Παράθυρο logo
Λαρς Μάγκνους Έρικσον
Δημοσιεύθηκε 18.04.2016
Λαρς Μάγκνους Έρικσον

Γράφει η Βάλια Καϊμάκη

Οι ωραιότερες ιστορίες στην τεχνολογία είναι οι ιστορίες των ανθρώπων. Μέσα από κάποιους ουσιαστικά τρελούς για την εποχή τους, σήμερα έχουμε στα χέρια μας εργαλεία που κανείς από τους παππούδες μας δεν είχε φανταστεί, στη συγκεκριμένη περίπτωση κινητό τηλέφωνο.

Την 1η Απριλίου του 1876 ο Λαρς Μάγκνους Έρικσον άνοιξε ένα μηχανολογικό εργαστήριο σε μια πρώην κουζίνα 13 τ.μ., πρόδρομο των γκαράζ της Σίλικον Βάλεϊ. Ήταν το τέλος μιας δύσκολης διαδρομής και η αρχή ενός κολοσσού της επικοινωνίας.


Ο Λαρς Μάγκνους γεννήθηκε και μεγάλωσε στο χωριό Βέργκερμπολ στις 5 Μαΐου του 1846, πριν από 170 χρόνια. Όταν ήταν 11 ετών έχασε τον πατέρα του. Τα δυο του μεγάλα αδέλφια είχαν φύγει από το σπίτι κι έτσι αναγκάστηκε να δουλέψει στα ορυχεία για να ζήσει τη μητέρα του και τις δύο αδελφές του. Ξεχώρισε για την ικανότητά του να χειρίζεται κάθε είδους εργαλεία.


Το επόμενο τολμηρό βήμα ήταν η μετεγκατάσταση στη Στοκχόλμη. Εργάστηκε για έξι χρόνια σε μια εταιρεία που παρήγε τηλεγραφικό εξοπλισμό. Ξεχώρισε για τα προσόντα του και κέρδισε δύο κρατικές υποτροφίες για να σπουδάσει κατασκευή εξοπλισμού στο εξωτερικό, το 1873 και το 1875.
Μετά την επιστροφή του, επιστράτευσε τη γυναίκα του Χίλντα και τον φίλο του Καρλ Γιόχαν Άντερσον και δημιούργησαν μια τηλεφωνική εταιρεία. Μελετούσαν τα τηλέφωνα της Bell και της Siemens και έφτιαχναν τα δικά τους. Επτά χρόνια αργότερα γεννήθηκε η Ericsson.


Ο ίδιος ο Λαρς Μάγκνουμ δεν έμεινε για πολύ εκεί. Το 1900, σε ηλικία 54 ετών, αποσύρθηκε ενώ κράτησε τις μετοχές του μόνο για πέντε χρόνια ακόμα πριν τις πουλήσει. Από εκεί και πέρα ασχολήθηκε αποκλειστικά με το αγρόκτημά του.


Ο θρύλος λέει ότι ήταν ένας απαιτητικός άνθρωπος που δεν του άρεσε καθόλου η δημοσιότητα. Λέγεται ακόμα ότι παρόλο που ήταν σκεπτικιστής και πολύ προσεκτικός στα βήματά του, το προσωπικό του τον σεβόταν. Ίσως γιατί έδειχνε μικρή εμπιστοσύνη τόσο στους διοικητικούς όσο και στους υψηλά εξειδικευμένους μηχανικούς. Προτιμούσε ανθρώπους της "πιάτσας". Ή ακόμα επειδή έδειχνε ιδιαίτερη ευαισθησία προς τους υπαλλήλους. Ήδη το 1889 υπήρχε ασφάλιση υγείας ενώ δύο χρόνια αργότερα όλοι οι υπάλληλοι και οι οικογένειές τους είχαν δωρεάν ιατρική περίθαλψη. Οι ώρες εργασίας ήταν επίσης λογικές, ενώ οι μισθοί αρκετά υψηλοί. Ένα από τα χαρακτηριστικά του είναι πως από φιλοσοφία ήταν αντίθετος στις πατέντες. Πίστευε πως όταν κλειδώνεις την τεχνογνωσία, δεν μπορείς να πας παρακάτω. Και μάλιστα όταν μια νορβηγική εταιρεία άρχισε να αντιγράφει τα τηλέφωνά του, δεν ενοχλήθηκε καθόλου, αφού και ο ίδιος είχε κατά κάποιον τρόπο αντιγράψει άλλες εταιρείες. Η νοοτροπία αυτή μοιάζει εντελώς ξεχωριστή σήμερα, που οι μεγάλες εταιρείες επιδίδονται σε μάχες για το ποιος θα κατοχυρώσει περισσότερες πατέντες, ανεξάρτητα από το εάν τις χρειάζονται ή εάν είναι λειτουργικές.


Και δεν είναι λίγες οι φορές που ξεσπούν κανονικοί πόλεμοι, δικαστικές διαμάχες που κρατούν χρόνια και κοστίζουν εκατομμύρια. Και δυνάμεις, οι οποίες εάν είχαν δαπανηθεί καλύτερα θα είχαν πάει μπροστά την τεχνολογία. Το περιοδικό "Businessweek" έγραψε κάποτε πως "μόνο οι δικηγόροι επωφελούνται από τους πολέμους της πατέντας".


Και μάλιστα, ειδικά στον τομέα της κινητής τηλεφωνίας, ο πόλεμος που μαίνεται ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του 2000. Στην κορυφή του η σύγκρουση της Apple με την Google και το λειτουργικό της σύστημα Android, η οποία έχει εμπλέξει και όλους τους μεγάλους κατασκευαστές στα γρανάζια της.