Παράθυρο logo
Η ποίηση ως σημείο συνάντησης και έκφρασης
Δημοσιεύθηκε 05.05.2025
Η ποίηση ως σημείο συνάντησης και έκφρασης

Μια αλλιώτικη κατάληψη από συγγραφείς έγινε στην καρδιά της Λευκωσίας. Το «Π» βρέθηκε στην «Κατάληψη Συγγραφέων», μια λογοτεχνική έκθεση που έκανε, όπως λέει και ο τίτλος, «κατάληψη» το περασμένο Σαββατοκύριακο, στις 26-27 Απριλίου 2025, στο Γκαράζ, και συνομίλησε με τις δύο επιμελήτριες και τους συμμετέχοντες -δημιουργούς.

Με τις δύο επιμελήτριες, Μιχαέλλα Μυλωνά και Κική Χατζημηνά, κάναμε μία βουτιά στο καλλιτεχνικό σύμπαν που δημιουργήθηκε μέσα από τις λέξεις δώδεκα Κύπριων ποιητών και συγκεκριμένα του Λεωνίδα Γαλάζη, του Ανδρέα Γεωργαλλίδη της Μαρίας Κούβαρου, της Αυγής Λίλλη, του Γιώργου Μολέσκη, του Κωνσταντίνου Παπαγεωργίου, του Γιώργου Παπακωνσταντίνου, του Ανδρέα Τιμόθεου, του Γιώργου Φράγκου, της Μαρίας Χατζηαυξέντη, του Ηλία Χατζημιχαήλ και του Αλέξανδρου Χρονίδη. 

Γιατί κατάληψη

«Θέτουμε τον όρο κατάληψη ως την αποκλειστική χρήση ενός χώρου για συγκεκριμένους σκοπούς», εξηγούν οι δύο επιμελήτριες της έκθεσης, προσθέτοντας πως «θελήσαμε να αποφορτίσουμε την έννοια αυτή». Σκοπός της έκθεσης ήταν η οπτικοποίηση των ποιημάτων και η προβολή τους «μέσα από τα εκθέματα και τη διαδραστικότητα» είπε η Μιχαέλλα. Αυτή η οπτικοποίηση, λοιπόν, πέτυχε, επίσης, μέσα από τη συνεργασία με τον φωτογράφο Κυριάκο Δίπλαρο και το μοντέλο Μαριλένα Ζωδιάτου. Ο πρώτος δανειζόμενος τις λέξεις των ποιητών χρησιμοποίησε τον φακό του και σε εναρμόνιση με το μοντέλο έδωσε μία άλλη διάσταση στα ποιήματα, με την επιμέλεια, φυσικά, της Μιχαέλλας Μυλωνά και της Κικής Χατζημηνά. Με την πρώτη ματιά μπορεί να το διαπιστώσει κανείς βλέποντας όμως πιο προσεκτικά, συνοδεύονται από αποσπάσματα των ποιητικών συλλογών, δίνοντας την ευκαιρία στον επισκέπτη να εξερευνήσει το κάθε ποίημα.

Στη ματιά του κοινού

Η έκθεση αγκαλιάστηκε από τον κόσμο, συγκεντρώνοντας θετικά σχόλια για τους συντελεστές. «Μας είπαν ότι είναι κάτι που δεν έχουν ξαναδεί στην Κύπρο, περισσότερο στη Γαλλία, μία αρκετά πρωτότυπη και πρωτοποριακή ιδέα», είπε η Κική. Η ανταπόκριση της νέας γενιάς έδειξε, όπως περιέγραψαν, ότι «ξεφεύγουν από τα πλαίσια του συμβατικού», ενώ πρόθεση της έκθεσης ήταν να φέρει νέους πιο κοντά σε κυπριακή λογοτεχνία και ποίηση μέσα από έναν νέο τρόπο προσέγγισης.

Όντας κομμάτι της νέας γενιάς που αγαπάει την ποίηση και οι τρεις συντελεστές, στόχος τους ήταν να εξιτάρουν την περιέργεια και να γνωρίσουν το μικροσύμπαν οι νέοι, δίνοντάς την εμπειρία «να αγκαλιαστεί από το κάθε ποίημα και τον κάθε συγγραφέα ξεχωριστά» γιατί «αν εμείς δεν μπορούσαμε, δεν νομίζω να μπορούσε κάποιος άλλος», εξήγησαν. «Είμαστε αρκετά νέες για να περιμένουμε κάποιον άλλο να κάνει κάτι», ανέφερε η Μιχαέλλα.

Με άλλο πρόσωπο

Για τους δώδεκα ποιητές που παραχώρησαν το έργο τους για τους σκοπούς της έκθεσης ήταν και για αυτούς πρωτόγνωρη η εμπειρία να βλέπουν τις λέξεις τους να μετατρέπονται σε στιγμιότυπα. Ρωτήθηκαν ταυτόχρονα από το «Π» πώς επηρεάζεται το έργο τους από κοινωνικά συμβάντα ή εάν είναι εσωτερικό το «ταξίδι» της δημιουργίας. 

