Συνέντευξη στην Αναστασία Προκόπη Τάκη | Φωτογραφία: Ελένη Παπαδοπούλου
Δεν είχε ποτέ υπόψη του να ασχοληθεί με τη θεατρική γραφή. Ωστόσο το συμπτωματικό πρώτο ανέβασμα έργου του έδωσε ώθηση στον αρχιτέκτονα Γιάννη Αγησιλάου για να συνεχίσει. Πρόσφατα η ΕΘΑΛ ανέβασε το βραβευμένο έργο του "Η Συλλογή". Ο κ. Αγησιλάου μιλά στο "Π"
Με τον Γιάννη Αγησιλάου γνωρίστηκα ένα πρωινό στο λεωφορείο. Είχαμε ξεκινήσει μια σύντομη κουβέντα περί αρχιτεκτονικής και θεατρικής γραφής, η οποία συνεχίστηκε κάποια στιγμή μες στη βδομάδα εν είδει συνεντεύξεως. Ο Γιάννης Αγησιλάου είναι αρχιτέκτονας και θεατρικός συγγραφέας.
"Με την ολοκλήρωση των σπουδών, η χαρά της δημιουργίας ήταν έντονη, είχα μεγάλη αγωνία να δω τη διαδικασία υλοποίησης ενός δισδιάστατου σχεδίου στον χώρο. Είναι η στιγμή που θέτεις σε εφαρμογή όλα όσα είχες διδαχτεί σε θεωρητικό επίπεδο στη σχολή.
***
"Με την αρχιτεκτονική ασχολήθηκα πιο συνειδητά με την εισδοχή μου στη σχολή. Προηγουμένως κυρίως ζωγράφιζα: στο σχολείο, αργότερα στον στρατό. Προς τον κλάδο της αρχιτεκτονικής με προσανατόλισε η τότε καθηγήτρια της τέχνης, όταν έμαθε ότι είχα υπόψη μου να ακολουθήσω επαγγελματικά τη ζωγραφική. "Να γίνεις ζωγράφος και μετά τι; Σπούδασε αρχιτεκτονική και, αν τελικά δεν σου αρέσει, θα μπορείς ακόμα να ζωγραφίζεις". Τότε υπήρχε σχολή αρχιτεκτονικής μόνο σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Εξασφάλισα μια θέση στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο και μπαίνοντας στη σχολή το γενικότερο κλίμα με είχε ενθουσιάσει. Τη ζωγραφική τότε την είχα παρατήσει. Είχα ήδη αρχίσει να ασχολούμαι με το θέατρο.
***
"Η πιο ουσιαστική μου σχέση με τη γραφή είχε ξεκινήσει κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής μου θητείας. Ο γραπτός λόγος, η σε ημερολογιακή μορφή καταγραφή σκέψεων, εικόνων, εντυπώσεων ήταν για εμένα μια διέξοδος από τους ρυθμούς του στρατοπέδου. Οι πρώτες λέξεις προέκυψαν περισσότερο σαν μια φυσική εξέλιξη εκείνης της περιόδου. Θυμάμαι χαρακτηριστικά ότι τότε διάβαζα περισσότερο από ποτέ: σε κάθε μου έξοδο έβαζα στην τσάντα καινούργια βιβλία, τα οποία θα διάβαζα μέσα στο στρατόπεδο μέχρι την επόμενή μου άδεια.
Το καλαμάρισμαν αποτελεί ουσιαστικά μια διατύπωση των λέξεων καθαρά κυπριακή με όρους που τους θεωρούμε ορθώς ελληνικούς, μια αντίφαση στη γνησιότητα του λόγου.
"Έχω την εντύπωση ότι η πρώτη θεατρική παράσταση που παρακολούθησα ήταν στη Θεσσαλονίκη, ως φοιτητής. Προηγουμένως, πέρα από κάποιες επιθεωρήσεις που έτυχε να δω, δεν είχα κάποια επαφή με το θέατρο. Ενδεχομένως να ήταν πολύ καθοριστικό το γεγονός ότι μεγάλωσα στην Πάφο, στο πλαίσιο μιας οικογένειας που ουδεμία σχέση είχε με το αντικείμενο: η μητέρα μου είχε τελειώσει το δημοτικό, ο πατέρας μου έφτασε στη δευτέρα τάξη. Ήταν, όμως, άνθρωποι γνήσιοι, αυθεντικοί, με έντονο το στοιχείο της κυπριακής διαλέκτου. Αυτό, λοιπόν, το περιβάλλον έθεσε βάσεις γερές στο δικό μου γλωσσικό ένστικτο, το οποίο εμφανιζόταν αργότερα σε όλες τις εκφάνσεις της καθημερινότητάς μου.
"Θυμάμαι τον καθηγητή μας τότε στη σχολή, Νίκο Μουτσόπουλο, να μας προτρέπει: "Να κυνηγάτε ανθρώπους αταξίδευτους και αγράμματους".