Παράθυρο logo
Τρεις ψηλές γυναίκες
Δημοσιεύθηκε 30.01.2017
Τρεις ψηλές γυναίκες

"Cause you're always mine to keep when you're gone"

Να σιγοκαίνε μέσα μας οι πυρκαγιές. Σκέφτηκα τη φράση μια μέρα μετά την παράσταση. Συγκεντρώθηκα πολύ για να μην την ξεχάσω. Ξεχνάω εύκολα τον τελευταίο καιρό. Το έχω παρατηρήσει - ίσως επειδή μεγαλώνω. Μου διαφεύγουν τα σημαντικά, κυκλοφορώ με σημειωματάρια, χαρτιά και χαρτάκια. Σκέτη καταστροφή. Δεν ήμουν πάντα έτσι. Αλλά η δική μου ιστορία ελάχιστα ενδιαφέρει. Σημασία έχουν οι "Τρεις ψηλές γυναίκες".
Περίμενα καιρό αυτή τη συνεργασία. Ξαναβρέθηκαν και παλιά οι τρεις τους, αλλά σε μεγαλύτερα σχήματα, το σμίξιμο με τους πολλούς είχε άλλες χάρες, μα ετούτο εδώ, διάολε, ήταν αλλιώτικο. Δεν είχα άλλωστε επιλογή, ούτε τον τρόπο, ούτε τη γνώση για το πώς γίνονται αυτές οι συναντήσεις. Απλώς περίμενα μια τυχαιότητα. Κι ήρθε. Η αγία τριάδα του κυπριακού θεάτρου, οι πιο ηγεμονικές παρουσίες, τα πιο υγρά βλέμματα, οι πιο αισθαντικές φωνές - Σαντοριναίου, Φυρογένη, Χαραλάμπους. Για δυο ώρες δικές. Μη βάλετε αντωνυμίες "μου", "σου", "μας". Δεν αξίζει, δεν ωφελεί. Έκατσα κι έμεινα εκστατικός. Αν με έσπρωχνες, θα έπεφτα σαν στητό λιθάρι, ένας αποσβολωμένος ανόητος που δεν ξέρει να κουμαντάρει τα άκρα του. Μα, ας τα πάρω από την αρχή...

Βράδυ ήδη, το γλυκό φως των αλκυονίδων έδωσε τη θέση του στο χαρακτηριστικό χειμωνιάτικο κρύο της Κύπρου, που περονιάζει ανελέητα τα πλευρά μας και βάφει με μια χαμηλή ομίχλη τους ορίζοντες. Η μελαγχολία της Κυριακής κρέμεται από τα φανάρια, σε λίγες ώρες ξημερώνει Δευτέρα, κι επιστρέφει εκείνο το παραπειστικό συναίσθημα ότι την πρώτη ώρα έχεις Αρχαία, δεν διάβασες, σκατά. Αλλά εντάξει, δεν είσαι έφηβος. Κράτηση, ραντεβού, εισιτήρια, όλα στην ώρα τους. Κι αρχίζει.

Η Αννίτα Σαντοριναίου ακίνητη σε μια πολυθρόνα ή στο κρεβάτι αναγκάζει το σύμπαν να κινείται γύρω της. Έτσι, με μια κίνηση του χεριού, με μια αιφνίδια εναλλαγή στη διάθεση. Γιατί; Γιατί μπορεί. Τόσο απλά. Όποιος αναζητεί εξηγήσεις, μάταια χάνει το χρόνο του. Το χρόνο που βλέπεις να διανύεται, με τυχαίες στάσεις. Στα 26 σου, στα 52, στα 92.


Έπειτα, η Στέλα Φυρογένη, με το ένα λάμβδα και τη φωνή που καίει, που η ανάμνησή της έχει βασανίσει για μέρες κάθε άντρα που έχει βρεθεί σε παράστασή της. Μιλάει με τρυφερότητα και χιούμορ, την ώρα που απευθύνεται στην υπερήλικα εκδοχή του εαυτού της. Να το έχει προβάρει εκατομμύρια φορές, να είναι μια λάμψη από το σπάνιο μέταλλό της, να το έχει σκεφτεί μια μέρα καθώς περπατούσε αμέριμνη, ποιος ξέρει;

Ταιριαστή σε αυτές, η Νιόβη Χαραλάμπους, με τη μαγική ικανότητα της μεταμόρφωσης: από παρθένα που ταράζεται από σεμνοτυφία στο άκουσμα μιας βρισιάς, σε μια πρόστυχη μικρή κυρία. Ένα είναι το βέβαιο: ότι μπορεί να αλλάζει δέρματα, εκφράσεις και ματιές. Πώς γεννιούνται τα μαγικά πλάσματα, αναρωτιέμαι, μα κανείς δεν μπαίνει στον κόπο να απαντήσει.


Είδα το έργο σε μια καλή συγκυρία, έχοντας τελειώσει πρόσφατα το βιβλίο "Εμείς οι θνητοί". Μερικοί από τους δρόμους τους συναντιούνται, κι ίσως να άξιζε να τους ακολουθήσει κανείς, αρκεί να ξέρεις ότι το βάρος τους ίσως να πέσει πολύ. Τι έχει σημασία όταν κανείς πλησιάζει στο τέλος; Πώς μετράς τη ζωή σου όταν ατενίζοντας προς τα πίσω και με τις φυσικές δυνάμεις να σε έχουν εγκαταλείψει πρέπει να ζυγίσεις τι έδωσες, τι πήρες, πού στέκεσαι, κι ο πόνος εκεί να σε συντροφεύει, ποια η αξία και το νόημα των πραγμάτων.


Κάθε απόπειρα να συνοψίσω το θεατρικό κείμενο, τη σκηνοθεσία, τον Sinatra θα ήταν είτε άδικη είτε μάταιη. Η παράσταση είναι από αυτές που κουβαλά κανείς μαζί του για μέρες. Μια πυρκαγιά που σιγοκαίει μέσα σου για μέρες. Τα λόγια, τα τραγούδια, οι σκέψεις εκείνης της ώρας, οι άλλες που έρχονται μετά, αυτές που ταξίδεψαν για χρόνια μέχρι να σε βρουν, όλα έχουν εκείνο το σπάνιο άθροισμα που βγάζει νόημα - λίγες φορές. Για αυτή τη σούμα, μα και για όσα προσπάθησα να πω εδώ, αξίζει κανείς να παρακολουθήσει την παράσταση. Ευγνωμοσύνη, τίποτα άλλο.


Νικόλας Κυριάκου