Η Μαρία Κούβαρου δήλωσε ότι η έκθεση «αντανακλά την όλη ιδέα της ποίησης, είναι η έμπνευση που φέρνει την έμπνευση», καθώς δεν έκρυψε τον ενθουσιασμό και την ανυπομονησία της για το τελικό αποτέλεσμα και την ευκαιρία η ίδια να δει «πώς επικοινωνήθηκε η δική της ποιητική κατάθεση μέσα από τα μάτια ενός άλλου καλλιτέχνη που προέρχεται από άλλους δημιουργικούς χώρους».

Ο Αλέξανδρος Χρονίδης αποκάλυψε πως ο ίδιος αγχώθηκε στην αρχή, γιατί, όπως εξομολογήθηκε «όταν γράφεις κάτι, το νιώθεις πολύ προσωπικό και δεν ξέρεις, πρώτα απ' όλα αν μπορεί κάποιος να καταλάβει αυτό που βγάζεις προς τα έξω και σίγουρα πως θα το μετουσιώσει σε κάποια άλλη μορφή τέχνης». Αυτό που ανέδειξε το πρότζεκτ ήταν ότι «μερικές φορές, οι ποιητές μεταξύ μας έχουμε κοινές συνισταμένες», πρόσθεσε ο Αλέξανδρος Χρονίδης.

Για τις συγκλίσεις μίλησε επίσης και ο Γιώργος Φράγκος ο οποίος δήλωσε χαρακτηριστικά πως «η αξία της έκθεσης αυτής είναι η διαδραστικότητα και η συλλογικότητά της, γιατί είμαστε μια ομάδα διαφορετικών φωνών όπου ανιχνεύεις και εντοπίζεις συγκλίσεις σε κοινούς τόπους και διακειμενικότητα που εκ πρώτης όψεως δεν την έβλεπες και τώρα είναι οφθαλμοφανής μπροστά σου». Όπως εξήγησε, ο ποιητής οφείλει να κοιτάζει τόσο μέσα του όσο και γύρω του. «Αλίμονο αν γράφει αποκλειστικά και μόνο ενδοσκοπική ποίηση. Αυτό έχει μια γεύση ελιτισμού. Και δεν είμαι καθόλου εστέτ, δεν µε εκφράζει ποσώς. Κάθε πνευματικός δημιουργός οφείλει να είναι συμμέτοχος στα κοινωνικά δρώμενα αν όχι πρωτοπόρος στην κοινωνική πρόοδο και τις κοινωνικές ανατροπές. Θέλω να πιστεύω ότι μέσα από τους στίχους μου δείχνω να αφουγκράζομαι τους κραδασμούς της κοινωνίας και των απλών καθημερινών ανθρώπων του μόχθου. Από την άλλη, δεν μου είναι ξένα ούτε η μαγεία της φύσης, ούτε η ομορφιά των βαθιών αληθινών συναισθημάτων. Έτσι πορεύομαι λοιπόν. Με το ένα χέρι στην καρδιά και το άλλο υψωμένο με προτεταμένη γροθιά».

«Σε μαγνητίζει ν' αλληλεπιδράσεις με τα εκθέματα, σου εξάπτει την περιέργεια να δεις τα βιβλία, ενώ αν τα έβλεπες σε άλλο πλαίσιο μπορεί να μην σου κινούσαν το ενδιαφέρον να τα αγοράσεις», ανέφερε από την πλευρά του ο Κωνσταντίνος Παπαγεωργίου για τη δική του ερμηνεία για την έκθεση. Για την ποίηση και πώς επηρεάζεται από το κοινωνικό πλαίσιο είπε πως είναι αδύνατο να μην επηρεάζεται κανείς από τα κοινωνικά δρώμενα ή τις σχέσεις του με σημαντικούς άλλους. «Πιστεύω ότι το εσωτερικό ταξίδι αλληλεπιδρά πάντα με το εξωτερικό ταξίδι μας», κατέληξε. 

 Ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου μοιράστηκε με το «Π» ότι για αυτόν «παίζει με τη συνθήκη ότι ζούμε στην εποχή της εικόνας». «Οπότε η έκθεση σε σπρώχνει με έναν τρόπο να δημιουργήσεις εικόνες αλλά και να μπεις στη διαδικασία να διαβάσεις αυτό που είναι μπροστά σου και παρακάτω είναι στο χέρι του καθενός να συνεχίσει», συμπλήρωσε ο ίδιος. Γι' αυτόν, η συγγραφή στο σύνολο αλλά και η ποίηση πιο συγκεκριμένα αποτυπώνει την κοινωνία, τους δεσμούς καθώς και τις σχέσεις που τη διέπουν. «Επηρεαζόμενος, εξωτερικεύω την εσωτερική διαδρομή σε μια διαρκή σύγκριση με την ίδια την κοινωνική δομή. Επίσης η γραφή στην κυπριακή, ενισχύει αυτήν ακριβώς τη διαδικασία καθότι ως ένας ζωντανός οργανισμός καθρεφτίζει την ίδια την εξελικτική τάση της σύγχρονης εποχής. Ενίοτε με όχημα τον έρωτα ή τον θάνατο, προσπαθώ να προσεγγίζω όλες εκείνες τις ανισότητες και συμπεριφορές που διαβρώνουν τον κόσμο που μας περιβάλει».

