Παράθυρο logo
Πέρσες: a fine tuning
Δημοσιεύθηκε 26.07.2017
Πέρσες: a fine tuning

Γράφει η Μερόπη Μωυσέως

Αν είχαν soundtrack οι «Πέρσες», θα περιλάμβαναν Γιάννη Αγγελάκα [πριν και μετά τις Τρύπες], low bap και γεωργιανή μουσική συνοδευόμενη από τους υπέροχους εκείνους χορούς της γείτονα [της Περσίας] χώρας. H καλοκαιρινή παραγωγή του Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου με την τραγωδία «Πέρσες» του Αισχύλου, ανεβαίνει σε σκηνοθεσία Άρη Μπινιάρη και είναι μια θεατρική παραγωγή που τις δικές μου τις εντυπώσεις, τις κέρδισε. Πήγα, είν’ η αλήθεια, και με μια προσδοκία, ή μάλλον επιθυμία: να μ’ αρέσει. Γι’ αυτό με πολλή συστολή και κανένα ίχνος ενθουσιασμού κάθισα στο Αμφιθέατρο της Σχολής Τυφλών τη μέρα της πρεμιέρας, περιμένοντας. Η παράσταση ξεκίνησε και δεν είχα ιδέα αν αυτό που βλέπω μ’ αρέσει ή όχι. Έπειτα άρχισαν τα όργανα και το πόδι μου ρυθμικά χτυπούσε στο τσιμέντο του αμφιθεάτρου που κόχλαζε από την αφόρητη ζέστη της Λευκωσίας εκείνη τη μέρα.

Ύστερα μπήκε στη σκηνή η Άτοσσα (Καρυοφυλλιά Καραμπέτη) και μετά ο Αγγελιαφόρος (Χάρης Χαραλάμπους) που διεμήνυσε το κακό μαντάτο της ήττας των Περσών, της ήττας μιας ολόκληρης αυτοκρατορίας από τους Έλληνες, ο στρατός των οποίων ήταν σαφώς περιορισμένος σε σχέση με τον περσικό.

Οι Πέρσες είναι χαμένοι πια, δεν ξέρουν τι να κάνουν, καλούν τον νεκρό βασιλιά Δαρείο (Νίκος Ψαρράς) να τους δώσει φρόνηση. Εκεί, σ’ εκείνο το κάλεσμα, οι «Πέρσες» πραγματοποιούν μια από τις δύο καλύτερες -για μένα- στιγμές τους: η μια συζητήθηκε δικαίως πάρα πολύ. Πρόκειται για τον στροβιλισμό της Καρυοφυλλιάς Καραμπέτη επί σκηνής. Ταιριάζει εν προκειμένω η αγγλική λέξη «respect» και όχι η ελληνική «σεβασμός», που δεν αντικατοπτρίζει εξίσου έντονα το ακολουθούμενο «ουάου» της όλης σκηνής. Έστω και μόνο γι’ αυτό, η Καραμπέτη κέρδισε το στοίχημα της ερμηνείας της.

Η δεύτερη καλύτερη στιγμή για μένα ήταν με τον χορό που ετοιμάζεται να υποδεχτεί τον Ξέρξη (Αντώνης Μυριαγκός) από τον πόλεμο. Τα τύμπανα, η ένταση, οι κινήσεις, μια πανέμορφη στιγμή στην παραγωγή των Περσών που θεωρώ ότι δίνει το στίγμα της συνολικής σκηνοθετικής προσέγγισης του Άρη Μπινιάρη. Εν τέλει, από όλα τα λοιπά στοιχεία, ο χορός των Περσών είναι το σήμα κατατεθέν της παραγωγής. Μιας παραγωγής που εκτός από το σπουδαίο ηχητικό τοπίο που δημιουργεί ο Άρης Μπινιάρης, φέρει την υπογραφή της χορογράφου Λίας Χαράκη. Αυτή έδωσε το δικό της Tune In (τίτλος παλαιότερης χορογραφίας-σταθμού της Χαράκη) στην Καρυοφυλλιά Καραμπέτη για να στροβιλίζεται επί σκηνής και να συντονιστεί με το πνεύμα του Δαρείου, αυτή καθοδήγησε τον χορό στα βήματά του και για όσους γνωρίζουν τη δουλειά της, η συμβολή της είναι εμφανέστατη.

Δεν ξέρω αν τελικά πέτυχε η πολυσυζητημένη «κάθαρση», ζητούμενο πάντα στα κείμενα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας. Έφυγα όμως με πολλή ικανοποίηση από την παράσταση και τις επόμενες μέρες τη σκεφτόμουν με τη βεβαιότητα του θετικού πρόσημου.

Και ιδού το παράδοξο. Να φεύγεις με ευχαρίστηση από μια παράσταση ενώ η καλύτερή σου στιγμή συνοδεύεται από το πλέον τραγικό: «Μια καταχνιά θανάτου ολόγυρά μας έχει απλωθεί παντού καθώς η νιότη ολόκληρη πάει, χάθηκε». Ε, δεν χάθηκε. Ή μπορεί ακόμα να σωθεί. Γι’ αυτό το τελευταίο κομμάτι στο soundtrack, που σουμάρει τα υπόλοιπα, είναι το Zvara από τους Villagers of Ioannina City (να τους πετύχετε στον Φέγγαρο, επιβάλλεται).

Τον χορό αποτελούν οι Ηλίας Ανδρέου, Πέτρος Γιωρκάτζης, Γιώργος Ευαγόρου, Νεκτάριος Θεοδώρου, Μάριος Κωνσταντίνου, Παναγιώτης Λάρκου, Δαυίδ Μαλτέζε, Γιάννης Μίνως, Άρης Μπινιάρης, Ονησίφορος Ονησιφόρου, Μάνος Πετράκης, Στέφανος Πίττας, Κωνσταντίνος Σεβδαλής. Τα σέβη μας.