίας και των Αράβων, όπως στην ανάπτυξη του ρόλου της Αλγερινής ερωμένης του μοναδικού «φίλου» του Μορσό, ή στα πλάνα στο φινάλε, με την κάμερα να σταματά στην Αλγερινή που επισκέπτεται τον τάφο του νεκρού αδερφού της.

Tags