Για τον Αντρέα Τιμοθέου, η ποίηση είναι ένα εσωτερικό ταξίδι σε άμεση επικοινωνία με τα κοινωνικά δρώμενα. «Πιστεύω πως αν δεν επηρεαζόταν από τα κοινωνικά δρώμενα θα έχανε ένα βασικό στοιχείο της αλήθειας του. Η αλήθεια ενέχει κίνδυνο και η ποίηση είναι ένα ναρκοπέδιο κινδύνων. Ο ποιητής δεν γράφει πίσω από κουρτίνες που τον κρατάνε σε απόσταση, άρα και ασφαλή, από τις εξελίξεις του κόσμου μας. Κανένα κλειστό παράθυρο δεν μας προστατεύει, αντιθέτως, το ζητούμενο είναι να ανοίξει το παράθυρο πρώτα για τον ίδιο, ας είμαστε ειλικρινείς, και έπειτα για τον καθένα που βρίσκει στο έργο μας την κοινή του ρίζα και συγγένεια με τον λόγο που του συστήνεται, φανερώνεται. Το εσωτερικό μας ταξίδι φέρνει στο φως αλήθειες για εμάς τους ίδιους, αλλά και αλήθειες που προϋπάρχουν στον κάθε αναγνώστη».

Τέλος, ο Λεωνίδας Γαλάζης ανέφερε πως η ποίησή του επηρεάζεται από τα κοινωνικά δρώμενα, χωρίς ωστόσο να περιορίζεται μόνο σε αυτά. «Τα εναύσματα της ποιητικής μου δημιουργίας είναι ποικίλα και προέρχονται τόσο από το κοινωνικοπολιτικό περιβάλλον όσο και από προσωπικά βιώματα. Από αυτή την άποψη, η ποίησή μου είναι και εσωτερικό ταξίδι, μια συνεχής και συχνά επώδυνη αναζήτηση τρόπων έκφρασης της αγωνίας σε υπαρξιακό και κοινωνικό επίπεδο. Παράλληλα, είναι και μια συνομιλία με τον Θεό, τους ανθρώπους, καθώς και ειδικότερα με τους ομοτέχνους».

Αξιοσημείωτο ήταν και το γεγονός ότι οι περισσότεροι καλλιτέχνες δεν γνωρίζονταν προσωπικά και η πρώτη επαφή έγινε μέσα από την έκθεση. Μάλιστα, σχολιάζοντας αυτή τη συγκυρία, η Μαρία Χατζηαυξέντη δήλωσε πως «μέσα από αυτή την έκθεση ενώθηκαν τρεις γενιές ποιητών», ομολογώντας πως βρέθηκε δίπλα στους ποιητές που πάντα θαύμαζε και την ενέπνευσαν να ακολουθήσει αυτόν τον δρόμο. Με τον Γιώργο Φράγκο, να απαντά με ένα χιουμοριστικό τρόπο, λέγοντας ότι «φυσιογνωμικά μπορεί και να γνωριζόμαστε όμως ουσιαστικά γνωρίζουμε ο ένας τον άλλο μέσα από το έργο του, διότι είμαστε μια ιερή μασονία αθλητικογράφων». Για το πώς επηρεάζεται το έργο της από τα κοινωνικά συμβάντα ανέφερε πως κάθε έργο της είναι συνονθύλευμα της κοινωνικής ροής και της εσωτερικής αναζήτησης των εμπειριών της. «Προσωπικά, δημιουργώ όταν η ψυχή μου αιμορραγεί. Οι πληγές της ψυχής, λόγω του πόνου, γίνονται 'γινάτι' για τη ζωή και ο στίχος επικοινωνεί άμεσα ή έμμεσα τα μηνύµατά του. Θέλω να γράφω ζώντας τη λυτρωτική ιεροτελεστία κάθε στιγμής, μέσω μιας σύγχρονης ελεγειακής έκφανσης της τέχνης». 

Κλείνοντας την έκθεση παρουσιάστηκε επίσης μία εγκατάσταση η οποία προέτρεπε τον επισκέπτη να «κρεμάσει» τις σκέψεις του και να εναποθέσει τα συναισθήματα που του γέννησε η όλη εμπειρία, δημιουργικά και μη.

 

Tags